alampasis@gmail.com

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2025

Και ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει τη ρύθμιση, μεταρρύθμιση ή απαγόρευση της επικοινωνίας τού τέκνου, ασκώντας δικό του δικαίωμα όταν τούτο επιτάσσει το αληθινό συμφέρον τού τέκνου

 

Με το άρθρο 592 ΚΠολΔ, όπως ισχύει ορίζεται ότι "Κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών δικάζονται οι γαμικές διαφορές, οι διαφορές από την ελεύθερη συμβίωση, οι διαφορές από τις σχέσεις γονέων και τέκνων, και οι λοιπές οικογενειακές διαφορές που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού: Οι λοιπές οικογενειακές διαφορές αφορούν: α) ..., β) (...) την επικοινωνία των γονέων και των λοιπών ανιόντων με το τέκνο. Περαιτέρω, στο άρθρο 1520 παρ. 2 του Αστικού Κώδικα, όπως μεταρρυθμίστηκε με τον Ν. 4800/2021, προβλέπεται ρητά ότι «Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους ανώτερους ανιόντες και τους αδελφούς του, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος…».

Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι δικαίωμα επικοινωνίας δίνεται όχι μόνο στο γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, αλλά και στους απώτερους ανιόντες, παππούδες και γιαγιάδες. Η αρνητική διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του άνω άρθρου έχει την έννοια ότι η αυθυπαρξία του δικαιώματος επικοινωνίας του απώτερου ανιόντος, είναι δυνατόν, κατ` εξαίρεση, να εμποδισθεί από τους γονείς ή τον γονέα που έχει την επιμέλεια των τέκνων, αν συντρέχει σοβαρός λόγος, ενώ παρόμοιος αποκλεισμός δεν προβλέπεται σχετικά με το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα. Το δικαστήριο, προκειμένου να ρυθμίσει το δικαίωμα επικοινωνίας των άνω προσώπων με το ανήλικο τέκνο, πρέπει πρωτίστως να λαμβάνει υπόψη το συμφέρον του ανηλίκου. Κατά κανόνα, η επικοινωνία του τέκνου με τον παππού ή τη γιαγιά του έχει επωφελή γι` αυτό αποτελέσματα. Αντίθετα όμως, σε ορισμένες  περιπτώσεις, η άρνηση των γονέων να επιτρέψουν την επικοινωνία των απωτέρων ανιόντων με το παιδί είναι δυνατόν να εμφανίζεται δικαιολογημένη, όπως παραδειγματικά μπορούν να αναφερθούν οι περιπτώσεις που οι εκάστοτε συναντήσεις οδηγούν σε εντάσεις, ή που οι σχέσεις των γονέων με τους ανιόντες αυτών είναι σημαντικά διαταραγμένες, ή όταν οι τελευταίοι επεμβαίνουν στην ανατροφή του παιδιού παραβλέποντας το προβάδισμα των γονέων ή επηρεάζουν δυσμενώς το παιδί σε βάρος των γονέων (βλ. και Πουλιάδης σε Γεωργιάδη- Σταθόπουλο Αστ. Κώδιξ τ. viii σελ. 236).

Συναφώς, σκοπός του δικαιώματος επικοινωνίας του απώτερου ανιόντος, όπως άλλωστε και του ίδιου του γονέα με το ανήλικο τέκνο, είναι η ικανοποίηση του φυσικού αισθήματος   α γ ά π η ς   μεταξύ αυτών , σε διαφορετική περίπτωση  ε μ φ α ν ο ύ ς  και  ο υ σ ι α σ τ ι κ ή ς   έ λ λ ε ι ψ η ς   α γ ά π η ς  ασκείται   β λ α π τ ι κ ή   ε π ί δ ρ α σ η   στο συμφέρον του παιδιού, πολλώ δε μάλλον όταν  ε κ ο υ σ ί ω ς  ή  και ακουσίως ο παππούς ή/ και οι γιαγιά επιχειρούν να   υ π ο ν ο μ ε ύ σ ο υ ν   το συμφέρον τού παιδιού ή ακόμη και να   β λ ά ψ ο υ ν   ευθέως το παιδί. Γνώμονα του δικαστηρίου αποτελεί, πάντοτε, το υπέρτερο συμφέρον του τέκνου και ειδικότερα το συμφέρον της ομαλής ψυχικής και συναισθηματικής ανάπτυξης του ανήλικου. Το Δικαστήριο που θα επιληφθεί της επίλυσης της διαφοράς λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον οι ανιόντες (παππούς και γιαγιά) είχαν ανέκαθεν σχέσεις με το εγγόνι τους, εάν επιβάλλεται να έχει το παιδί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επικοινωνία μαζί τους για να διατηρηθεί ο μεταξύ τους ψυχικός δεσμός και το αν οι ίδιοι έχουν την ειλικρινή πρόθεση, αλλά και τα μέσα να φροντίζουν το εγγόνι τους κατά το χρόνο επικοινωνίας τους.

Κατά την κρατούσα άποψη, ενεργητικά νομιμοποιούμενος στην άσκηση αγωγής ή στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για τη ρύθμιση της επικοινωνίας με το τέκνο είναι ο δικαιούχος γονέας και παθητικά νομιμοποιούμενος είναι ο υπόχρεος γονέας, ο οποίος κατά κανόνα αμφισβητεί ή εναντιώνεται στο δικαίωμα του άλλου γονέα για επικοινωνία. Η θέση αυτή αποτελεί απόρροια της παραδοχής ότι το δικαίωμα επικοινωνίας δεν συνιστά λειτουργικό δικαίωμα, όπως συμβαίνει άλλωστε με τη γονική μέριμνα, αλλά είναι μόνο δικαίωμα και όχι υποχρέωση του γονέα που δεν διαμένει με το τέκνο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται παγίως στη νομολογίας το δικαίωμα επικοινωνίας «δεν αποτελεί παράλληλα και καθήκον, όπως συμβαίνει με τη γονική μέριμνα και γι' αυτό δεν υφίσταται νομική υποχρέωση (ενν. του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο) να επικοινωνεί με το τέκνο του, εντεύθεν δε, δεν μπορεί να εξαναγκασθεί η επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του, με αγωγή στρεφόμενη εναντίον του. Από την ίδια διάταξη, συνάγεται περαιτέρω ότι ο γονέας, ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου του, δεν έχει το δικαίωμα, και έτσι δε νομιμοποιείται ενεργητικώς να ζητήσει να ρυθμιστεί η επικοινωνία του τέκνου του αυτού με τον άλλο γονέα, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του και δε διαμένει με αυτό.». Ως εκ τούτου, τυχόν ασκηθείσα αγωγή ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων από τον γονέα που διαμένει με το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του (υπόχρεο γονέα) απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης (ΕφΑθ 7073/2003 ΕλλΔνη 2004, σελ. 1692 επ., ΜΠρΑθ 3633/1989 ΕλλΔνη 31, σελ. 188 και ΜΠρΑθ 10278/2013 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ όπου επισημαίνεται ότι «ο γονέας που έχει την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του...δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να ζητήσει ρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου της με τον άλλο γονέα που δεν διαμένει το ανήλικο ή με τους ανιόντες από τη μεριά του άλλου γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο».). Η ως άνω συνέπεια του απαραδέκτου αφαιρεί από τον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο τη δυνατότητα να συμβάλει στη δικαστική ρύθμιση ή μεταρρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του τέκνου, με αποτέλεσμα, σε περίπτωση που ο δικαιούχος γονέας δεν αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να προβεί στις απαιτούμενες δικαστικές ενέργειες για τη ρύθμιση της επικοινωνίας, να πλήττεται εν τέλει το αληθινό συμφέρον του τέκνου, αφού η επικοινωνία παραμένει αρρύθμιστη, με όποιες πρακτικές δυσκολίες αυτό συνεπάγεται. Είναι εύλογο ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την επιμέλεια του να επιθυμεί να θέσει τέλος στην αυθαίρετη άσκηση της επικοινωνίας των δικαιούχων με το τέκνο, όχι με σκοπό να αποκλείσει την επικοινωνία αυτή, αλλά για να την εντάξει ομαλά στο καθημερινό πρόγραμμα του τέκνου και του ίδιου.

Περαιτέρω, ακόμη και αν έχει ρυθμιστεί η επικοινωνία, υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο να επέλθουν  α λ λ α γ έ ς   σ τ ι ς   σ υ ν θ ή κ ε ς    υπό τις οποίες έλαβε χώρα η ρύθμιση αυτή. Για παράδειγμα, είναι πιθανό να μεταβληθεί η εργασιακή κατάσταση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο και να καθίσταται αναγκαία η τροποποίηση του χρόνου ή του τόπου της επικοινωνίας του τέκνου με τον δικαιούχο γονέα. Στην περίπτωση αυτή, αν ο δικαιούχος γονέας και ενεργητικά νομιμοποιούμενος για τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας αδρανεί, ο υπόχρεος γονέας κινδυνεύει, άθελά του, να παραβαίνει τους όρους της επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να σχηματίζονται στο πρόσωπο του δικαιούχου γονέα οι αξιώσεις από την παρεμπόδιση της επικοινωνίας. Ακόμη, όταν έχει ρυθμιστεί η επικοινωνία τέκνου πολύ μικρής ηλικίας ή όταν η ρύθμιση αφορά ορισμένο χρονικό διάστημα, είναι, επίσης, αναγκαία η μεταρρύθμιση των όρων της.

Τέλος, δεν αποκλείεται, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, να διαπιστωθεί  κ α κ ή  ά σ κ η σ η   του δικαιώματος επικοινωνίας (π.χ. σεξουαλική παρενόχληση, ψυχολογική πίεση, υ π ο ν ό μ ε υ σ η  και  β λ ά β η  του συμφέροντος του παιδιού, δημόσιος  σ τ ι γ μ α τ ι σ μ ό ς  του  π α ι δ ι ο ύ  κλπ), με αποτέλεσμα να είναι  ά μ ε σ α   α ν α γ κ α ί α  η μεταρρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας. Στις περιπτώσεις αυτές, όχι μόνο είναι άδικο από τον υπόχρεο γονέα να αναγκάζεται, λόγω της μη νομιμοποίησής του, να αναμένει την πρωτοβουλία του έτερου γονέα για μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, αλλά   π λ ή τ τ ε τ α ι    το    α λ η θ ι ν ό    σ υ μ φ έ ρ ο ν    και   η  υ γ ε ί α   του τέκνου (Νικολόπουλος, Ποιος έχει την ενεργητική νομιμοποίηση για τη δικαστική ρύθμιση ή μεταρρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα που δεν έχει την επιμέλεια, ΕφΑΔ 2014, σελ. 229 επ.). Προς αποφυγή των ανωτέρω αποτελεσμάτων, υποστηρίζεται και η   α ν τ ί θ ε τ η    ά π ο ψ η, κατά την οποία και ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει τη ρύθμιση ή τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, ασκώντας  δ ι κ ό  τ ο υ   δ ι κ α ί ω μ α. Το δικαίωμα αυτό απορρέει από το ευρύτερο πλαίσιο της άσκησης της επιμέλειας του τέκνου και αποβλέπει στο αληθινό συμφέρον αυτού, όπως, άλλωστε, επιτάσσει το ίδιο το οικογενειακό δίκαιο. Προβαίνοντας σε συστηματική και τελολογική ερμηνεία των σχετικών με το δικαίωμα επικοινωνίας διατάξεων (άρθρα 1520 παρ. 1 ΑΚ, 1507 ΑΚ, 1511 παρ. 1 ΑΚ, αλλά και 21 παρ. 1 και 3 Σ, 6 παρ. 1 και 8 ΕΣΔΑ, 9 παρ. 3 ΔΣΔΠ, 57 ΑΚ), προκύπτει η αναγκαιότητα προτάξεως του συμφέροντος του τέκνου σε κάθε απόφαση που το αφορά (άρθρο 1511 παρ. 1 ΑΚ). Εν προκειμένω, το   α λ η θ ι ν ό   συμφέρον του τέκνου προτάσσεται   μ ό ν ο   εφόσον γίνει δεκτή  η        ε ν ε ρ γ η τ ι κ ή    ν ο μ ι μ ο π ο ί η σ η   κ α ι   τ ο υ   γ ο ν έ α   με τον οποίο   δ ι α μ έ ν ε ι   το τέκνο για την υποβολή αιτήματος ρύθμισης ή μεταρρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας (Νικολόπουλος, ό.π., σελ. 233-234). Είναι εξάλλου εύλογο, πως στις περιπτώσεις στις οποίες οι   κ ί ν δ υ ν ο ι   θα απορρέουν από τον δικαιούχο (και αποκλειστικά νομιμοποιούμενο κατά την κρατούσα γνώμη) γονέα ή ανιόντα παππού, αυτός δεν θα έχει λόγο να προβεί στην υποβολή αιτήματος για τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να αδρανεί και να μένει   ε κ τ ε θ ε ι μ έ ν ο   το συμφέρον του τέκνου. Η νομική βάση για την άσκηση της αγωγής εν προκειμένω δεν είναι βέβαια αυτή του άρθρου 1520 παρ. 1 ΑΚ, αφού τέτοια δυνατότητα δεν απορρέει από αυτήν, αλλά η γενικότερη αρχή του συμφέροντος του τέκνου και οι σχετικές με την επιμέλεια διατάξεις (άρθρα 1518 και 1512 ΑΚ). Δεδομένου ότι το δικαίωμα της επιμέλειας του γονέα περιορίζεται χάριν του δικαιώματος επικοινωνίας του έτερου γονέα, υποστηρίζεται, πως ο γονέας που διαμένει με το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του έχει άμεσο έννομο συμφέρον (άρθρο 68 ΚΠολΔ) να προβεί στη ρύθμιση της επικοινωνίας (Σαμαρά, Το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο, 2010, σελ. 138 επ.). Τα παραπάνω αποτυπώνονται κατά μεγάλο μέρος και στη ΜΠρΘεσ 4834/2017 (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) στην οποία το δικαστήριο έκρινε πως «ναι μεν η ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 1520 ΑΚ δεν παρέχει δυνατότητα δικαστικής προστασίας στον γονέα που ασκεί την επιμέλεια ή διαμένει με το τέκνο του, πλην, όμως, στην περίπτωση κατά την οποία το δικαίωμα επικοινωνίας του έτερου γονέα με το τέκνο ασκείται   κ α τ α χ ρ η σ τ ι κ ά   ή    μ ε τ α β λ ή θ η κ α ν   οι   σ υ ν θ ή κ ε ς    ε π ι β ά λ λ ε τ α ι   από το   α λ η θ ι ν ό    σ υ μ φ έ ρ ο ν    του τέκνου η διαφορετική ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας. [...] Υπό τα δεδομένα αυτά την πρωτοβουλία για την   α π ο τ ρ ο π ή   των... δ υ σ μ ε ν ώ ν    σ υ ν ε π ε ι ώ ν   νομιμοποιείται να αναλάβει ο γονέας που ασκεί τη γονική μέριμνα ή   ε π ι μ έ λ ε ι α   του προσώπου του...Επομένως, ο γονέας αυτός νομιμοποιείται, ασκώντας              δ ι κ ό   τ ο υ    δ ι κ α ί ω μ α   που απορρέει από το ευρύτερο πλαίσιο της άσκησης της επιμέλειας του τέκνου και αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τελευταίου, να  ζ η τ ε ί   τη ρύθμιση ή μεταρρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου του με τον άλλο γονέα, όταν αυτή ασκείται κατά τρόπο που   δ ε ν   ε ξ υ π η ρ ε τ ε ί   τ ο   σ υ μ φ έ ρ ο ν   τ ο υ    τ έ κ ν ο υ ...» (με πληροφορίες από διπλωματική εργασία Χρυσούλας Παντελαίου: «Η παρεμπόδιση της επικοινωνίας του τέκνου»).