ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ η έναρξη
αναγκαστικής εκτέλεσης με την ταμειακή βεβαίωση καταλογισθέντος ποσού, εάν
προηγουμένως ο υπόχρεος δεν έχει λάβει ΠΛΗΡΗ γνώση της σε βάρος του
καταλογιστικής πράξης (που εν προκειμένω συντελείται με την από 17/09/2011
εγγραφή του ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου στις μηχανογραφικές καταστάσεις της ΔΕΗ),
η οποία ΤΟΤΕ ΜΟΝΟ αποτελεί νόμιμο τίτλο είσπραξης της οφειλής (ΕΣ Ι Τμ.
574/2008, 1791/2007,1406, 994/2006, ΣτΕ 1620/2005, 2282/2000).
Με απλά λόγια: Δεν
επιτρέπεται η είσπραξη από τη EUROBANK ούτε
η έναρξη αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας του φορολογούμενου με
την ταμειακή βεβαίωση των τελών
κυκλοφορίας, εάν προηγουμένως ο φορολογούμενος δεν λάβει ειδικό
εκκαθαριστικό σημείωμα που του αποστέλλει η διοίκηση, από το οποίο λαμβάνει ΠΛΗΡΗ γνώση της σε βάρος του καταλογιστικής
πράξης των τελών κυκλοφορίας και της μεθόδου υπολογισμού τους (κυβισμός,
παλαιότητα, εκπομπή ρύπων, στοιχεία κυκλοφορίας οχήματος, μεθόδου υπολογισμού
κλπ). Αυτονόητο είναι ότι η EUROBANK δεν νομιμοποιείται να αποστείλει
λογαριασμό στα σπίτια των φορολογούμενων (!!!) αξιώνοντας την καταβολή των
τελών κυκλοφορίας στα ταμεία της, δίχως
να προηγηθεί κοινοποίηση από τη διοίκηση προς τον φορολογούμενο της
καταλογιστικής πράξης των τελών κυκλοφορίας. Υπό την προϋπόθεση αυτή και μόνο, τα τέλη κυκλοφορίας νομίμως
συνεισπραττονται από την Eurobank και τις άλλες τράπεζες [άρθρο 2 του ν.δ.
356/1974 (ΚΕΔΕ)].
----------------------------------
Με
την παράγραφο 8 της αιτιολογικής έκθεσης της τροπολογίας στο σχέδιο νόμου
«Ενισχυμένα μέτρα εποπτείας και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων…» ορίζεται
ότι «η βεβαίωση του ειδικού τέλους
συντελείται με την εγγραφή του ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου στις μηχανογραφικές
καταστάσεις της Δ.Ε.Η. και των λοιπών εναλλακτικών προμηθευτών ηλεκτρικού
ρεύματος και ο κατάλογος αυτός αποτελεί τον τίτλο βεβαίωσης για το Ελληνικό
Δημόσιο και τον αντίστοιχο χρηματικό κατάλογο των αρμόδιων Δ.Ο.Υ. Αρμόδιος
προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του
κυρίου ή επικαρπωτή του ακινήτου κατά την ημερομηνία αρχικής έκδοσης του
λογαριασμού της Δ.Ε.Η. και των εναλλακτικών προμηθευτών ηλεκτρικού ρεύματος
κατ' έτος». Με την παράγραφο 11 ορίζεται ότι «σε περίπτωση που δεν καταβληθεί
το τέλος, η Δ.Ε.Η. και οι εναλλακτικοί προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος προβαίνουν στη διακοπή του ρεύματος και
δεν το επαναχορηγούν μέχρι να εξοφληθεί το οφειλόμενο τέλος. Αν δεν ζητηθεί η
επαναχορήγηση του ηλεκτρικού ρεύματος, η Δ.Ε.Η. και οι εναλλακτικοί προμηθευτές
ηλεκτρικού ρεύματος, αφού διαγράψουν τον υπόχρεο συνδρομητή γνωστοποιούν τη διαγραφή στο Ελληνικό
Δημόσιο, ώστε να μεριμνήσει για την είσπραξη του οφειλόμενου τέλους,
σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα για την Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων
(Κ.Ε.Δ.Ε.).»
Από
τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 και 2 παρ. 1 και 2 του ν.δ. 356/1974 «Περί
Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.)», προκύπτει ότι νόμιμος τίτλος, με βάση τον οποίο μπορεί να
γίνει είσπραξη των εσόδων του Δημοσίου ή των Ν.Π.Δ.Δ. ως προς τα οποία
προβλέπεται η εφαρμογή του, είναι: α) η κατά τους κείμενους νόμους και ο
από τις αρμόδιες διοικητικές ή άλλες αρμόδιες
κατά το νόμο αρχές προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας της οφειλής του, β) η από
δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα αποδεικνυόμενη οφειλή και γ) η από δημόσια ή
ιδιωτικά έγγραφα πιθανολογούμενη, κατά την έννοια του άρθρου 347 Κ.Πολ.Δ, ως
προς την ύπαρξη και το ποσό αυτής οφειλή. Στο άρθρο 4 του ίδιου Κώδικα ορίζεται
ότι: «1. ΄Αμα τη βεβαιώσει ποσού
τινος εις το Δημόσιο Ταμείον ως δημοσίου εσόδου ο Διευθυντής του Δημοσίου
Ταμείου υποχρεούται επί πειθαρχική αυτού ευθύνη να αποστείλη προς τον οφειλέτην
ατομικήν ειδοποίησιν, δυνάμενος και να κοινοποιήσει ταύτην, περιέχουσαν τα
στοιχεία του οφειλέτου, το είδος και το ποσόν του χρέους, το οικονομικόν έτος
εις ο ανήκει τούτο, τον αριθμόν και την χρονολογίαν του τριπλοτύπου βεβαιώσεως
και την χρονολογίαν πληρωμής του χρέους ή εκάστης δόσεως εις περίπτωσιν
καταβολής εις δόσεις. . .».
Περαιτέρω
στην παρ. 2 του άρθρου 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με
το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (ΦΕΚ Α΄ 97), ορίζεται ότι: «Ανακοπή χωρεί κατά
κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης
και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β) της
κατασχετήριας έκθεσης . . .» και στο άρθρο 224 ότι, «1. … 4. Στην περίπτωση της
ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης,
επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου
βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση (βλ. μηχανογραφικές καταστάσεις της ΔΕΗ),
εφόσον δεν προβλέπεται κατ` αυτού ένδικο
βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχό του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται
σχετικώς δεδικασμένο». Η πρόβλεψη ένδικων βοηθημάτων, που παρέχουν εξουσία ελέγχου του
τίτλου κατά το νόμο και την ουσία, έχει ως συνέπεια ότι με την ανακοπή, των
άρθρων 217 επόμ. του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που ασκείται κατά της
πράξης ταμειακής βεβαίωσης της οφειλής, δεν επιτρέπεται να προβληθούν λόγοι που
ανάγονται σε νομικές ή ουσιαστικές πλημμέλειες των καταλογιστικών αυτών
πράξεων, οι οποίες συνιστούν το νόμιμο τίτλο της ταμειακής βεβαίωσης.
Εξάλλου,
από τις ίδιες διατάξεις, συνάγεται ότι, όλα
τα δημόσια έσοδα, προερχόμενα από δασμούς, φόρους και λοιπά δικαιώματα
του Δημοσίου, προκειμένου να καταστούν
εισπράξιμα, υπόκεινται σε ταμειακή
βεβαίωση (εν στενή εννοία βεβαίωση) με την έννοια της βάσει
οριστικοποιηθέντος νομίμου τίτλου συντάξεως χρηματικού καταλόγου και
καταχωρίσεως αυτού στο βιβλίο εισπρακτέων εσόδων της οικείας Δ.Ο.Υ. Ο νόμιμος τίτλος και εν προκειμένω η
καταλογιστική πράξη, οριστικοποιείται στην περίπτωση αυτή με την πάροδο άπρακτης
της προθεσμίας ασκήσεως κατ’ αυτής προσφυγής. Στη συνέχεια, επί
εμπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, εάν απερρίφθη αίτηση αναστολής εκτελέσεως, δύναται
να βεβαιωθεί «ταμειακώς» το σύνολο της οφειλής και, επί της οφειλής, σε
περίπτωση άπρακτης παρόδου, διαδοχικώς, των προθεσμιών που τάσσονται στο άρθρο
5 του ΚΕΔΕ προκειμένου περί ληξιπρόθεσμων χρεών και στο άρθρο 6 παρ. 1 του ΚΕΔΕ
που αφορά σε προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμης καταβολής, δύναται να επιβληθούν τα
ανωτέρω πρόσθετα βάρη (ΣτΕ 3435/2010).
Αν δεν υπάρχει ο από το άρθρο 2
Κ.Ε.Δ.Ε. προβλεπόμενος νόμιμος τίτλος ή αυτός είναι άκυρος, τότε δεν
επιτρέπεται και είναι άκυρη η διοικητική εκτέλεση.
Εκτελεστή δε διοικητική πράξη στο στάδιο
της είσπραξης του εσόδου πριν από την έναρξη της εκτέλεσης είναι η πράξη της
ταμειακής βεβαίωσης του χρέους ως εσόδου του Δημοσίου («βεβαίωση στενής
έννοιας»), η οποία ως ανωτέρω ελέχθη, είναι προσβλητή ενώπιον των τακτικών
διοικητικών Δικαστηρίων, όχι δε η «ατομική ειδοποίηση» που αποστέλλεται μετά
τη βεβαίωση αυτή προς τον οφειλέτη. Τούτου, διότι η «ατομική ειδοποίηση» δεν αποτελεί παρά πράξη
απλής ανακοίνωσης της διοίκησης προς το διοικούμενο, η οποία και
στερείται εκτελεστού χαρακτήρα. Αυτό άλλωστε προκύπτει ευθέως από τις
διατάξεις του άρθρου 4 του Κ.Ε.Δ.Ε., οι οποίες ορίζουν ρητά ότι η ατομική
ειδοποίηση δεν εξομειώνεται με επιταγή προς πληρωμή, ενώ η τυχόν παράλειψη της
αποστολής της δεν ασκεί καμία επίδραση στο κύρος των λαμβανομένων στη συνέχεια
κατά του οφειλέτη αναγκαστικών μέτρων. Βέβαια, το ανωτέρω άρθρο 73 παρ. 1 Κ.Ε.Δ.Ε.
ορίζει ότι η ανακοπή του οφειλέτη μπορεί να ασκηθεί και κατά της ταμειακής
ειδοποίησης, τούτου όμως πρόδηλα υπονοεί την αντίστοιχη ατομική εκτελεστή
διοικητική πράξη της ταμειακής βεβαίωσης, με την οποία και μόνο καθιδρύεται το
εκτελέσιμο δικαίωμα του Δημοσίου, αλλά και η αντίστοιχη υποχρέωση του οφειλέτη
ως προς το συγκεκριμένο χρέος (Διοικ.ΕφΑθ. 2424/1998 Δ.Δικ. 1989. 915,
Δ.ΕφΑθ. 3834/1987 Δ.Δικ. 1989. 183).
Ενόψει των ανωτέρω δικονομικών
ρυθμίσεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος,
που κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, ΔΕΝ επιτρέπεται
η έναρξη αναγκαστικής εκτέλεσης με την ταμειακή βεβαίωση καταλογισθέντος ποσού
, εάν προηγουμένως ο υπόχρεος δεν έχει λάβει ΠΛΗΡΗ γνώση της σε βάρος του
καταλογιστικής πράξης η οποία αποτελεί το νόμιμο τίτλο είσπραξης της οφειλής (ΕΣ
Ι Τμ. 574/2008, 1791/2007,1406, 994/2006, ΣτΕ 1620/2005, 2282/2000). Το δε
διοικητικό όργανο κωλύεται να προβεί στην ταμειακή βεβαίωση του συνολικού
ποσού του χρέους όχι μόνο μετά την άσκηση της προσφυγής κατά της βεβαίωσης
φόρου, αλλά και διαρκούσης της προθεσμίας προς άσκηση αυτής. Οπότε το δικάσαν
δικαστήριο θα εξετάσει το χρόνο κοινοποιήσεως της πράξεως βεβαιώσεως του
φόρου και ενάρξεως της έχουσας ανασταλτικό αποτέλεσμα προθεσμίας ασκήσεως
της προσφυγής.
Στην
προκείμενη περίπτωση , για την είσπραξη
του ανωτέρω χρέους από το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε, είναι απαραίτητη η «εν στενή εννοία»
(ταμειακή) βεβαίωση, η οποία λαμβάνει
χώρα μετά την κατά τα ανωτέρω οριστικοποίηση της εκδοθείσης σε βάρος του
φορολογούμενου καταλογιστικής πράξεως
που αποτελεί το νόμιμο τίτλο, ήτοι της από 17/09/2011 εγγραφής του
ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου στις μηχανογραφικές καταστάσεις της ΔΕΗ, την σύνταξη εν συνεχεία του οικείου
χρηματικού καταλόγου και τέλος, την καταχώρισή του στο βιβλίο εισπρακτέων
εσόδων της οικείας Δ.Ο.Υ.
Εξάλλου, ο νόμιμος τίτλος και εν προκειμένω η
καταλογιστική πράξη από την εγγραφή του ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου στις
μηχανογραφικές καταστάσεις της Δ.Ε.Η., θα
οριστικοποιείτο στην περίπτωση αυτή, με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας
ασκήσεως κατ’ αυτής προσφυγής, ενώ η «εσωτερική διοικητική διαδικασία ταμειακής
βεβαιώσεως του χρέους» που, πάντως, ΔΕΝ γνωστοποιείται στους φορολογούμενους
οφειλέτες, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αναπληρώνει, την κατά τα ανωτέρω ταμειακή
βεβαίωση του χρέους, προκειμένου να επακολουθήσει η, κατά τον ΚΕΔΕ διαδικασία
εισπράξεώς του ως δημοσίου εσόδου (πρβλ. ΣτΕ 3530/2009). Σύμφωνα με τα ανωτέρω παραβιάζεται το
δικαίωμα σε δίκαιη δίκη υπό την έκφανση της πρόσβασης σε Δικαστήριο, αφού το
δικάζων δικαστήριο δύναται να εξετάσει το χρόνο ενάρξεως της έχουσας
ανασταλτικό αποτέλεσμα προθεσμίας ασκήσεως της προσφυγής, μόνο από το χρόνο
γνωστοποιήσεως της πράξεως βεβαιώσεως του φόρου (βεβαίωση στενής έννοιας – ΟΧΙ
εσωτερική διοικητική διαδικασία ταμειακής βεβαιώσεως του χρέους).
Περαιτέρω
απορριπτέα θα κριθεί τυχόν ανακοπή κατά το μέρος που θα προσβάλλεται με αυτήν η ατομική ειδοποίηση η
οποία θα αποσταλεί κατόπιν μη καταβολής του τέλους στη ΔΕΗ, εν συνεχεία
διαγραφής και γνωστοποίησης της
διαγραφής του υπόχρεου συνδρομητή από τα μητρώα της ΔΕΗ στο Ελληνικό Δημόσιο,
ώστε αυτό (Ελληνικό Δημόσιο) να μεριμνήσει για την είσπραξη του οφειλόμενου
τέλους, καθώς η ατομική ειδοποίηση δεν εξομοιώνεται προς την επιταγή προς
πληρωμή, δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα, αλλά αποτελεί μέτρο καθαρά διοικητικής
πρόνοιας και είναι απλώς πληροφοριακή.
Ενόψει των ανωτέρω δικονομικών
ρυθμίσεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος,
που κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, ΔΕΝ επιτρέπεται
η έναρξη αναγκαστικής εκτέλεσης με την ταμειακή βεβαίωση καταλογισθέντος ποσού
για το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε, εάν προηγουμένως οι φορολογούμενοι δεν έχουν λάβει ΠΛΗΡΗ
γνώση της σε βάρος τους καταλογιστικής πράξης ήτοι της βεβαίωσης του
ειδικού τέλους με την εγγραφή του ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου στις
μηχανογραφικές καταστάσεις της Δ.Ε.Η. (το περιεχόμενο των καταστάσεων αυτών, συμπεριλαμβανόμενων
της επιφάνειας της δομημένης ηλεκτροδοτούμενης
ιδιοκτησίας του υπόχρεου, των συντελεστών
υπολογισμού , της τιμής ζώνης , της μεθόδου υπολογισμού κλπ), η οποία ΤΟΤΕ ΜΟΝΟ αποτελεί το νόμιμο
τίτλο είσπραξης της οφειλής (ΕΣ Ι Τμ. 574/2008, 1791/2007,1406, 994/2006, ΣτΕ
1620/2005, 2282/2000). Καταληκτικά, το διοικητικό όργανο, διαρκούσης της
προθεσμίας άσκησης της προσφυγής,
κωλύεται να προβεί στην ταμειακή βεβαίωση του συνολικού ποσού του χρέους το για
το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε το οποίο οριστικοποιείται στην περίπτωση αυτή με την
πάροδο άπρακτης της προθεσμίας ασκήσεως κατ’ αυτής προσφυγής.