alampasis@gmail.com

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Τέλη κυκλοφορίας. Αναστολή εκτέλεσης

Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την έννοια του άρθρου 202 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, για την αποδοχή της αίτησης αναστολής εκτέλεσης, λόγω πρόδηλης βασιμότητας της ασκηθείσης ανακοπής, πληρείται η  προϋπόθεση της έλλειψης αμφιβολιών ως προς το παραδεκτό της ανακοπής (πρβλ. ΕΑΣτΕ 255/2010, σκέψη 5, 2017/2009, σκέψη 5, 674/2009, σκέψη 6, 992/2008, σκέψη 5 κ.α.). Τούτο διότι, δεν εγείρονται εν όψει των ανωτέρω, αμφιβολίες, ως προς το παραδεκτό της ανακοπής. Για το λόγο προεχόντως αυτόν, τα προβαλλόμενα από εμένα, περί προδήλου βασιμότητας της ασκηθείσας ανακοπής, μπορούν κατά τα προεκτεθέντα να δικαιολογήσουν την αποδοχή της κρινόμενης αίτησης αναστολής (πρβλ. ΕΑΣτΕ 116/2013, σκέψη 5, 255/2010, σκέψεις 4 και 5, 2017/2009, σκέψη 5, 674/2009, σκέψη 6, 992/2008, σκέψη 5, 904/2008, σκέψη 4, 294/2008 σκέψη 4 κ.α.). Σε κάθε δε περίπτωση, οι προβαλλόμενοι με την ανακοπή ισχυρισμοί, παρίστανται προδήλως βάσιμοι, ενόψει των γεννωμενων ζητημάτων ερμηνείας και εφαρμογής των διατάξεων του Συντάγματος, του διεθνούς δικαίου και των διατάξεων που διέπουν την επίδικη περίπτωση, τα οποία δεν απαιτούν ενδελεχή έρευνα.

Ειδικότερα, προκύπτει δίχως να απαιτείται ενδελεχής έρευνα ότι, τα τέλη κυκλοφορίας και τυχόν πρόστιμα, τα οποία σύμφωνα με την υπ’ αιθμ. 1 παρ. 3 της περ. 2 της υποπαραγράφου Ε7 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (222 Α΄) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – (…) »αποτελούν φορολογική απαίτηση του Δημοσίου ή αυτοτελή χρηματική κύρωση για παράβαση φορολογικής νομοθεσίας, ή άλλο συναφές με φόρο δικαίωμα του Δημοσίου και συνεπώς εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 69 του Ν 2717/1999 (Κ.Δ.Δ), και όχι στην παρ. 1 του άρθρου αυτού σύμφωνα με την οποία η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξεως (πρβλ. ΔΕφΑ 484/2012, ΣτΕ 3530/2009, 933/2009 ΣΤΕ, ΕΣ Ι Τμ. 574/2008, 1791/2007,1406, 994/2006, ΣτΕ 1620/2005, 2282/2000, βλ. ΣΕ 2281/00 Ολ. ΣΕ 1572, 1620/05, 3529/04, 3947/2005 , 933/2009 ΣΤΕ, 933/2009 ΣΤΕ).

Ακολούθως, προκύπτει δίχως να απαιτείται ενδελεχής έρευνα ότι, στην προκείμενη περίπτωση για τα θέματα που άπτονται των ελάχιστων προδιαγραφών των ηλεκτρονικών εγγράφων (άρθρ. 12), των τεχνικών θεμάτων και των διαδικασιών για το κύρος και την αποδεικτική ισχύ των εν λόγω εγγράφων (άρθρ. 13), των όρων ασφάλειας που πρέπει να τηρούνται για τη διακίνηση εγγράφων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και φυσικών προσώπων ή Ν.Π.Ι.Δ. (άρθρο 22), των προδιαγραφών και των προτύπων για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του συστήματος γνωστοποίησης (άρθρο 25) κλπ, οι εν λόγω κανονιστικές πράξεις, μέχρι σήμερα δεν έχουν εκδοθεί, στο σύνολο τους και συνεπώς, η παράλειψη της Διοίκησης να εκδώσει την προβλεπόμενη κανονιστική πράξη (προεδρικό διάταγμα, υπουργική απόφαση) για τη ρύθμιση των λεπτομερειών εφαρμογής συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης, συνεπάγεται, κατά κανόνα, την αδυναμία εφαρμογής της τελευταίας, η οποία, κατά το σημείο αυτό, παραμένει ανενεργή (βλ. ΑΠ 1511/10).
Επίσης, από την Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αριθ. 443/2012, σχετικά με την νομιμότητα κοινοποίησης πράξεων με τις οποίες καταλογίζονται φόροι μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, προκύπτει δίχως να απαιτείται ενδελεχής έρευνα ότι, θα ήταν επιτρεπτή η έναρξη δικονομικών (ή διοικητικών) προθεσμιών προσβολής των ηλεκτρονικώς κοινοποιούμενων διοικητικών εγγράφων, εφόσον τηρηθούν οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις και διαδικασίες, εν πάση όμως περιπτώσει, η αδυναμία έγχαρτης απόδειξης της παραλαβής των εν λόγω εγγράφων από τον διοικούμενο και της πρόσβασής του σε αυτά, καθιστά, κατ' αποτέλεσμα, απρόθεσμη την ως άνω προσβολή.

Τέλος, προκύπτει δίχως να απαιτείται ενδελεχής έρευνα ότι, τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, έχουν χαρακτήρα ανταποδοτικών τελών, δεν είναι φόροι, και επιβάλλονται στους ιδιοκτήτες των αυτοκινήτων για τη χρησιμοποίηση από τους τελευταίους του οδικού δικτύου της χώρας και την εξεύρεση των αναγκαίων πόρων για τη συγκάλυψη των δαπανών συντήρησης του δικτύου τούτου. Επομένως, τα εν λόγω τέλη κυκλοφορίας καταβάλλονται από τον ιδιοκτήτη, ανεξάρτητα από το αν το όχημα κυκλοφορεί ή έχει τεθεί συνεπεία μηχανικής βλάβης ή τροχαίου ατυχήματος σε αχρησία, εκτός αν στην τελευταία αυτή περίπτωση έχουν κατατεθεί οι πινακίδες κυκλοφορίας (ΕφΑΘ 1520/71, την 1712/1989 ΕΦ ΑΘ και  την 428/2005 του ΑΠ).


Δεδομένου επίσης ότι, το ελληνικό δημόσιο δεν είναι αξιόχρεο και άρα δεν μπορεί να εγγυηθεί την επιστροφή οποιουδήποτε ποσού βεβαιώθηκε ταμειακώς για το οποίο η αίτηση αναστολής απερρίφθη, το Δικαστήριο εκτιμώντας τα δεδομένα της κρινόμενης υπόθεσης, ιδίως δε την περιουσία και τα εισοδήματα του αιτούντος  όπως αυτά αναλύονται και προκύπτουν από τα προσκομισθέντα στοιχεία, σε συνδυασμό με το ύψος των ποσών που βεβαιωθήκαν παρανόμως, αποδεικνύεται ότι η βλάβη που θα προκληθεί σε αυτόν, από την επαπειλούμενη λήψη κάποιου από τα αναφερόμενα στο άρθρο 202 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας μέτρα, σε σχέση ιδίως με το εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας επί του ακινήτου στο οποίο κατοικεί, καθώς και σε βάρος της κινητής περιουσίας του (αποταμιεύσεων κλπ), παρίσταται ανεπανόρθωτη.

Η αίτηση αναστολής δημοσιεύεται εδώ. Απευθείας download από εδώ.

Η ανακοπή δημοσιεύεται εδώ. Απευθείας download από εδώ. Τα σχετικά έγγραφα εδώ.

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Τέλη Κυκλοφορίας. Ανακοπή για την ακύρωση της ταμειακής βεβαιώσεως


Mε την υπ’ αιθμ. 1 παρ. 3 της περ. 2 της υποπαραγράφου Ε7 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (222 Α΄) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – (…) » προβάλλεται ότι «Οι κάτοχοι των αυτοκινήτων οχημάτων είναι υπόχρεοι στην καταβολή των τελών κυκλοφορίας, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη ενημέρωση αυτών». Επίσης, με την υπ’ αριθμ. 4 διάταξη της ίδιας υποπαραγράφου, προβλέπεται  ότι «Το ποσό των τελών κυκλοφορίας αποτελεί στο σύνολό του έσοδο του Δημοσίου» ήτοι ότι τα τέλη κυκλοφορίας και τυχόν πρόστιμα, αποτελούν φορολογική απαίτηση του Δημοσίου ή αυτοτελή χρηματική κύρωση για παράβαση φορολογικής νομοθεσίας, ή άλλο συναφές με φόρο δικαίωμα του Δημοσίου. Συνεπώς εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 69 του Ν 2717/1999 (Κ.Δ.Δ), και όχι στην παρ. 1 του άρθρου αυτού σύμφωνα με την οποία η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξεως (ΔΕφΑ 484/2012). Κατά συνέπεια ως αβάσιμος μέλλεται να απορριφθεί τυχόν ισχυρισμός του δημοσίου ότι, για να συγκροτηθεί νόμιμος τίτλος για την είσπραξη των τελών κυκλοφορίας, καθώς και των προστίμων και τόκων υπερημερίας, δεν απαιτείται η από την κοινοποίηση (μέσω διαδικτύου) ή γνώση της πράξης επιβολής αυτών πάροδος άπρακτης της προθεσμίας ασκήσεως της προσφυγής, αλλά αρκεί η καταλογιστική πράξη μετά την αποστολή των χρηματικών καταλόγων από τη ΓΓΠΣ η οποία αποτελεί νόμιμο τίτλο προς ταμειακή βεβαίωση και είσπραξη των ανωτέρω τελών, προστίμων και τόκων υπερημερίας [άρθρο 3 αριθμ. ΠΟΛ.1055/13 (ΦΕΚ 881 Β/11-4-2013)]. Τούτο διότι, όπως προαναφέρθηκε, τα  τέλη κυκλοφορίας, εφόσον εγγράφονται και εισπράττονται ως έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού για την κάλυψη των δαπανών του οποίου και διατίθενται, αποτελούν δικαίωμα του Δημοσίου [αρ. 4 παρ. 3 της περ. 2 της υποπαραγράφου Ε7 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012], οι διαφορές  που αναφύονται από τον καταλογισμό των εν λόγω τελών αποτελούν φορολογικές διαφορές, υπαγόμενες στην αρμοδιότητα των διοικητικών πρωτοδικείων με το ένδικο βοήθημα της προσφυγής. (ΣτΕ 1062/2006). Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 69 του Ν 2717/1999 και για να είναι νόμιμη η ταμειακή βεβαίωση των εν λόγω τελών, απαιτείται να έχει προηγουμένως οριστικοποιηθεί η καταλογιστική πράξη με την οποία αυτά επιβάλλονται, η οριστικοποίηση δε της πράξης αυτής επέρχεται με την κοινοποίησή της στον υπόχρεο και την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας ασκήσεως κατ’ αυτής προσφυγής (ΔΕφΑ 484/2012).

Η διαδικασία εισόδου των φορολογούμενων με τον κωδικό για το TAXISnet είτε με τον ΑΦΜ τους στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ) και η δυνατότητα εκτύπωσης από εκεί των ειδοποιητηρίων για τα τέλη κυκλοφορίας οχημάτων και μοτοσυκλετών για το έτος 2013, προκειμένου να τα εξοφλήσουν στις τράπεζες ή στα ΕΛΤΑ, δεν συνιστά νόμιμη έκδοση διοικητικής πράξεως, σύνταξη και τήρηση εγγράφου, καθώς και  διακίνηση, κοινοποίηση και ανακοίνωση αυτού μεταξύ του δημόσιου φορέα και φυσικών προσώπων με χρήση ΤΠΕ, διότι η πράξη με την οποία καταλογίστηκαν τα τέλη κυκλοφορίας δεν ήταν εξοπλισμένη με προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή ήτοι υπογραφή, που α) συνδέεται μονοσήμαντα με τον υπογράφοντα, β) είναι ικανή να καθορίσει ειδικά και αποκλειστικά την ταυτότητα του υπογράφοντος, γ) δημιουργείται με μέσα τα οποία ο υπογράφων μπορεί να διατηρήσει υπό τον αποκλειστικό του έλεγχο και δ) συνδέεται με τα δεδομένα στα οποία αναφέρεται κατά τρόπο τέτοιο ώστε να μπορεί να εντοπισθεί οποιαδήποτε μεταγενέστερη αλλοίωση των εν λόγω δεδομένων [άρθρο 22 παράγρ. 1 ν 3979/2011 , οδηγία 1999/93 ΕΚ]

Η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν ήταν νόμιμη, διότι η εν λόγω  κοινοποίηση στους φορολογούμενους με ηλεκτρονικό τρόπο θα ήταν επιτρεπτή, εφόσον τηρούνταν οι όροι ασφαλείας στο επίπεδο που επιβάλλεται από τη φύση των διακινούμενων εγγράφων. Ειδικότερα, τα ειδοποιητήρια με τα οποια καταλογίστηκαν τα  τέλη κυκλοφορίας  είτε έπρεπε να φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, είτε να πληρούνται οι οριζόμενες στον ν. 3979/2011 και στην οδηγία 1999/93 ΕΚ προϋποθέσεις, που αφορούν την παροχή των αναγνωριστικών και διαπιστευτηρίων και εν γένει της ταυτοποίησης και της επιβεβαίωσης ταυτότητας (αυθεντικοποίησης).

Η έκδοση, ανάρτηση, πρόσβαση και διακίνηση των εν λόγω ηλεκτρονικών εγγράφων - ειδοποιητηρίων στο διαδίκτυο, τα οποία έφεραν απλή ηλεκτρονική υπογραφή, επιτρεπόταν μόνο στις περιπτώσεις που η αναφερόμενη διακίνηση δεν συνδεόταν με την παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων ή με την άσκηση δικαιώματος. Τέτοια έγγραφα είναι οι εγκύκλιοι, οι οδηγίες, οι μελέτες, τα στατιστικά στοιχεία, οι αιτήσεις παροχής πληροφοριών κλπ για τα οποια ορίζεται ότι η διακίνησή τους ηλεκτρονικά επιτρέπεται, στις περιπτώσεις μόνον που προηγηθεί η υποβολή αίτησης από τον φορολογούμενο ή η ρητή συγκατάθεση του τελευταίου (άρθρ 21§1 και 25§1 - προϋποθέσεις για την αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων από υπηρεσίες σε ιδιώτες).

Με την έκδοση, ανάρτηση, πρόσβαση και διακίνηση των εν λόγω ηλεκτρονικών εγγράφων - ειδοποιητηρίων στο διαδίκτυο δεν προβλέφθηκε  σύστημα γνωστοποίησης που να επιτρέπει την εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου, κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, παραλαβή και η πρόσβαση στο περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου, η οποία συνεπάγεται έναρξη των έννομων συνεπειών και των προθεσμιών, όπως εν προκειμένω αυτές που αφορούν την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής.

Η διαδικασία της ηλεκτρονικής πρόσβασης από τους ενδιαφερομένους στο περιεχόμενο των εν λόγω ηλεκτρονικών εγγράφων - ειδοποιητηρίων στο διαδίκτυο θα ήταν σύννομη, εφόσον ο φορέας του δημόσιου τομέα μπορούσε να αποδείξει με βέβαιο και ασφαλή τρόπο την πρόσβαση του ενδιαφερομένου, καθώς και τον ακριβή χρόνο που ο ενδιαφερόμενος απέκτησε πρόσβαση στο έγγραφο.

Στην προκείμενη περίπτωση για τα θέματα που άπτονται των ελάχιστων προδιαγραφών των ηλεκτρονικών εγγράφων (άρθρ. 12), των τεχνικών θεμάτων και των διαδικασιών για το κύρος και την αποδεικτική ισχύ των εν λόγω εγγράφων (άρθρ. 13), των όρων ασφάλειας που πρέπει να τηρούνται για τη διακίνηση εγγράφων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και φυσικών προσώπων ή Ν.Π.Ι.Δ. (άρθρο 22), των προδιαγραφών και των προτύπων για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του συστήματος γνωστοποίησης (άρθρο 25) κλπ, οι εν λόγω κανονιστικές πράξεις, μέχρι σήμερα δεν έχουν εκδοθεί, στο σύνολο τους. Γίνεται δε γενικώς δεκτό ότι η παράλειψη της Διοίκησης να εκδώσει την προβλεπόμενη κανονιστική πράξη (προεδρικό διάταγμα, υπουργική απόφαση) για τη ρύθμιση των λεπτομερειών εφαρμογής συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης, συνεπάγεται, κατά κανόνα, την αδυναμία εφαρμογής της τελευταίας, η οποία, κατά το σημείο αυτό, παραμένει ανενεργή (βλ. ΑΠ 1511/10).

Η έκδοση , ανάρτηση , πρόσβαση και διακίνηση αποκλειστικά στο διαδίκτυο, των εκκαθαριστικών σημειωμάτων τελών κυκλοφορίας, με τις επ' αυτών ατομικές ειδοποιήσεις, θα ήταν είναι νόμιμη, εφόσον είχαν εκδοθεί οι προβλεπόμενες κανονιστικές πράξεις επί των οικείων διατάξεων και εφόσον τηρούνταν  οι οριζόμενες στο νόμο διαδικασίες (προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, αίτηση ή συγκατάθεση των διοικουμένων κλπ.) [βλ. Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αριθ. 443/2012, σχετικα με την νομιμότητα κοινοποίησης πράξεων με τις οποίες καταλογίζονται φόροι μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου],

Θα ήταν επιτρεπτή η έναρξη δικονομικών (ή διοικητικών) προθεσμιών προσβολής των ηλεκτρονικώς κοινοποιούμενων διοικητικών εγγράφων, εφόσον τηρούνταν  οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις και διαδικασίες, εν πάση όμως περιπτώσει, η αδυναμία έγχαρτης απόδειξης της παραλαβής των εν λόγω εγγράφων από τον διοικούμενο και της πρόσβασής του σε αυτά, καθιστά, κατ' αποτέλεσμα, απρόθεσμη την ως άνω προσβολή [βλ. Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αριθ. 443/2012, σχετικα με την νομιμότητα κοινοποίησης πράξεων με τις οποίες καταλογίζονται φόροι μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου].

Τούτων δοθέντων,  επιτρεπτή θα ήταν η έναρξη δικονομικών (ή διοικητικών) προθεσμιών προσβολής των ηλεκτρονικώς κοινοποιούμενων εν λόγω διοικητικών εγγράφων αποκλειστικά στο διαδίκτυο, εφόσον  πληρούνταν οι προϋποθέσεις που τίθενται στον ν. 3979/2011 και την Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές, που θα επέτρεπε την εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου, κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, παραλαβή και η πρόσβαση στο περιεχόμενο των εγγράφων καταλογισμού τελών κυκλοφορίας, η οποία συνεπάγεται την έναρξη των έννομων συνεπειών και των προθεσμιών. Θα  πληρούνταν τότε  οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής κοινοποίησης, ήτοι της πιστοποίησης των ηλεκτρονικών ιχνών παραλαβής και της δημιουργίας πιστοποιητικού παραλαβής και στοιχείων ηλεκτρονικής ειδοποίησης. Η ηλεκτρονική εν λόγω κοινοποίηση θα μπορούσε –υπό την προϋπόθεση τήρησης διαδικασίας που παρέχει αυξημένο επίπεδο ασφαλείας κατά την ταυτοποίηση του χρήστη-, να εξομοιωθεί πλήρως με την αποστολή με συστημένη επιστολή στη δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας του διοικούμενου. Θα ήταν δε επιτρεπτή, στις περιπτώσεις μόνον που είχε προηγηθεί η ρητή συγκατάθεση του διοικούμενου.

Η ανακοπή δημοσιεύεται εδώ. Απευθείας download από εδώ. Τα σχετικά έγγραφα εδώ.

Για τη σύνταξη της ανακοπής εντολή έλαβα από πολίτες που δεν κατέβαλαν τέλη κυκλοφορίας. Αυτονόητο είναι ότι ούτε ζήτησα ούτε έλαβα αμοιβή για τη σύνταξη του εν λόγω δικογράφου.

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Ηλεκτρονικώς κοινοποιούμενες διοικητικές πράξεις μέσω Facebook ?


Για την  κοινοποίηση των διοικητικών πράξεων ορίζεται στο αρθρ 4 παρ 1 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974) (Ατομική ειδοποίησις), ότι “Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, η είσπραξη των δημοσίων εσόδων ανήκει στην αρμοδιότητα της Φορολογικής Διοίκησης και των λοιπών οργάνων (…)” ]. Επίσης,  κατά τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) και συγκεκριμένα με το άρθρο 5 (Κοινοποίηση πράξεων), ορίζεται  ότι “1. Η κοινοποίηση πράξεων που εκδίδει, σύμφωνα με τον Κώδικα, η Φορολογική Διοίκηση προς φορολογούμενο ή άλλο πρόσωπο, γίνεται εγγράφως ή ηλεκτρονικώς. 2. Εάν η πράξη αφορά φυσικό πρόσωπο, η κοινοποίηση συντελείται εφόσον: α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή σύμφωνα με τις  διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν για την ηλεκτρονική κοινοποίηση, ή β) αποσταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας του εν λόγω προσώπου ή γ) (…) 3. Εάν η πράξη αφορά νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, η κοινοποίηση συντελείται εφόσον: α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή με τις διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν για την ηλεκτρονική κοινοποίηση στο νόμιμο εκπρόσωπο ή στον καθορισμένο κατά το άρθρο 8 του Κώδικα, φορολογικό εκπρόσωπο, ενώ με την παράγραφο 6 ορίζεται ότι “Στις περιπτώσεις της ηλεκτρονικής κοινοποίησης στο λογαριασμό φυσικού, νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α' των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, η πράξη θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δέκα ημερών από την ανάρτησή της στο λογαριασμό του προσώπου το οποίο αφορά η επίδοση και την ηλεκτρονική ειδοποίησή του στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του, εφόσον δεν προκύπτει προγενέστερος χρόνος παραλαβής της. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής κοινοποίησης και ιδίως τα σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων ηλεκτρονικής επικοινωνίας των φορολογουμένων, το σημείο ανάρτησης στο λογαριασμό της κοινοποιούμενης πράξης, ο τρόπος πιστοποίησης των ηλεκτρονικών ιχνών παραλαβής, η δημιουργία πιστοποιητικού παραλαβής και τα στοιχεία της ηλεκτρονικής ειδοποίησης”.

Ωστόσο στα πλαίσια της έρευνας για την νομιμότητα της έκδοσης, ανάρτησης, πρόσβασης και διακίνησης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων τελών κυκλοφορίας αποκλειστικά στο διαδίκτυο,  καταλήγω στα εξής πρώτα συμπεράσματα:

Ότι στην προκείμενη περίπτωση για τα θέματα που άπτονται των ελάχιστων προδιαγραφών των ηλεκτρονικών εγγράφων (άρθρ. 12), των τεχνικών θεμάτων και των διαδικασιών για το κύρος και την αποδεικτική ισχύ των εν λόγω εγγράφων (άρθρ. 13), των όρων ασφάλειας που πρέπει να τηρούνται για τη διακίνηση εγγράφων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και φυσικών προσώπων ή Ν.Π.Ι.Δ. (άρθρο 22), των προδιαγραφών και των προτύπων για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του συστήματος γνωστοποίησης (άρθρο 25) κλπ, οι εν λόγω κανονιστικές πράξεις, μέχρι σήμερα δεν έχουν εκδοθεί, στο σύνολο τους. Γίνεται δε γενικώς δεκτό ότι η παράλειψη της Διοίκησης να εκδώσει την προβλεπόμενη κανονιστική πράξη (προεδρικό διάταγμα, υπουργική απόφαση) για τη ρύθμιση των λεπτομερειών εφαρμογής συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης, συνεπάγεται, κατά κανόνα, την αδυναμία εφαρμογής της τελευταίας, η οποία, κατά το σημείο αυτό, παραμένει ανενεργή (βλ. ΑΠ 1511/10). Συνεπώς η διαδικασία  έκδοσης, ανάρτησης, πρόσβασης και διακίνησης ηλεκτρονικών εγγράφων - διοικητικών πράξεων στο διαδίκτυο,  κατά τα σημεία αυτά, παραμένει έως σήμερα ανενεργής (ΑΠ 1511/10).

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Η κατάρρευση των Ταμείων Κοινωνικής Ασφάλισης. Προφανής αναντιστοιχία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής


Οι ασφαλιστικές εισφορές έχουν χαρακτήρα ανταποδοτικό, με την έννοια ότι αποτελούν αντιπαροχή για τις υπηρεσίες που το κράτος παρέχει μέσω των ασφαλιστικών φορέων. Τούτο ισχύει ιδίως στην περίπτωση των αυτοαπασχολούμενων, που η συμβολή της εισφοράς στο σχηματισμό του ασφαλιστικού κεφαλαίου των Ταμείων που ασφαλίζονται, οφείλει να έχει και ανταποδοτικό χαρακτήρα υπό την έννοια της εγγύησης της επιστροφής των ασφαλιστικών τουλάχιστον εισφορών, αφού το ασφαλιστικό κεφάλαιο των  Ταμείων τους σχηματίζεται, καθ' όλο τον χρόνο ασφαλίσεως, κατά κύριο λόγο από εισφορές και ελάχιστα από άλλους πόρους. Τα στοιχεία ωστόσο που καταγράφονται στην μελέτη που ακολουθεί, αναιρούν πλήρως την ανταποδοτικότητα στην Κοινωνική Ασφάλιση. Η επιμονή σε μία άνευ όρων και προϋποθέσεων αναδιανεμητικότητα (δήθεν) του συστήματος, σε συνδυασμό με την δεδομένη κατάρρευση των Ταμείων Κοινωνικής Ασφάλισης, δημιουργεί πλέον τόσο σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των «υπηρεσιών» που το κράτος προσφέρει και των υψηλών εισφορών που οι ασφαλισμένοι υποχρεώνονται να καταβάλλουν, που το ζήτημα χρίζει επιτακτικής ανάγκης ρυθμίσεως.

Η μελέτη σε pdf εδώ. Απευθείας κατέβασμα από εδώ.

Η μεθόδευση του PSI εις βάρος των ασφαλιστικών ταμείων
Παρά τις υποσχέσεις που έδιναν η Γερμανία,  η Γαλλία και η Ολλανδία το Μάιο του 2010, ότι οι εμπορικές τράπεζες τους θα διακρατούσαν τα ελληνικά ομόλογα βοηθώντας στο να αποτραπούν τα χειρότερα για την Ελλάδα, όπως φαίνεται στο εμπιστευτικό έγγραφο με τις αποφάσεις του ΔΣ του ΔΝΤ μετά το Καστελόριζο για την έγκριση της βοήθειας [24], μόλις υπεγράφη το μνημόνιο και άρχισε η εκταμίευση των δανείων από την τρόικα στην Ελλάδα έγινε ακριβώς το αντίθετο: οι τράπεζες τους άρχισαν να ξεπουλάνε τα χρεόγραφα συμβάλλοντας στην εκτίναξη των spread και στην εμβάθυνση της ελληνικής κρίσης, καθώς κλονίστηκε η εμπιστοσύνη στο ελληνικό πρόγραμμα. Κάπως έτσι επισπεύσθηκε αργότερα η διαδικασία του PSI, οι ίδιες όμως γλίτωσαν ζημιές αρκετών δισ. δολαρίων καθώς κατάφεραν να το αποφύγουν. Όπως γράφει η El Pais που έκανε την αποκάλυψη, τα ομόλογα πέρασαν σε αρκετά μεγάλο βαθμό στα χέρια της ΕΚΤ, που αγόρασε μαζικά για να στηρίξει. Μόνο εκείνα τα ομόλογα - της ΕΚΤ πλέον - δεν κουρεύτηκαν στο PSI και φυσικά ο πέλεκυς έπεσε βαρύτερος στους εναπομείναντες ιδιώτες κατόχους χρέους, δηλαδή τις ελληνικές τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους ιδιώτες ομολογιούχους. Μάλιστα η δέσμευση εκείνη ήταν ένα απ' τα βασικά επιχειρήματα ώστε η Ελλάδα να μην προχωρήσει σε άμεση αναδιάρθρωση τους δημοσίου χρέους αλλά και το ΔΝΤ να μην την απαιτήσει πριν παρέμβει στην περίπτωση της χώρας μας παρά τον "εμφύλιο" που είχε ξεσπάσει στο ΔΣ του. Εξάλλου στο κείμενο σημειώνεται χαρακτηριστικά πως η ελληνική πλευρά απέκλεισε το ενδεχόμενο "κουρέματος". Σημειώνεται πως γερμανικές, γαλλικές και Ολλανδικές τράπεζες κατάφεραν μέχρι το τέλος του 2011, οπότε ανακοινώθηκε το PSI, είχαν ξεφορτωθεί περίπου το μισό ελληνικό τους χρέος. [25]

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ


Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών (Τμήμα εκδίκασης Αναστολών)

Δικηγόρος ζήτησε από τα ΕΤΑΑ-ΤΑΝ-ΤΕΑΔ και ΕΤΑΑ-ΤΥΠΔΑ να απαλλαγεί – εξαιρεθεί από την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών χρονικού διαστήματος από το έτος 2004 έως το έτος 2011 και να θεωρηθεί το βιβλιάριο ασθενείας του. Οι αιτήσεις του προς τα ανωτέρω Ταμεία απορρίφθηκαν, μεταξύ άλλων , για το λόγο ότι η αδυναμία εξόφλησης των ασφαλιστικών εισφορών δεν συνιστά κατά νόμο λόγο εξαίρεσης από την καταβολή τους.

Με το έγγραφο του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ-ΤΕΑΔ, η επίδοση του οποίου έγινε με δικαστικό επιμελητή, ο αιτών κλήθηκε να καταβάλει εντος 1 μήνα από την επίδοσή του το καταλογισθέν ποσό των ασφαλιστικών εισφορών μέχρις εξοφλήσεως, αλλιώς θα επακολουθούσε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της περιουσίας του. Από το ΕΤΑΑ-ΤΥΠΔΑ εκδόθηκε έγγραφο του προϊσταμένου με το οποίο η αίτηση απορρίφθηκε. Με το ίδιο έγγραφο, ο αιτών ενημερώθηκε σχετικά με το δικαίωμα του να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή (ένσταση).

Κατά των ανωτέρω απορριπτικών πράξεων ο αιτών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου προσφυγή, με την οποία, μεταξύ άλλων ζήτησε, να ανασταλεί η εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων, πρόσθετα δε, να ανασταλεί κάθε μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ-ΤΕΑΔ και του ΕΤΑΑ-ΤΥΠΔΑ ή άλλου αρμοδίου φορέα σε βάρος της περιουσίας του.

Η αίτηση κατά το μέρος που στρεφόταν κατά της απορριπτικής πράξεως που εξέδωσε το ΕΤΑΑ-ΤΥΠΔΑ (να απαλλαγεί – εξαιρεθεί από την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών χρονικού διαστήματος από το έτος 2004 έως το έτος 2011 και να θεωρηθεί το βιβλιάριο ασθενείας του) απορρίφθηκε, με το αιτιολογικό ότι κατά αυτής προβλεπόταν το δικαίωμα άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής (ένσταση, την οποία ο αιτών παρέλειψε να ασκήσει). Επίσης, επειδή η βλάβη που επικαλέστηκε ο αιτών, δεν προκαλείται από την προσβαλλόμενη αμιγώς αρνητικού περιεχομένου πράξη, αλλά ενδέχεται να επέλθει στο μέλλον από άλλες πράξεις, κατά των οποίων μπορούν να ασκηθούν τα κατάλληλα ένδικα βοηθήματα.

Κατά το σκέλος του αιτήματος περί αναστολής λήψης κάθε μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της κινητής και ακίνητης περιουσίας του αιτούντος, ως άμεσης συνέπειας της προσβαλλόμενης πράξεως του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ-ΤΕΑΔ, το Δικαστήριο δέχθηκε (εν μέρει) την αίτηση αναστολής.

Ειδικότερα, ανέστειλε την πράξη του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ-ΤΕΑΔ , κατά το μέρος που συνεπάγεται τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της επιβληθείσης οφειλής από ασφαλιστικές εισφορές (ποσού περίπου 8.000 ευρώ), σε βάρος του δικαιώματος κυριότητας του αιτούντος επί της κατοικίας του, και των αποταμιεύσεων του.

Η σπουδαιότητα της εν λόγω απόφασης, έγκειται στο γεγονός, ότι παρά την κρίση του Δικαστηρίου ότι οι προβαλλόμενοι με την προσφυγή ισχυρισμοί ΔΕΝ παρίστανται προδήλως βάσιμοι, το Δικαστήριο ανέστειλε την λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της κινητής και ακίνητης περιουσίας του αιτούντος από την πράξη του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ-ΤΕΑΔ, σταθμίζοντας περαιτέρω, τη βλάβη του αιτούντος προς το δημόσιο συμφέρον, συμφώνως προς τη διάταξη του άρθρου 202 παρ. 3. περιπτ. β’ του ΚΔΔ.

Αναμένω την άδεια του συναδέλφου για την δημοσίευση αυτούσιου του κειμένου της απόφασης. 

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Ανακοπή κατά του νόμιμου τίτλου εκτελέσεως που χορηγεί στο Δημόσιο το δικαίωμα να προβεί στην είσπραξη φόρων, τελών, εισφορών κλπ



Κατά το στάδιο της λήψεως συγκεκριμένων μέτρων εκτελέσεως (κατασχετήριο έκθεση κλπ) τίθεται επιτακτικά το ερώτημα, αν θα μπορούσε ο οφειλέτης του δημοσίου, με ανακοπή που τυχόν ασκήσει να προσβάλει τον νόμιμο τίτλο, ή/και να προβάλει αντιρρήσεις ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, καθώς και να  αμφισβητήσει το κατ' ουσίαν βάσιμο της απαίτησης του Δημοσίου. Δεδομένου μάλιστα ότι η ατομικές ειδοποιήσεις  και οι καταλογιστικές πράξεις γνωστοποιούνται στον οφειλέτη του δημοσίου δια απλού ταχυδρομείου και άρα μπορεί ο τελευταίος να λάβει γνώση αυτών δια της επιδόσεως της έκθεσης κατασχέσεως (σε χρόνο δηλ μεταγενέστερο, κατά τον οποίο έχει εκπνεύσει η προθεσμία για την άσκηση ενδικοφανούς ή/και δικαστικής προσφυγής), τίθεται ο προβληματισμός αν  θα μπορούσε ο οφειλέτης του δημοσίου στο στάδιο αυτό της επιδόσεως της έκθεσης κατασχέσεως, με ανακοπή που τυχόν ασκήσει, να προβάλει αντιρρήσεις ουσιαστικού δικαίου και να αμφισβητήσει το κατ' ουσίαν βάσιμο της απαίτησης του Δημοσίου. Επίσης, αν στην περίπτωση αυτή, για όσο χρόνο εκκρεμεί η ανακοπή, θα μπορούσε να υποβληθεί αίτηση για την αναστολή εκτέλεσης των προσβαλλόμενων πράξεων.