alampasis@gmail.com

Τρίτη 1 Αυγούστου 2023

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: Επανέγερση (ΝΕΑΣ) αγωγής με καταψηφιστικό αποζημιωτικό αίτημα για την ζημία από την προσδοκία βέβαιου κέρδους από το κλείδωμα της ισοτιμίας Euro/CHF στο χρόνο εκταμίευσης του δανείου, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα λειτουργίας της σύμβασης κατ’ εφαρμογή τών αναγκαστικού δικαίου διατάξεων τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος

 


1. Από τις νομικές παραδοχές που συνάγονται από την υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου, κρίθηκε τελεσίδικα και αμετάκλητα ότι ο αμφισβητούμενος δηλωτικός όρος της σύμβασης σύμφωνα με τον οποίο «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» απηχεί την ενδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 291 και ως εκ τούτου εξαιρείται του δικαστικού ελέγχου. Επ’ αυτού κρίθηκε από την  υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου, ότι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ  "Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Ότι  αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις ενδοτικού  δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους. Ότι η εξαίρεση των δηλωτικών όρων από τον έλεγχο καταχρηστικότητας θεμελιώνεται σε ρητή επιταγή της Οδηγίας 93/13, διότι, έστω  και αν η εξαίρεση αυτή  δεν  μεταφέρθηκε ρητά στο εθνικό δίκαιο με το ν. 2251/1994, εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994 βάσει μίας εναρμονισμένης προς το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας σύμφωνης με το σκοπό της Οδηγίας. Ότι, τέλος, ο επίμαχος όρος «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» συνιστά δηλωτικό όρο τής σύμβασης, διότι επαναλαμβάνει την ενδοτικού δικαίου διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ και γι'αυτό εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας.

2. Κύρια βάση της καταψηφιστικής αγωγής είναι οι   α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δ ι κ α ί ο υ   διατάξεις  της  υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), με θέμα  «Ενημέρωση των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους», η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη   δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων». Η 2501/2002 Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ που καθορίζει το δικαίωμα (του δανειολήπτη) για ενημέρωση (από την Τράπεζα) σχετικά με την δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, κατά το σκέλος τόσο της μηνιαίας  δ ό σ η ς  όσο και του άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ, πηγάζει απευθείας από τον νόμο (έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου) και, ως κανόνας  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου, η εφαρμογή τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την αντίθετη ιδιωτική βούληση, ούτε να μην εξεταστεί αυτεπαγγέλτως από τον εθνικό δικαστή μπορεί. Επ’ αυτού κρίθηκε το πρώτον, σε υπόθεση εντολέα μου που χειρίστηκα, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 1611/2017 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, με την οποία ακυρώθηκε τελεσίδικα διαταγή πληρωμής εκδοθείσα για απαίτηση που προερχόταν από σύμβαση τοκοχρεωλυτικού στεγαστικού δανείου σε ελβετικά Φράγκα, η ευθύνη των πιστωτικών ιδρυμάτων ως προς την ενημέρωση των συναλλασσομένων με αυτά, αναφορικά με τον κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε περίπτωση δανείων από συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος και αναφορικά με τη δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων, όπως προβλέπει η παρ. Β', αριθμ. 2, περιπτώσεις x και xi της παραπάνω Πράξης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

3. Στην προκείμενη περίπτωση οι ενάγοντες εκθέτουμε ότι, είχαμε ως καταναλωτές συγκεκριμένη εμπιστοσύνη στην εναγόμενη, η οποία  όφειλε να μην εξέρχεται με τις πράξεις της από τα όρια, τα οποία ορίζονται κάθε φορά από τα συναλλακτικά ήθη. Στην ένδικη ωστόσο περίπτωση, η εναγόμενη εξήλθε αυτών των ορίων, με επιβολή μεταξύ άλλων, Όρου που προβλέπει «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής», καθώς δεν είχε προηγηθεί καμία απολύτως προηγούμενη ενημέρωση από τους βοηθούς εκπλήρωσης της εναγομένης για το ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά προϊόντα στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά που θα μπορούσαν να μας θωρακίσουν  π λ ή ρ ω ς  από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, άλλως να μειώσουν  σ η μ α ν τ ι κ ά  τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο (τόσο σε επίπεδο  δ ό σ η ς, όσο και άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ), καθώς και ποιο το κόστος τους και πώς  θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση σε αυτά. Ειδικότερα, μας απέκρυψε, άλλως αποσιώπησε τις ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ (Cross-currency Swaps), τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (FX Calls, Puts), τα CURRENCY COLLARS, τα ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣYMBOΛAIA [(FORWARDS)–Outright Forward, Better Than Forward, Leveraged Better Than Forward, Reverse Trigger Forward, Resurrecting Fade-in Forward, Reset Forward, Flexible Forward και Participating Forward] κατά τρόπον που αποδεικνύεται τουλάχιστον βαρέως αμελής συμπεριφορά τής εναγομένης αντικείμενης στις διατάξεις του νόμου και δη τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) σύμφωνα με την οποίες η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το  κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων», πρόσθετα δε αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 71, 140, 157, 185-195, 197, 198 , 200,  281, 288 , 291,  297, 298, 330,  806, 914, 919, 932 ΑΚ, άρθρα 18 και 25 παρ. 2 και άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, άρθρο 1 παρ. 2, άρθρο 3 παρ. 1, άρθρο 4 παρ. 1,  άρθρο 5, άρθρο 7 παρ. 1 και άρθρο 11  παρ.  1 και 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, άρθρο 1 παρ. 4 περ. β’ , άρθρο 2 , άρθρο  6 παρ. 2 και άρθρο 7 του ν. 2251/1994,  άρθρο 10 παρ. 24 εδ. β` του ν.  2741/1999, άρθρο 6 ΕΣΔΑ, άρθρο 12 (πρώην άρθρο 153, παράγραφος 2 της ΣΕΚ), άρθρο 169 (πρώην άρθρο 153 της ΣΕΚ), άρθρο 267 ΣΛΕΕ, άρθρων 35 εδ. α`, 47, 48 εδ. δ`, 64, 65 και 66 του ΝΔ 17.7/13-8-1923, με αποτέλεσμα να θεμελιώνεται υποχρέωση αποζημιώσεως σε βάρος της εναγομένης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας.

4. Κατά την πάγια νομολογία τού Ευρωδικαστήριου, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εκτιμήσει την επίπτωση της διαπιστώσεως του καταχρηστικού χαρακτήρα της επίμαχης ρήτρας περί ανάληψης από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου για την οποία  δ ε ν  τηρήθηκε η  ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002 επί του κύρους της οικείας συμβάσεως και να καθορίσει αν η εν λόγω σύμβαση  μ π ο ρ ε ί   να εξακολουθήσει να ισχύει χωρίς τη ρήτρα αυτή (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10, Pohotovost’, Συλλογή 2010, σ. I 11557, σκέψη 61). Συναφώς, το άρθρο 6, παράγραφος 1, τελευταία περίοδος, της οδηγίας 93/13 ορίζει ότι «η σύμβαση εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλόμενους, εάν  μ π ο ρ ε ί  να υπάρξει και χωρίς τις καταχρηστικές ρήτρες» (βλ. απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, C-453/10, Pereničová και Perenič, σκέψη 29). Συνεπώς, το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι ο εθνικός δικαστής ο οποίος διαπιστώνει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της ρήτρας περί ανάληψης από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου για την οποία  δ ε ν  τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002,  ο φ ε ί λ ε ι , αφενός,  χ ω ρ ί ς  να αναμείνει την υποβολή σχετικού αιτήματος του καταναλωτή, να συναγάγει όλες τις συνέπειες που απορρέουν, κατά το εθνικό δίκαιο, από τη διαπίστωση αυτή, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο καταναλωτής αυτός  δ ε ν  δεσμεύεται από τη ρήτρα αυτή, και, αφετέρου, να εκτιμήσει, κατ’ αρχήν βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, αν η οικεία σύμβαση  μ π ο ρ ε ί  να εξακολουθήσει να υφίσταται  χ ω ρ ί ς  την εν λόγω ρήτρα, (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10, Pohotovost’, Συλλογή 2010, σ. I 11557, σκέψη 61, και απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, C-453/10, Pereničová και Perenič, σκέψη 29).

Δοθέντος, εντούτοις,  ότι οι Συμβάσεις Στεγαστικών Δανείων σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου  δ ε ν  μπορεί να εξακολουθήσουν να υφίστανται  χ ω ρ ί ς  τη ρήτρα ανάληψης ολόκληρου του συναλλαγματικού κινδύνου από τους δανειολήπτες όταν  δ ε ν  τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002, το  άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13   δ ε ν   μπορεί να έχει την έννοια ότι παρέχει στον εθνικό δικαστή τη δυνατότητα, σε περίπτωση που διαπιστώσει την ύπαρξη καταχρηστικής ρήτρας σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή, όπως στην υπό κρίση περίπτωση είναι η ανάληψη από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε τοκοχρεωλυτικό σε Ελβετικά Φράγκα δάνειο για το οποίο δεν τηρήθηκε η  ελάχιστη ενημέρωση σχετικά με τον κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ. χ' ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002) και τη δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ. χϊ ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002), να  α ν α θ ε ω ρ ή σ ε ι  με την απόφασή του το   π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο   τής  επίμαχης ρήτρας   α ν τ ί   να την αφήσει απλώς     α ν ε φ ά ρ μ ο σ τ η    ως προς τον οικείο καταναλωτή. Ο δικαστής οσάκις κηρύσσει την ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας περιλαμβανομένης σε σύμβαση συναφθείσας μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή,   δ ε ν  μ π ο ρ ε ί   ν α   σ  υ μ π λ η ρ ώ σ ε ι   την εν λόγω σύμβαση    α ν α θ ε ω ρ ώ ν τ α ς     τ ο    π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο   τ η ς    ρ ή τ ρ α ς   αυτής,  διότι αυτό αντιβαίνει στο άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας 93/2013 (βλ., συναφώς, απόφαση του της 14ης Ιουνίου 2012 στην υπόθεση C-618/10, Banco Español de Crédito SA κατά Joaquín Calderón Camino, ως προς τους  καταχρηστικούς όρους μιας σύμβασης δανείου στη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής και τις αρμοδιότητες του εθνικού δικαστηρίου).

5. Εν προκειμένω, οι ενάγοντες με την παρούσα αγωγή μας εκθέτουμε, μεταξύ των άλλων, ότι η εναγόμενη Τράπεζα μας ζημίωσε κατά το ποσό των 38.878,74€ από τη διαφορά που προκύπτει από το ποσό που έλαβε εν συγκρίσει  με το ποσό που θα ελάμβανε αν  δ ε ν   είχε παραβιάσει τις   α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δ ι κ α ί ο υ   διατάξεις τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) σύμφωνα με την οποίες  η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη   δ υ ν α τ ό τ η τ α   και το   κ ό σ τ ο ς   χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του   κ ι ν δ ύ ν ο υ  από την ενδεχόμενη μεταβολή της    σ υ ν α λ λ α γ μ α τ ι κ ή ς   ι σ ο τ ι μ ί α ς»  και η εναγόμενη μας  είχε υποδείξει μεθόδους αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου και ειδικότερα,  ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά προϊόντα στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά που θα μπορούσαν να μας θωρακίσουν  π λ ή ρ ω ς  από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, άλλως να μειώσουν  σ η μ α ν τ ι κ ά  τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο (τόσο σε επίπεδο  δ ό σ η ς , όσο και άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ), καθώς και ποιο το  κ ό σ τ ο ς   τους και τον τρόπο που θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση σε αυτά, επιπλέον δε, δε μας απέκρυπτε, άλλως αποσιωπούσε τις ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ (Cross-currency Swaps), τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (FX Calls, Puts), τα CURRENCY COLLARS, τα ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣYMBOΛAIA [(FORWARDS)–Outright Forward, Better Than Forward, Leveraged Better Than Forward, Reverse Trigger Forward, Resurrecting Fade-in Forward, Reset Forward, Flexible Forward και Participating Forward] κατά τρόπον που να αποδεικνύεται τουλάχιστον βαρέως αμελής συμπεριφορά τής εναγομένης αντικείμενης στις διατάξεις του νόμου, και την  ισοτιμία   α σ φ α λ ί ζ α μ ε   κ λ ε ι δ ώ ν ο ν τ ά ς     την 1/12/2006 την ισοτιμία στο 1,591498 για το χρονικό διάστημα από 1/12/2006 μέχρι τον χρόνο σύνταξης της από 6 Ιουλίου 2023 αγωγής μας, άλλως την άσκηση αυτής.

6. Ως προς το νομικό ζήτημα της αδικοπραξίας ως αποζημίωση εξαιτίας του πταίσματος από την βαρέως πλημμελή συμπεριφορά τής εναγομένης, αντικείμενης στις διατάξεις του νόμου και δη τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), αβ, λεκτέο ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν παρίσταται ως βάσιμο, σύμφωνα με τα αναφερθέντα και στη μείζονα πρόταση της παρούσας, καθόσον  η υπαίτια αδικοπρακτική συμπεριφορά τής εναγομένης  δεν είναι «αυτοτελής» αλλά  συνδεόμενη με την κύρια υπόθεση της ένδικης δανειακής σύμβασης, τελεί δε σε σχέση άμεσης εξάρτησης από εκείνη καθότι οι υποχρεώσεις τής εναγομένης που απορρέουν από την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος νοούνται νομικώς εντός των πλαισίων σύναψης δανειακής σύμβασης σε ξένο νόμισμα, συνεπώς η εναγόμενη επέδειξε μεν ασύγγνωστη αμέλεια κατά την έννοια του άρθρου 330 του ΑΚ που υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις τραπεζικές  συναλλαγές, αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά τη συναλλακτική πίστη από το δράστη στον κύκλο της τραπεζικής αρμοδιότητάς του στα πλαίσια σύναψης δανειακής σύμβασης με τον καταναλωτή, πολλώ δε μάλιστα που στην ένδικη περίπτωση υπάρχει προς τούτο σαφές νομικό καθήκον από την αναγκαστικού δικαίου υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, πλην όμως, η συμπεριφορά τής εναγόμενης κατά τρόπο αντίθετο από εκείνο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις, με α π ό κ ρ υ ψ η  άλλως  α π ο σ ι ώ π η σ η   της αλήθειας περί του περιεχομένου της υποχρέωσης ενημέρωσής μας από τις διατάξεις υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, δεν έλαβε χώρα αυτοτελώς αλλά  είναι συνδεόμενη με την κύρια υπόθεση της ένδικης δανειακής σύμβασης, επομένως δεν συρρέουν στην ένδικη αγωγή οι νόμιμες βάσεις, μεταξύ συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης, ώστε εμείς ως δανειστές να  έχουμε δικαίωμα να στηρίξουμε την αξίωσή μας για αποζημίωση είτε στη σύμβαση, είτε στην αδικοπραξία, είτε επιβοηθητικά και στις δύο και, ως εκ τούτου, η αξίωσή μας για αποζημίωση κατά την προσδοκία κέρδους ύψους 38.878,74 €, άλλως  κατά το ποσό των 38.878,74 €  που συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, στηρίζεται  μ ό ν ο ν  στη σύμβαση. 

7. Η αγωγή εγείρεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Το καταψηφιστηκό αγωγικό αίτημα είναι

«Να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλλει σε εμάς τους ενάγοντες νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι εξοφλήσεως την προσδοκία κέρδους ύψους 38.878,74 €, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα λειτουργίας της σύμβασης κατ’ εφαρμογή τών  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δικαίου διατάξεων τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), καθώς και των ειδικών περιστάσεων του ευμεταβλήτου των νομισματικών ισοτιμιών στις διεθνείς Αγορές Συναλλάγματος στην υπό κρίση περίπτωση, πρόσθετα δε των ληφθέντων προπαρασκευαστικών μέτρων που θα λαμβάναμε ενόψει του συναλλαγματικού κινδύνου που αναλάβαμε, της χρησιμοποίησης δηλ. τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από τη μεταβολή τής συναλλαγματικής ισοτιμίας με μεθόδους αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου με παράγωγα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ικανών να μας θωρακίσουν  π λ ή ρ ω ς  από τον συναλλαγματικό κίνδυνο άλλως να μειώσουν  σ η μ α ν τ ι κ ά  τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε ελβετικό Φράγκο (τόσο σε επίπεδο  δ ό σ η ς  όσο και άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ), που θα καθιστούσαν  β έ β α ι ο   το κέρδος μας των 38.878,74 €,  εφόσον   α σ φ α λ ί ζ α μ ε   την ισοτιμία μετατροπής του δανείου από Ευρώ σε ελβετικά Φράγκα  κ λ ε ι δ ώ ν ο ν τ α ς  την 1/12/2006  την ισοτιμία  στο 1,591498, για το χρονικό διάστημα από 1/12/2006 μέχρι τον χρόνο σύνταξης της από 6 Ιουλίου 2023 αγωγής μας, άλλως, και δοθέντος ότι ως πλανηθέντες, όπως ιστορείται στην αγωγή, επιλέγουμε να αποδεχθούμε την ακυρώσιμη λόγω πλάνης δικαιοπραξία, να μας επιδικαστεί το ποσό των 38.878,74 € ως αποζημίωση που συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, με το οποίο καλύπτονται οι ζημίες που θα είχαν   α π ο φ ε υ χ θ ε ί   για εμάς, αν τα κρίσιμα περιστατικά τής πληροφόρησης που μας παρείχε η εναγόμενη Τράπεζα συμμορφούμενη στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) ήταν  υ π α ρ κ τ ά  και όχι ανύπαρκτα και η δικαιοπραξία τής ένδικης Σύμβασης Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου εκπληρωνόταν όπως εμείς την είχαμε πιστέψει και όπως ο νόμος ορίζει, άλλως, όλως επικουρικά, εξαιτίας του ότι η εναγόμενη κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη χωρίς νόμιμη αιτία κατά το ποσό των 38.878,74 €, να υποχρεωθεί κατά τη διάταξη του αρθρ. 904 ΑΚ να μας καταβάλει το ποσό των 38.878,74 € νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, που αποτελεί την προσδοκία κέρδους μας, άλλως συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της -- αποδεχθείσας από εμάς -- ακυρώσιμης λόγω πλάνης ένδικης δανειακής δικαιοπραξίας, Σύμβασης Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου.»