alampasis@gmail.com

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023

Ἡ κόπρος τοῦ Αὐγεία: ἡ 7211/2023 ἀπόφαση τοῦ Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ἤλιδος ἐπί τῆς ἀγωγής Ἡρακλέους κατά Αὐγεία

 

ΜΟΝΑΡΧΊΑ ΉΛΙΔΟΣ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΙΔΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΜΗΜΑ  


                                    

                                           ΑΠΟΦΑΣΗ

      ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΉΛΙΔΑΣ

                                 ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

         

               ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές, Νίκη Αστερή, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Σοφία Καραγεωργίου, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και Σπυρίδωνα Καποδίστρια, Πρωτοδίκη, οι οποίοι ορίσθηκαν από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Ήλιδας και από το Γραμματέα Ασημάκη Οικονομόπουλο.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, την ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος   Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023), για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

             ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Ἡρακλέους, τοῦ Δία και τῆς Ἀλκμήνης, κάτοικος Ηλυσίων Πεδίων, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Ἀθανασίου Ἀλαμπάση (ΑΜ ΔΣΑ 024778), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

            ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Αὐγεία, βασιλεὺς Ἤλιδος, τοῦ Ποσειδῶνος καί τῆς Ὑρμίνης, κάτοικος ανακτόρων Ἤλιδος, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Δημητρίου Ηλιού, προέδρου τού Δικηγορικού Συλλόγου Ήλιδας (ΑΜ ΔΣH 4779), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από πρώτη ἱσταμένου Θαργηλίωνος, 1ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 1η Μαΐου 2022) και με γενικό αριθμό κατάθεσης  ΓΑΚ 88518/2022 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου  ΑΚΔ 2436/2022 αγωγή, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023).

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΈΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

I. Επειδή, τα υποκείμενα του Δικαίου, δηλαδή οντότητες στις οποίες απευθύνονται οι κανόνες του δικαίου είναι τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα είναι τα υποκείμενα των έννομων σχέσεων (δηλ. των σχέσεων που ρυθμίζονται από το δίκαιο και από πρόσωπα τις οποίες απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις). Τα πρόσωπα είναι υποκείμενα των δικαιωμάτων και οι φορείς των υποχρεώσεων. «Πρόσωπο» είναι το υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων· κατά τη διάταξη της ΑΚ 34,  κάθε πρόσωπο έχει ικανότητα δικαίου, ικανότητα δηλ. να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Κάθε άνθρωπος και μόνον ο άνθρωπος (όχι άλλα έμψυχα όντα) είναι φυσικό πρόσωπο. Το πρόσωπο αρχίζει να υπάρχει από τη στιγμή που θα γεννηθεί ζωντανό και παύει με το θάνατό του ή την αφάνεια.

II. Επειδή, παράβαση των ερμηνευτικών κανόνων των δικαιοπραξιών, που περιέχονται στα άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ, υφίσταται, όταν το δικαστήριο της ουσίας είτε προσέφυγε στους ερμηνευτικούς αυτούς κανόνες προς συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, μολονότι δέχθηκε, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας ΑΠ 355/2007, ΑΠ 1365/2005, ΑΠ 426/2010), κατά την ανέλεγκτη, προς αυτό, κρίση του (ΑΠ 1749/2005), είτε παρέλειψε να προσφύγει στους ίδιους ερμηνευτικούς καvόvες, καίτοι ανέλεγκτα, επίσης, διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων, οι οποίες έχρηζαν έτσι κατάλληλης συμπλήρωσης ή ερμηνείας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ (ΑΠ 416/1993, ΑΠ185/2004, ΑΠ 1503/2005, ΑΠ 832/2009, ΑΠ 574/2010). Προσφυγή πάντως στις διατάξεις αυτές υπάρχει, έστω και αν αυτές δεν κατονομάζονται ρητά στην απόφαση, εφόσον, από το περιεχόμενο της απόφασης προκύπτει ότι το δικαστήριο, αναζητώντας την αληθινή βούληση των συμβαλλομένων, προσέφυγε τελικά στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρ. 173 και 200 ΑΚ (ΑΠ 355/2004). Η διαπίστωση, εξάλλου, από το δικαστήριο της ουσίας κενού ή ασάφειας στη δικαιοπραξία δεν είναι αναγκαίο να αναφέρεται ρητά στην απόφασή του, αλλά αρκεί να προκύπτει και έμμεσα απ’ αυτή, όπως συμβαίνει όταν, παρά την έλλειψη σχετικής διαπίστωσης στην απόφαση, το δικαστήριο της ουσίας προέβη σε συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, γεγονός που αποκαλύπτει ακριβώς ότι το δικαστήριο αντιμετώπισε κενό ή ασάφεια στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων, που το ανάγκασαν να καταφύγει στη συμπλήρωση ή ανάλογα στην ερμηνεία τους (ΑΠ 311/1993 215/2005). Ιδίως αυτό συμβαίνει όταν το δικαστήριο προβαίνει στο συσχετισμό των όρων της σύμβασης, στη λήψη στοιχείων εκτός της σύμβασης ή αντλεί επιχειρήματα από το σκοπό της (ΑΠ 541/2002, 80/2004, 557/2004, 1258/2004). Παράβαση των ερμηνευτικών κανόνων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή τους, με την έννοια της ευθείας κατ’ αρχήν παράβασης των κανόνων αυτών στην περίπτωση που το σχετικό πόρισμα, στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο ως προς την ερμηνεία ή τη συμπλήρωση της δικαιοπραξίας, δεν είναι σύμφωνο με την καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη (ΑΠ 1580/1995, 832/2009, 715/2010). Οι ίδιοι κανόνες παραβιάζονται όμως και εκ πλαγίου στην περίπτωση που δεν εκτίθενται στην απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας με σαφήνεια και πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά που διαπιστώθηκαν για τους σκοπούς της ερμηνείας ή της συμπλήρωσης της δικαιοπραξίας (ΟλΑΠ 26/2004, ΑΠ 386/2004) και ιδίως, η διατύπωση της δήλωσης βουλήσεως (ΑΠ 416/1993, 597/2005, 838/2005) ή όταν στην απόφαση δεν, διευκρινίζεται και ούτε προκύπτει αν υπήρχε ή όχι κενό ή ασάφεια στη δικαιοπραξία και επομένως ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας της, την οποία ωστόσο το δικαστήριο πραγματοποίησε ή αναλόγως παρέλειψε να πραγματοποιήσει (ΑΠ 1365/2005, 426/2010), οπότε η απόφασή του στερείται νόμιμης βάσης και υπόκειται στο λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρ. 559 ΚΠολΔ (ΑΠ 683/2010,1093/2011,1665/2014).

III. Επειδή, κατά το άρθρο 21 του ΠΚ, προσταγή είναι η πράξη την οποία κάποιος εκτελεί στα πλαίσια διαταγής  που του έδωσε, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους, η αρμόδια Αρχή. Η πράξη που εκτελεί ο προστασσόμενος (π.χ. αστυνομικό όργανο) είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν  μπορεί να αρνηθεί, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει, οπότε ο προστασσόμενος πράττει εντός των πλαισίων της προσταγής, δηλαδή νόμιμα. Συναφώς, η προσταγή αποτελεί στην ουσία μία έκφραση βουλήσεως, που προέρχεται από ένα ιεραρχικό ανώτερο όργανο το οποίο εντάσσεται στο πλαίσιο ιεραρχίας που διέπει την συγκεκριμένη Αρχή-Υπηρεσία κατά τρόπο εξουσιαστικό-επιτακτικό. Συγκεκριμένα η προσταγή πρέπει να εξυπηρετεί τον σκοπό της αυτής Υπηρεσίας. Εσωτερικά τής Υπηρεσίας τώρα, ο προστάσσων  οφείλει να ενεργεί στα πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας. Δηλαδή να έχει οριστεί νόμιμα ως ο αρμόδιος της συγκεκριμένης προσταγής και να ενεργεί στο πλαίσιο της εδαφικής περιφέρειας που έχει οριστεί ως τομέας ευθύνης του (intra legem | Νομικός ιστότοπος έρευνας του δικαίου, Προσταγή).

Περαιτέρω, ως προς την άσκηση δημόσιας εξουσίας διαμορφώθηκαν δύο σχολές: η ακραιφνής γαλλική, κατά την οποία θεμέλιο του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια υπηρεσία υπό λειτουργική έννοια (école du service public, Léon Duguit), και η γερμανική, που επηρέασε μία μερίδα της γαλλικής επιστήμης, κατά την οποία θεμέλιο του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια εξουσία (école de la puissance publique, Maurice Hauriou). Κατά την πρώτη άποψη, η δημόσια διοίκηση είναι θεμελιωμένη στην ιδέα της δημόσιας προσφοράς, υπάρχει και οργανώνεται σε δημόσιες υπηρεσίες προκειμένου να υπηρετήσει την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον. Κατά τη δεύτερη άποψη, ο ακρογωνιαίος λίθος του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια εξουσία και η επιβολή της στους ιδιώτες. Δεν ενδιαφέρει ποιο είναι το θεμέλιο της δημόσιας εξουσίας και γιατί μπορεί και επιβάλλεται μέσα στην επικράτεια, και για τον λόγο αυτό κατηγορήθηκε η άποψη αυτή ως ελάχιστα δημοκρατική. Η δημόσια εξουσία ασκείται μέσω οργάνων και μέσων που τίθενται στην εξυπηρέτηση ενός δημοσίου σκοπού (σκοποί δημοσίου συμφέροντος) και η λειτουργική έννοια της  συνδέεται με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος (ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο) (Η έννοια της δημόσιας υπηρεσίας,  Γενικό διοικητικό δίκαιο, Ε. Πρεβεδούρου). Άσκηση δημόσιας υπηρεσίας είναι η παροχή αγαθών ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο (βλ. ΣτΕ ΠΕ 158/1992, 32-34, 38/1998, 242/1998, 355/2006).

Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 και 104Α  του Ποινικού Κώδικα (Νόμος 4619/2019) καθώς και του άρθρου 64 ν. 2776/1999 «Σωφρονιστικός Κώδικας», για τη μετατροπή της φυλάκισης σε κοινωφελή εργασία και την επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας προβλέπεται ότι: Όταν επιβάλλεται φυλάκιση, η ποινή μπορεί να μετατρέπεται σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (άρθρο 81). Η κοινωφελής εργασία πραγματοποιείται προς όφελος του κοινού σε  φορείς του δημόσιου τομέα, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και φορείς κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να δεχθούν άτομα για να παράσχουν κοινωφελή εργασία. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης η οργάνωση της παροχής κοινωφελούς εργασίας, η διαδικασία επιλογής, ανάθεσης και επίβλεψης της σχετικής εργασίας και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

IV. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων, 681, 694, 688 έως  691, 685 εδ. β` 374 και 699 ΑΚ συνάγονται τα εξής: 1) Δια της συμβάσεως της μισθώσεως έργου, ο μεν εργολάβος υποχρεούται να εκτελέσει το έργο, ο δε εργοδότης να καταβάλει την συμφωνημένη αμοιβή, η οποία, δυναμένη να συμφωνηθεί κατ` αποκοπή ή κατά μονάδα εργασίας, είναι καταβλητέα κατά την παράδοση του έργου (ΑΚ 694).

2) Ο εργολάβος που ενάγει τον εργοδότη προς  καταβολή της συμφωνημένης εφάπαξ αμοιβής, ενόψει του ότι είναι υποχρεωμένος σε προεκπλήρωση, αρκεί να επικαλεσθεί και, στην περίπτωση αμφισβητήσεως, αποδείξει την σύναψη της εργολαβικής συμβάσεως, το συμφωνημένο έργο, την  συμφωνημένη αμοιβή, την εκτέλεση του έργου, καθώς και την παράδοσή του ή  τουλάχιστον, την πραγματική προσφορά του προς τον εργοδότη (ΑΠ 1367/2003).

Άρνηση καταβολής  της συμφωνημένης αμοιβής μπορεί ο εργοδότης να αντιτάξει κατά του εργολάβου μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε ή προσφέρθηκε εξαιτίας των ελλείψεων είναι εντελώς διαφορετικό από το  συμφωνηθέν, οπότε, στην περίπτωση αυτή, δεν υπάρχει ούτε και μερική εκπλήρωση της παροχής που συμφωνήθηκε, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση του δικαιώματος του εργολάβου να ζητήσει την συμφωνημένη αμοιβή του και δεν ισχύει η ειδική ρύθμιση των άρθρων 688 έως 690 ΑΚ.

V. Επειδή, κατά το άρθρο 143 ΑΚ, «Εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, πλάνη που αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης δεν είναι ουσιώδης». Η έννοια τού παραγωγικού αίτιου τής βούλησης, συνίσταται στο αίτιο, τον αφετήριο λόγο από τον οποίο αφορμάται η βούληση και η συνακόλουθη δήλωση. Το αίτιο στηρίζεται σε παραστάσεις τις οποίες είχε κατά νου ο δηλών και οι οποίες ενίοτε εξωτερικεύονται αλλ' είναι πλανημένες (π.χ. αγοράζει κάποιος οικία στην περιοχή Α γιατί έχει την πληροφορία ότι θα διέλθει το μετρό).

Δεν είναι ουσιώδης η πλάνη που αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης και δεν επιφέρει ακύρωση της δικαιοπραξίας, εκτός αν τα παραγωγικά αυτά αίτια συζητήθηκαν πριν από την κατάρτιση της δικαιοπραξίας και απετέλεσαν, κατά το πνεύμα των μερών, βάση ή προϋπόθεση για τη δικαιοπραξία ή δικαιολογείται τούτο από την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, οπότε πλέον πρόκειται για πλάνη ουσιώδη ως προς το περιεχόμενο της βούλησης (ΟλΑΠ 35/98 Δνη 39/1268, ΟλΑΠ 5/90, Δνη 31/551, NoB 38/1318, ΑΠ 526/95 Δνη 37/1357).

Η από τον αντισυμβαλλόμενο γνώση, με οποιοδήποτε τρόπο, των παραγωγικών αιτίων της βούλησης αυτού που προβαίνει στη δήλωση, δεν μπορεί να προσδώσει έννομη επιρροή στην πλάνη του τελευταίου και να αποτελέσει δικαιογόνο αιτία μετακύλισης του κινδύνου στον αντισυμβαλλόμενο των παραστάσεων του δικαιοπρακτούντος για την υπάρχουσα πραγματικότητα. Αν όμως ο αντισυμβαλλόμενος είναι γνώστης των εσφαλμένων παραστάσεων και εκμεταλλεύεται την πλάνη του δηλούντος κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες της καλής πίστης, τότε αυτός δε δικαιούται να ζητήσει την εκπλήρωση της σύμβασης ενώ αυτός που πλανήθηκε μπορεί να ζητήσει την επιστροφή της παροχής που έχει εκπληρώσει κατά τα άρθρα 197, 200, 288, 281 και 904 ΑΚ  [Βαθρακοκοίλης Ερνομακ. άρθρο. 143].

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 144 ΑΚ, «Η δικαιοπραξία δεν ακυρώνεται λόγω της πλάνης: (…) 2. Αν η ακύρωση αντιβαίνει στην καλή πίστη». Η διάταξη, η οποία σκοπεί στην προστασία του αντισυμβαλλόμενου του πλανηθέντος αν πρόκειται για σύμβαση, αποκλείει την ακυρότητα της δικαιοπραξίας αν υπάρχει ουσιώδης πλάνη, και η ακύρωση είναι αντίθεση στην καλή πίστη: Ο αποκλεισμός στην περίπτωση αυτή, δηλαδή όταν η ακύρωση καθίσταται, με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδικαιολόγητη και ανεπιεικής, απαιτεί αίτηση του εναγομένου, που πρέπει να περιέχει τα περιστατικά που καθιστούν αντίθετη την ακύρωση στην αντικειμενική συναλλακτική καλή πίστη. Τα περιστατικά που θα ληφθούν υπόψη είναι η υπαιτιότητα του πλανώμενου, το ανυπαίτιο του προσώπου καθού η ακύρωση, οι δαπάνες μεγάλης έκτασης αυτού, το μέγεθος της ζημίας του τρίτου σε σχέση με το μέγεθος της ζημίας του πλανώμενου, αδυναμία του πλανώμενου για την αποκατάσταση των δαπανών, το είδος της δικαιοπραξίας, η δημιουργηθείσα κατάσταση και οι κίνδυνοι για την ανατροπή της. Και η γνώση του εναγομένου της πλάνης κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας δεν εμποδίζει την εφαρμογή της διάταξης. Αν η πλάνη οφείλεται σε πταίσμα του δηλούντος δεν αποκλείεται ευθύνη του κατά της ΑΚ 197, 198 [Βαθρακοκοίλης Ερνομακ. άρθρο. 144]. Αντίθεση στην καλή πίστη υπάρχει αν η πλάνη προήλθε από ασύγγνωστη αμέλεια αυτού που πλανήθηκε και η ακύρωση θα ήταν ανεπιεικής για τον άλλο στον οποίο έγινε η δήλωση ΑΠ 768/82 NoB 31/663, ΠΠΑ 13095/73 ΝΔ 28/81, ΠΤρικ 802/66 ΑρχΝ 19/64.

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων Ηρακλής, εκθέτει ότι: Ως Άθλοι τοῦ Ἡρακλέους ιστορούνται στην Ιερά Ελληνική Μυθολογία δώδεκα κατορθώματα που έκανε ο μυθικός ήρωας Ηρακλής προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του Μεγάρας και των τριών γιων του, που είχε διαπράξει όταν η Ἥρα εμφύσησε μανία στον Ήρωα. Για το σκοπό αυτό, ο Ηρακλής πήγε στο Μαντείο των Δελφών και πήρε Χρησμό από την Πυθία, την Ιέρεια του Απόλλωνα. Και ο χρησμός του Μαντείου ήταν «Ο δυνατότερος θα υπηρετήσει τον αδύναμο». Ο Χρησμός ερμηνεύτηκε από τους άμεσα εμπλεκόμενους, ήτοι τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα, ότι έπρεπε να γυρίσει στις Μυκήνες, την πατρίδα της μητέρας του, και να υπηρετήσει πιστά δώδεκα χρόνια τον ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες και να πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.

Όταν λοιπόν ο  αγαπημένος Ήρωας Ηρακλής  παρουσιάστηκε στον Ευρυσθέα, αυτός από προσωπική εμπάθεια για τον Ήρωα, εξάντλησε με τις διαταγές του κάθε επικίνδυνη και ακατόρθωτη αναμέτρηση με τέρατα και υπερφυσικά φαινόμενα της εποχής με στόχο είτε ο Ηρακλής να πεθάνει είτε να αποτύχει να εξαγνιστεί για τον φόνο τής Μεγάρας και των τριών παιδιών του.

Περαιτέρω, η αποκάθαρση της κόπρου από τους στάβλους του Αυγεία είναι ο Πέμπτος Άθλος τού Ηρακλέους. Η ''Κόπρος του Αυγείου'' ήταν η κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος Αυγεία με τα 3.000 βόδια, οι οποίοι δεν είχαν καθαρισθεί επί 30 χρόνια. Το καθάρισμα αυτών των στάβλων από όλη την κοπριά μέσα σε μία μόνο ημέρα ήταν ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή· ο Ηρακλής καλείται, μετά από διαταγή που λαμβάνει από τον Ευρυσθέα, να μεταβεί στο Βασίλειο της Ήλιδος αποτελούμενο από την ομώνυμη πόλη – κράτος,  κτισμένη στην αριστερή όχθη του Πηνειού ποταμού, όπου βασιλεύς είναι ο Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων σε μόλις μία ημέρα.

Ο Ηρακλής παρουσιάσθηκε στον Αυγεία και, αποκρύπτοντας τη διαταγή του Ευρυσθέα για τον άθλο, προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοδιών, ήτοι 300 βόδια. Ο Αυγείας θεωρώντας αδύνατη την επίτευξη του Άθλου, περιγέλασε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως δέχθηκε τη συμφωνία και έθεσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα για τους όρους της συμφωνίας και την ορθή τήρησή της.

Ο Ηρακλής καθάρισε την κόπρο διανοίγοντας  δύο αύλακες στα θεμέλια των στάβλων και στρέφοντας μέσα από αυτούς τα νερά του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους. Τα νερά των δύο αυτών ποταμών (κατ' άλλους μόνο του Πηνειού) παρέσυραν όλη την κοπριά.

Αφού τελείωσε το έργο του μέσα στην προκαθορισμένη προθεσμία τής μίας ημέρας, ο Ηρακλής ζήτησε από τον βασιλιά Αυγεία  την αμοιβή του, όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί ότι ο ήρωας στην πραγματικότητα εκτελούσε τη διαταγή του Ευρυσθέα, ισχυριζόμενος ότι περιήλθε ανυπαίτια σε ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, διότι ο Ηρακλής τού απέκρυψε  την αλήθεια, επιπλέον δε, ότι με κανέναν τρόπο θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή αν γνώριζε ότι ο Ηρακλής υποχρεούτο να πραγματοποιήσει τον Άθλο στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας  κατόπιν διαταγής που έλαβε από τον Ευρυσθέα. Επιπλέον ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής· έκρινε λοιπόν γι’αυτό, πως δεν αξίζει να δώσει στον Ηρακλή τη συμφωνηθείσα  αμοιβή, αρνούμενος να καταβάλει τα συμφωνηθέντα.

Στη βάση αυτών των περιστατικών, ο Ηρακλής άσκησε αγωγή κατά τού Αυγεία, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ήλιδας, με αίτημα να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με  183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ].

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή (για τα καταψηφιστηκά   αιτήματα της οποίας απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου), παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του, καθ' ύλη (άρθρα 7, 8, 9, 10, 14 παρ. 2 και 18 του ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρα 22 και 25 παρ. 2 του ΚΠολΔ) αρμόδιου παρόντος Δικαστηρίου, για να εκδικασθεί κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία κρίνεται, νόμιμη ως προς όλα  τα αιτήματα με στοιχεία α και β, ήτοι να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με  183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ].

Με αυτό το περιεχόμενο, κατά την πλειοψηφούσα γνώμη που επικράτησε μεταξύ των μελών της σύνθεσης του παρόντος Δικαστηρίου, ως προς τα αιτήματα αυτά, η αγωγή κρίνεται αρκούντως ορισμένη, απορριπτομένης της περί του αντιθέτου προβληθείσας αιτιάσεως του εναγομένου. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση, προσδιορίζεται επαρκώς από τον ενάγοντα ο συνολικός αριθμός των βοῶν τού ποιμνίου του εναγόμενου, το ποσοστό  βοῶν που αιτείται ο ενάγων, το ισάξιο σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για κάθε έναν βοῦν, το συνολικό ποσό σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για το σύνολο των βοῶν που ζητά ο ενάγων, καθώς και η ακριβής ισοτιμία της Αττικής Αργυρής Δραχμής και Ευρώ.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος ανταπόδειξης που καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, όλων των εγγράφων που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων και η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22) 7 και 8 ένορκες βεβαιώσεις του Απολλοδώρου, πρώτου μάρτυρα  του ενάγοντος Ηρακλή, και του Φυλέα, υιού Αυγεία και δεύτερου μάρτυρα του ενάγοντος Ηρακλή, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ευσταθίας Μπολτσή, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγόμενης (βλ. τη με αριθμό 2152Δ'/2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Φίλιππου Δρίτσα), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Ως Άθλοι τοῦ Ἡρακλέους ιστορούνται στην Ιερά Ελληνική Μυθολογία δώδεκα κατορθώματα που έκανε ο μυθικός ήρωας Ηρακλής προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του Μεγάρας και των τριών γιων του, που είχε διαπράξει όταν η Ἥρα εμφύσησε μανία στον Ήρωα. Για το σκοπό αυτό, ο Ηρακλής πήγε στο Μαντείο των Δελφών και πήρε Χρησμό από την Πυθία, την Ιέρεια του Απόλλωνα. Και ο χρησμός του Μαντείου ήταν «Ο δυνατότερος θα υπηρετήσει τον αδύναμο». Ο Χρησμός ερμηνεύτηκε από τους άμεσα εμπλεκόμενους, ήτοι τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα, ότι έπρεπε να γυρίσει στις Μυκήνες, την πατρίδα της μητέρας του, και να υπηρετήσει πιστά δώδεκα χρόνια τον ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες και να πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.

Η έννομη αυτή σχέση που συνδέει τον Ηρακλή με τον Ευρυσθέα συνιστά το θεμέλιο, την αφετηρία της νομικής κρίσης επί των νομικών  ζητημάτων που ανάγονται στους Άθλους του Ηρακλή. Και τούτο, διότι ο Ευρυσθέας είναι ύπατος άρχων της Τίρυνθας και των Μυκηνών, που ενεργεί στο πλαίσιο της εδαφικής περιφέρειας που εξουσιάζει διοικητικά, ως τομέα ευθύνης του. Τούτων δοθέντων, ο βασιλεύς Ευρυσθέας συγκεντρώνει στο πρόσωπό του όλες τις εξουσίες του Βασιλείου της Τίρυνθας και των Μυκηνών, αποτελεί δε την κεφαλή τής ιεραρχίας τής εκτελεστικής εξουσίας και, συνεπώς, το θεμέλιο της δημόσιας εξουσίας που επιβάλλεται εντός τής επικράτειά του κατ’ εκτέλεση των προσταγών του που όφειλε να υπακούσει ο Ηρακλής. Όταν λοιπόν ο  αγαπημένος Ήρωας Ηρακλής  παρουσιάστηκε στον Ευρυσθέα, αυτός από προσωπική εμπάθεια για τον Ήρωα, εξάντλησε με τις διαταγές του κάθε επικίνδυνη και ακατόρθωτη αναμέτρηση με τέρατα και υπερφυσικά φαινόμενα της εποχής με στόχο είτε ο Ηρακλής να πεθάνει είτε να αποτύχει να εξαγνιστεί για τον φόνο τής Μεγάρας και των τριών παιδιών του.

Περαιτέρω, η αποκάθαρση της κόπρου από τους στάβλους του Αυγεία είναι ο Πέμπτος Άθλος τού Ηρακλέους. Η ''Κόπρος του Αυγείου'' ήταν η κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος Αυγεία με τα 3.000 βόδια, οι οποίοι δεν είχαν καθαρισθεί επί 30 χρόνια. Το καθάρισμα αυτών των στάβλων από όλη την κοπριά μέσα σε μία μόνο ημέρα ήταν ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή· ο Ηρακλής καλείται, μετά από διαταγή που λαμβάνει από τον Ευρυσθέα, να μεταβεί στο Βασίλειο της Ήλιδος αποτελούμενο από την ομώνυμη πόλη – κράτος,  κτισμένη στην αριστερή όχθη του Πηνειού ποταμού, όπου βασιλεύς είναι ο Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων σε μόλις μία ημέρα. 

Ο Ηρακλής παρουσιάσθηκε στον Αυγεία και, αποκρύπτοντας τη διαταγή του Ευρυσθέα για τον άθλο, προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοδιών, ήτοι 300 βόδια. Ο Αυγείας θεωρώντας αδύνατη την επίτευξη του Άθλου, περιγέλασε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως δέχθηκε τη συμφωνία και έθεσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα για τους όρους της συμφωνίας και την ορθή τήρησή της.

Τα ανωτέρω προκύπτουν από την η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22) 7  βεβαίωση του Απολλοδώρου, πρώτου μάρτυρα του ενάγοντος Ηρακλή, μαρτυρία που επαναλαμβάνει με την η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22)  βεβαίωση ο Φυλέας, υιός τού Αυγεία και δεύτερος μάρτυρας του ενάγοντος Ηρακλή, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ευσταθίας Μπολτσή, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου, όπου οι δύο μάρτυρες βεβαιώνουν τα κάτωθι: «…ἦν δὲ ὁ Αὐγείας βασιλεὺς Ἤλιδος, ὡς μέν τινες εἶπον, παῖς Ἡλίου, ὡς δέ τινες, Ποσειδῶνος, ὡς δὲ ἔνιοι, Φόρβαντος, πολλὰς δὲ εἶχε βοσκημάτων ποίμνας. τούτῳ προσελθὼν Ἡρακλῆς, οὐ δηλώσας τὴν Εὐρυσθέως ἐπιταγήν, ἔφασκε μιᾷ ἡμέρᾳ τὴν ὄνθον ἐκφορήσειν, εἰ δώσει τὴν δεκάτην αὐτῷ τῶν βοσκημάτων…» ( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βίβλος Β΄κεφ. 5, παραγρ.5). [«Ήταν δὲ ὁ Αὐγείας βασιλεὺς Ἤλιδος, ο οποίος όπως κάποιοι ισχυρίστηκαν, υιός Ἡλίου είναι, ὡς δέ κάποιοι άλλοι, Ποσειδῶνος, ορισμένοι δὲ περαιτέρω, ότι Φόρβαντος υιός είναι, ο οποίος πολυάριθμο ποίμνιο κτηνοτροφίας ζώων εἶχε. Προς τούτο στον Αυγεία  προσελθὼν ο Ἡρακλῆς, αποσιωπώντας ότι εκτελεί τὴν Εὐρυσθέως προσταγήν, δήλωσε ότι σε μιᾷ ἡμέρᾳ δύναται την αποκάθαρση της κόπρου να επιτύχει, εφόσον ο Αυγείας δώσει το ένα δέκατο του ποιμνίου του.»].

Στη βάση αυτής της συμφωνίας, ο Ηρακλής καθάρισε την κόπρο διανοίγοντας  δύο αύλακες στα θεμέλια των στάβλων και στρέφοντας μέσα από τους αύλακες  τα νερά του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους. Τα νερά των δύο αυτών ποταμών (κατ' άλλους μόνο του Πηνειού) παρέσυραν όλη την κοπριά.

Αφού τελείωσε το έργο του μέσα στην προκαθορισμένη προθεσμία τής μίας ημέρας, ο Ηρακλής ζήτησε από τον βασιλιά Αυγεία  την αμοιβή του (681, 694, 688 έως  691, 685 εδ. β` 374 και 699 ΑΚ), όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί ότι ο ήρωας στην πραγματικότητα εκτελούσε τη διαταγή του Ευρυσθέα (άρθρο 21 ΠΚ), ισχυριζόμενος ότι περιήλθε ανυπαίτια σε ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα (άρθρο 141 ΑΚ), διότι ο Ηρακλής απέκρυψε από αυτόν την αλήθεια, επιπλέον δε, ότι με κανέναν τρόπο θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή αν γνώριζε ότι ο Ηρακλής υποχρεούτο να πραγματοποιήσει τον Άθλο στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας (άρθρα  81 και 104Α Ποινικού Κώδικα και καθώς και άρθρου 64 ν. 2776/1999 Σωφρονιστικού Κώδικα) κατόπιν διαταγής που έλαβε από τον Ευρυσθέα (άρθρο 21 ΠΚ). Επιπλέον ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής· έκρινε λοιπόν γι’αυτό, πως δεν αξίζει να δώσει στον Ηρακλή τη συμφωνηθείσα  αμοιβή, αρνούμενος να καταβάλει τα συμφωνηθέντα.

Στη βάση αυτών των περιστατικών, ο Ηρακλής άσκησε την υπό κρίση αγωγή κατά τού Αυγεία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με αίτημα να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ]. Επί των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών λεκτέα τα κάτωθι.

Από την ερμηνεία του Δελφικού Χρησμού "Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο" από τους άμεσα ενδιαφερόμενους Ηρακλή και  Ευρυσθέα, οι οποίοι, στη βάση αυτής της ερμηνείας, συμφώνησαν ότι δικαιοπρακτικό θεμέλιο της μεταξύ τους έννομης σχέσης είναι το "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως", το δικαστήριο δεν διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων Ηρακλή και Ευρυσθέα, οι οποίες χρίζουν κατάλληλης συμπλήρωσης ή ερμηνείας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ, αλλά δέχεται, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας.

Περαιτέρω, τυχόν ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο του Δελφικού Χρησμού "Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο" πέραν της ερμηνείας που δέχθηκαν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι Ηρακλής και Ευρυσθέας, αναζητώντας το Δικαστήριο την αληθινή βούληση του Θεού Απόλλωνα, προσφεύγοντας στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρ. 173 και 200 ΑΚ, με σκοπό το δικαστήριο της ουσίας να προβεί σε συμπλήρωση ή ερμηνεία του Δελφικού Χρησμού, εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι αντιμετωπίζει κενό ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως της Πυθίας, που το αναγκάζουν να καταφύγει στη συμπλήρωση ή ανάλογα στην ερμηνεία τους, προβαίνοντας προς τον σκοπό αυτόν στο συσχετισμό των όρων του Δελφικού Χρησμού, στη λήψη στοιχείων εκτός Χρησμού ή στην άντληση επιχειρημάτων από το σκοπό τού Χρησμού, τούτο απαγορεύεται κατά την κρίση τού παρόντος Δικαστηρίου καθόσον προϋποθέτει Θεοδικία.

Καταληκτικά, η ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της ερμηνείας του Δελφικού Χρησμού κατά το γράμμα του και τον σκοπό του, που συμφώνησαν τα εμπλεκόμενα μέρη Ηρακλής και Ευρυσθέας, είναι αυτή: "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως". Τις προσταγές Ευρυσθέως ο Ηρακλής υποχρεούται να εκτελεί μεν αμισθί ως προς αυτόν, δεν αποδεικνύεται όμως από τη μεταξύ τους συμφωνία ότι απαγορεύεται στον Ηρακλή να συνάπτει αλληλοκαλυπτόμενες συμβάσεις με τρίτους με θεμέλιο την προσταγή που έλαβε από τον Ευρυσθέα.

Περαιτέρω, ο Άθλος τοῦ ενάγοντος  Ἡρακλέους, της αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του εναγόμενου Αυγεία, εκτελείται στα πλαίσια της προσταγής Ευρυσθέως, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους τής αρμόδιας Αρχής του Βασιλείου της Τίρυνθος στο οποίο προΐσταται ο βασιλεύς Ευρυσθέας. Συναφώς, η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν  μπορεί να αρνηθεί, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει, οπότε ο προστασσόμενος Ηρακλής πράττει εντός των πλαισίων της προσταγής, που προέρχεται από ιεραρχικό ανώτερο όργανο, τον βασιλέα Ευρυσθέα. Περαιτέρω, ο προστάσσων Ευρυσθέας ενεργώντας στα πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας, ήτοι στα  όρια που εκτείνεται το Βασίλειο της Τίρυνθας και των Μυκηνών, στα γεωγραφικά και διοικητικά όρια εντός τού οποίου ασκεί δημόσια εξουσία, ως τομέα ευθύνης του, διατάζει τον προστασσόμενο Ηρακλή να μεταβεί εκτός των ορίων της περιφέρειας της Τίρυνθος και συγκεκριμένα στο Βασίλειο της Ήλιδος όπου βασιλεύς είναι ο εναγόμενος Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων Αυγεία σε μία ημέρα· τούτο δε ο Ευρυσθέας δεν πράττει με γνώμονα την υπηρέτηση του καθήκοντος της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, άλλως παροχής από τον Ηρακλή υπηρεσίας κοινής ωφέλειας προς τον βασιλέα Αυγεία προσωπικά, ή τους πολίτες της Ήλιδας συνολικά, καθώς ουδεμία δικαιοδοσία προς τούτο ο Ευρυσθέας έχει στο Βασίλειο της Ήλιδος, ούτε καθ'ύλην ούτε κατά τόπον, ούτε όμως και ο εναγόμενος Αυγείας επικαλείται σχετική διακρατική συμφωνία μεταξύ των δύο Βασιλείων, αλλά την προσταγή ο Ευρυσθέας δίδει στον Ηρακλή αποκλειστικά με γνώμονα τον βαθμό δυσκολίας τού Άθλου, με σκοπό τη μη πραγμάτωση του Άθλου από τον Ηρακλή. Τούτων δοθέντων, ο  Αυγείας δε δύναται να επικαλεστεί επ' ωφελεία του την υποχρέωση Ηρακλέα προς εκτέλεση της προσταγής Ευρυσθέως για την αποκάθαρση των στάβλων του, που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής, καθότι ναι μεν είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν μπορεί να αρνηθεί ο Ηρακλής, πλην όμως η προσταγή δεν προέρχεται από ιεραρχικό ανώτερο όργανο του Βασιλείου τής Ήλιδας, αλλά από ιεραρχικό ανώτερο όργανο του Βασιλείου της Τίρυνθας, δηλαδή εκτός ορίων άσκησης δημόσιας εξουσίας του Αυγεία.

Εξάλλου, τους Άθλους του ο ενάγων Ηρακλής εκτελεί ως μέσον εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης, κατόπιν χρησμοδότησης του Μαντείου των Δελφών, για να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του και των παιδιών του, χρησμό κατά τον οποίο – σύμφωνα με την ερμηνεία που δόθηκε από τον προστασσόμενο Ηρακλή και τον προστάσσοντα Ευρυσθέα -- , ο Ηρακλής  οφείλει απόλυτη και αμισθί συμμόρφωση στις προσταγές Ευρυσθέως, για την πραγματοποίηση των δώδεκα Άθλων που εκείνος τον προστάζει. Τούτου δοθέντος, τους Άθλους ο Ηρακλής πραγματοποιεί μεν σε εκτέλεση προσταγής Ευρυσθέως, στα πλαίσια της δημόσιας εξουσίας που ο τελευταίος ασκεί, πλην όπως ως μέσον προσωπικού εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης του ιδίου αυτού, και όχι ως δημόσια υπηρεσία, καθότι πρώτον, ο προσωπικός εξαγνισμός και η λύτρωση του Ηρακλή στα πλαίσια της υποταγής που οφείλει στις προσταγές Ευρυσθέα δεν θεμελιώνεται στην ιδέα της δημόσιας προσφοράς, ούτε προορίζεται να υπηρετήσει την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον, δεύτερον, ο Ηρακλής δεν είναι κρατικός υπάλληλος αλλά ιδιώτης και μάλιστα άμισθος, και τρίτον, ουδαμώς αποδεικνύεται ότι ο Ηρακλής ετέθη υπό τις διαταγές τού Ευρυσθέα με αποκλειστικό σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αλλά με σκοπό τη δοκιμασία του, μέσω του βαθμού δυσκολίας των Άθλων, και τούτο ανεξάρτητα αν η επίτευξη 8 από τους 12  Άθλους τυγχάνει να λειτουργούν λυτρωτικά για τους πολίτες των πόλεων εκείνων που ο Ηρακλής κλήθηκε να πραγματοποιήσει τον εκάστοτε Άθλο, όπως ο Πρώτος Άθλος που ήταν  η εξόντωση του φοβερού λέοντα της Νεμέας που είχε ερημώσει όλη την πολιτεία, ο Δεύτερος Άθλος που ήταν η εξόντωση της Λερναίας Ύδρας που σκορπούσε τη συμφορά στους κατοίκους της περιοχής, ο Τέταρτος Άθλος που ήταν η εξόντωση του Ερυμάνθιου Κάπρου που ερήμωνε κι έφερνε τον πανικό στην περιοχή της Αρκαδίας, ο Έκτος Άθλος που σκότωσε με τις σαΐτες του τις Στυμφαλίδες Όρνιθες που ήταν ανθρωποφάγα αρπακτικά πουλιά με χάλκινα ράμφη που σκότωναν τους κατοίκους τής Στυμφαλίας, ο Έβδομος Άθλος που έπιασε τον άγριο ταύρο της Κρήτης που έκανε καταστροφές σε όλη την Κρήτη, ο Όγδοος Άθλος που ήταν η αρπαγή των άγριων αλόγων του Διομήδη που τρέφονταν με ανθρώπινο κρέας· ομοίως ισχύει και για τον υπό κρίση (Πέμπτο) Άθλο, της αποκάθαρσης των στάβλων του εναγόμενου· την προσταγή κατ’ άρθρο 21 ΠΚ, ο Ευρυσθέας δίδει στον Ηρακλή όχι με γνώμονα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος της Ήλιδας, ούτε στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας, αλλά αποκλειστικά με γνώμονα τον βαθμό δυσκολίας τού Άθλου, με σκοπό τη μη πραγμάτωση του Άθλου από τον Ηρακλή, και τούτο, διότι αν ο Ευρυσθέας αποσκοπούσε στην υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος (της Ήλιδας), ή στην παροχή κοινωφελούς εργασίας, δε θα έθετε την ασφυκτική προθεσμία της μίας ημέρας για την αποκάθαρση χιλιάδων τόνων κόπρου, που επισωρεύονται στους στάβλους για περισσότερα από 30 χρόνια, αλλά θα έδινε μια εύλογη προθεσμία ώστε το έργο να περατωθεί, να παρασχεθεί δηλαδή επιτυχώς  η κοινωφελής εργασία και άρα να εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον. Σε κάθε δε περίπτωση, η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής, στα πλαίσια προσταγής από τον προστάσσοντα Ευρυσθέα, δε συνιστά  δημόσια εξουσία του Βασιλείου της Τίρυνθας που ασκείται και τίθεται στην εξυπηρέτηση ενός δημοσίου σκοπού υπέρ των πολιτών της Τίρυνθας, άρα δεν εκπληρούται σκοπός δημοσίου συμφέροντος υπέρ της Τίρυνθας ούτε πραγματώνεται ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο των πολιτών της Τίρυνθας, αλλά ο προκείμενος Άθλος πραγματοποιείται εκτός των ορίων της περιφέρειας της Τίρυνθος και συγκεκριμένα στο Βασίλειο της Ήλιδος όπου βασιλεύς είναι ο εναγόμενος Αυγείας, όπου ουδεμία δικαιοδοσία άσκησης εξουσίας έχει ο Ευρυσθέας, ούτε καθ'ύλην ούτε κατά τόπον, συνεπώς η πραγμάτωση του υπό κρίση Άθλου  λειτουργεί, εξ αντανακλάσεως, αποκλειστικά επ' ωφελεία τού εναγόμενου Αυγεία και των πολιτών τής Ήλιδος, υποχρέωση δημόσιας υπηρεσίας που, ωστόσο, ο ενάγων Ηρακλής δεν έχει έναντι του Βασιλείου τής Ήλιδας, ούτε όμως και ο εναγόμενος Αυγείας επικαλείται σχετική διακρατική συμφωνία μεταξύ των δύο Βασιλείων, της Τίρυνθας και της Ήλιδας, για παροχή αμισθί κοινωφελούς υπηρεσίας από μη κρατικό υπάλληλο της Τίρυνθας προς το Βασίλειο της Ήλιδας (εν προκειμένω: τον ιδιώτη Ηρακλή, στα πλαίσια τυχόν παροχής κοινωφελούς εργασίας από ιδιώτες της Τίρυνθας στην Ήλιδα, ως μέσο έκτισης της ποινής τους).

Καταληκτικά, η ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της ερμηνείας του Δελφικού Χρησμού κατά το γράμμα του και τον σκοπό του, που συμφώνησαν τα εμπλεκόμενα μέρη Ηρακλής και Ευρυσθέας, είναι αυτή: "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως". Τις προσταγές Ευρυσθέως ο Ηρακλής υποχρεούται μεν να εκτελεί αμισθί ως προς αυτόν, δεν αποδεικνύεται όμως από τη μεταξύ τους συμφωνία ότι απαγορεύεται στον Ηρακλή να συνάπτει αλληλοκαλυπτόμενες συμβάσεις με τρίτους με θεμέλιο την προσταγή που έλαβε από τον Ευρυσθέα.

Των πραγμάτων ούτως εχόντων, ο Ηρακλής, ως ιδιώτης και όχι δημόσιος υπάλληλος της Τίρυνθας, είχε το νόμιμο δικαίωμα να αξιώσει αμοιβή στα πλαίσια της εκτέλεσης της σύμβασης έργου μεταξύ αυτού και του εναγόμενου Αυγεία, της αποκάθαρσης των στάβλων από την κόπρο, και τούτο ανεξάρτητα αν η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής είναι αποτέλεσμα προσταγής Ευρυσθέως, την (αμισθί) εκτέλεση της οποίας δεν μπορεί να αρνηθεί ο Ηρακλής, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει. Το δικαίωμα δε αυτό του Ηρακλή, της σύναψης σύμβασης έργου με τον Αυγεία για την αποκάθαρση των στάβλων του, ισχυροποιείται από την ασφυκτική προθεσμία τής μίας ημέρας που ετέθη στον Ήρωα από τον Ευρυσθέα για την πραγματοποίηση του Άθλου, που καθιστά αντικειμενικά αδύνατη την πραγμάτωσή του, με στόχο προφανώς – όχι την παροχή κοινωφελούς εργασίας προς τους πολίτες της Ήλιδας , αλλά --  την ταπείνωση του Ήρωα και  την μη πραγμάτωση του Άθλου, με τον Ευρυσθέα να ωθείται σε αυτή του τη συμπεριφορά από τα ταπεινά ελατήρια της μη εξιλέωσης του Ήρωα από την απεχθή πράξη της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του, πράγμα που αποδεικνύει ότι η αληθώς βούληση Ευρυσθέα είναι η μη αποκάθαρση των στάβλων, ήτοι η μη εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος ούτε η παροχή κοινωφελούς εργασίας, γεγονός που αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο  που νομιμοποιεί τον Ηρακλή να συμβληθεί με τον Αυγεία.

Αντιθέτως, κατά την κρίση του μειοψηφούντος μέλους της σύνθεσης του Δικαστηρίου τούτου, και δη του Δικαστή, Σπυρίδωνος Καποδίστρια, Πρωτοδίκη, η αγωγή ως προς τα αιτήματα αυτά, θα έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθόσον (Α) τους Άθλους του ο ενάγων Ηρακλής εκτελεί ως μέσον εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης, κατόπιν χρησμοδότησης του Μαντείου των Δελφών ως – κατά μία άποψη –  φορέας Θεϊκού Απόλλωνος Θελήματος  που κοινωνείται στον Άνθρωπο δια στόματος Πυθίας, Χρησμός που έθεσε τον Ήρωα υπό τις προσταγές  Ευρυσθέως, ήτοι ενός βασιλέα και ουχί  οποιουδήποτε κοινού θνητού, με γνώμονα προφανώς (και) την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος το οποίο κάθε βασιλιάς υπηρετεί, ως ένα βαθμό δε και ο μη δίκαιος βασιλιάς, εξού και η επίτευξη 8 από τους 12  Άθλους τυγχάνει να λειτουργούν λυτρωτικά για τους πολίτες των πόλεων εκείνων που ο Ηρακλής κλήθηκε να πραγματοποιήσει τον εκάστοτε Άθλο, συνεπώς ο Ηρακλής, αν και ιδιώτης, εξομοιώνεται κατά το πνεύμα του Χρησμού με δημόσιο υπάλληλο που τίθεται στην υπηρεσία Ευρυσθέα για την εξυπηρέτηση (και) του δημοσίου συμφέροντος, άλλως εξομοιώνεται με καταδικασμένο ο οποίος εκτίει την εναλλακτική μορφή ποινής τής παροχής κοινωφελούς εργασίας, (Β) ο προστάσσων Ευρυσθέας ενεργώντας στα πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας, ήτοι στα  όρια που εκτείνεται το Βασίλειο της Τίρυνθας και των Μυκηνών, στα γεωγραφικά και διοικητικά όρια εντός τού οποίου ασκεί δημόσια εξουσία, ως τομέα ευθύνης του, δεν αποκλείεται να διατάζει τον προστασσόμενο κρατικό υπάλληλο ή τον καταδικασμένο σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (όπως εν προκειμένω ο Ηρακλής) να μεταβεί εκτός των ορίων της περιφέρειας δικαιοδοσίας του, με αποστολή την αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων Αυγεία για την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος της Ήλιδας (όπως π.χ. ένας κρατικός υπάλληλος του Ηνωμένου Βασιλείου, του οποίου η Ελλάς δεν αποτελεί υπερπόντια αποικία, μπορεί να διαταχθεί να μεταβεί σε αποστολή στην Ελλάδα για την εξάρθρωση μιας τρομοκρατικής οργάνωσης στην Ελλάδα, προς εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος τής ανεξάρτητης Ελληνικής Δημοκρατίας) και (Γ) το Μαντείο των Δελφών ως (φερόμενος) φορέας Θεϊκού Απόλλωνος Θελήματος, που κοινωνείται στον Άνθρωπο δια στόματος Πυθίας, που εν προκειμένω ερμηνεύεται ότι ο Ηρακλής όφειλε να τεθεί για 12 ολόκληρα έτη υπό τις διαταγές ενός  εμπαθούς και άδικου βασιλέα όπως ο Ευρυσθέας, αντί ενός σοφού Έλληνα βασιλέα, ερμηνεύεται (είτε ως Θεία Απόλλωνος διάταξη, είτε ως διάταξη που εκφράζει η Πυθία ως άνθρωπος), ο Ηρακλής, στα πλαίσια της δοκιμασίας του για τον εξαγνισμό του, να ταπεινωθεί από τον Ευρυσθέα, ακόμη και να υποβληθεί σε απάνθρωπες δοκιμασίες που υπερβαίνουν το μέτρο που αναλογεί στην απαξία της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του· το μη ακέραιον δε του χαρακτήρος τού Ευρυσθέα τελεί σε γνώση τού Μαντείου, επομένως το Μαντείο έχει επίγνωση ακόμη και του ενδεχόμενου ο Ευρυσθέας να θέσει την εξοντωτική προθεσμία τής μίας ημέρας στον Ήρωα για την πραγματοποίηση του Άθλου αποκάθαρσης των στάβλων τού Αυγεία, με στόχο αφενός την ταπείνωση του Ήρωα και αφετέρου την μη πραγμάτωση του Άθλου· το Μαντείο γνωρίζει ότι ο  Ευρυσθέας ωθείται σε αυτή του τη συμπεριφορά από τα ταπεινά ελατήρια της μη εξιλέωσης του Ήρωα από την απεχθή πράξη της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του, πράγμα  όμως που δεν αναιρεί την παραδοχή ότι ο Ηρακλής υποχρεούται σε εκτέλεση της προσταγής Ευρυσθέως για αποκάθαρση των στάβλων σε μία μόλις ημέρα, ούτε αποκλείει ότι ο Ηρακλής μπορεί να τα καταφέρει. Η ως άνω μειοψηφήσασα άποψη απερρίφθη από την πλειοψηφία καθόσον προϋποθέτει Θεοδικία, ήτοι την ερμηνεία από τον Άνθρωπο, του πνεύματος του Δελφικού Χρησμού «Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο» ως «Ο ισχυρός Ηρακλής να παράσχει κοινωφελή εργασία προς τον αδύναμο λαό» ή «Ο ισχυρός Ηρακλής εκτελώντας διαταγές του βασιλιά Ευρυσθέα, να παράσχει (εμμέσως) κοινωφελή εργασία προς τον αδύναμο λαό», και συνεπώς προϋποθέτει την ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της Βούλησης του Ιδίου Αυτού του Θεού Απόλλωνα, καλούμενο σε αυτό το ενδεχόμενο το Δικαστήριο να ερμηνεύσει, αν ο χρησμός του Μαντείου έχει κυριολεκτική, ή  αλληγορική έννοια κατά την οποία το Θέλημα Απόλλωνος είναι ενδεχομένως «Ο δυνατότερος (Ηρακλής) να υπηρετήσει τον αδύναμο (λαό)». Επιπλέον, το Δικαστήριο θα καλούνταν να ερμηνεύσει, γιατί ο Ηρακλής τέθηκε υπό τις διαταγές ενός βασιλιά αντί ενός στρατηγού ή Ιεροφάντη, γιατί υπό τις διαταγές ενός άνανδρου, δειλού  και εμπαθούς βασιλιά αντί ενός σοφού και δίκαιου βασιλιά που, πράγματι, θα προήγαγε  το δημόσιο συμφέρον μέσω όλων (και των 12) των Άθλων αντί των 8 Άθλων που εν προκειμένω τυγχάνει να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, γιατί, τέλος, η Ήρα εμφύσησε Μανία στον Ηρακλή για να σκοτώσει τη σύζυγο και τα τέκνα του για να χρησμοδοτήσει εν συνεχεία ο Απόλλων (μέσω της Πυθίας) να τεθεί ο Ηρακλής υπό τις διαταγές του εμπαθούς Ευρυσθέα κλπ. Τούτων δοθέντων, επί νομικών ζητημάτων που ερείδονται σε Δελφικό Χρησμό, ένα Δικαστήριο με ανθρώπινη σύνθεση όπως το παρόν Δικαστήριο, οφείλει να κρίνει εντός των ορίων του ανθρώπινου μέτρου, βάσει της κείμενης νομοθεσίας και της ερμηνείας που οι άμεσα εμπλεκόμενοι έδωσαν στον Χρησμό, και να μην εκφεύγει των τιθέμενων από την ανθρώπινη φύση ορίων, διαπράττοντας την ύβρη της διερεύνησης της Θείας Βούλησης, εν προκειμένω δε της Βούλησης της Θεού Ήρας και του Θεού Απόλλωνος. Καταληκτικά, ένα Δικαστήριο με ανθρώπινη σύνθεση, εφόσον, πρώτον, τίθεται στην κρίση του Δελφικός Χρησμός και, δεύτερον, το Δικαστήριο είναι Ένθεον, δύναται μόνον να προβεί σε  ερμηνεία του Χρησμού κατά το γράμμα του, τη λεκτική του δηλαδή διατύπωση, στη βάση της ερμηνείας που συμφώνησαν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, ενώ   απαγορεύεται στο Δικαστήριο να προβεί σε  τελολογική ερμηνεία, δηλαδή να αναζητά το σκοπό τού Χρησμού  πίσω από το γράμμα. Αντίθετα, αν το δικαστήριο είναι άθεο και προχωρήσει σε τελολογική ερμηνεία, γιατί διάκειται σκωπτικά σχετικά με τον υποκρυπτόμενο Θεϊκό σκοπό πίσω από το γράμμα τού Δελφικού Χρησμού, θεωρώντας τον Δελφικό Χρησμό ως ανθρώπινη διάταξη Πυθίας η οποία χρήζει τελολογικής ερμηνείας, και στη βάση αυτή ερμηνεύσει ή ακόμα χειρότερα συμπληρώσει τον Χρησμό, τότε η δικανική τού δικαστηρίου κρίση τίθεται ενώπιον του κινδύνου να καταλήξει σε εσφαλμένη απόφαση. Αλλά το παρόν Δικαστήριο είναι Ένθεον.

Συναφώς, κι αν ακόμη, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Αυγεία, αυτός γνώριζε  ότι ο Ηρακλής είχε υποχρέωση κοινωφελούς εργασίας προς τον Αυγεία στα πλαίσια της προσταγής Ευρυσθέα για την αποκάθαρση των στάβλων του, πρόσθετα δε, ότι εφόσον αυτό το γνώριζε δε θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή, η πλάνη του αυτή  που (υποτίθεται ότι) αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης δεν είναι ουσιώδης δοθέντος ότι ο Αυγείας επείγονταν για την αποκάθαρση των στάβλων του και ήταν διατεθειμένος να πληρώσει για το έργο αυτό· έτσι, το αίτιο, ο αφετήριος λόγος από τον οποίο αφορμάται η βούληση και η συνακόλουθη δήλωση του Αυγεία που καταδεικνύει την έννοια τού παραγωγικού αίτιου τής βούλησής του, συνίσταται στη βούληση αυτού να αναθέσει σε εργολάβο, και μάλιστα κατ' επειγόντως, την αποκάθαρση των στάβλων του, και να πληρώσει γι'αυτό. Επομένως δεν είναι ουσιώδης η πλάνη που επικαλείται ο Αυγείας, διότι αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης και δεν επιφέρει ακύρωση της δικαιοπραξίας, για τον επιπλέον λόγο ότι ο Αυγείας ουδέποτε συζήτησε με τον Ηρακλή για "δωρεάν αποκάθαρση των στάβλων"  πριν από την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, ώστε να αποτελέσει το "δωρεάν"  κατά το πνεύμα των μερών, βάση ή προϋπόθεση για τη δικαιοπραξία  οπότε όταν ο Αυγείας σε μεταγενέστερο χρόνο έλαβε γνώση της υποχρέωσης Ηρακλή για την αποκάθαρση των στάβλων του αμισθί (στα πλαίσια εκτέλεσης της προσταγής Ευρυσθέα) πλέον να πρόκειται για πλάνη ουσιώδη ως προς το περιεχόμενο της βούλησης. Εξάλλου ο Ηρακλής, που γνωρίζει ότι εκτελεί αμισθί την προσταγή Ευρυσθέως για την αποκάθαρση των στάβλων Αυγεία, δεν λογίζεται εν προκειμένω ως γνώστης των εσφαλμένων παραστάσεων του Αυγεία και ότι εκμεταλλεύεται την πλάνη του κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες της καλής πίστης, διότι ουδέποτε συζητήθηκε μεταξύ Ηρακλή και Αυγεία το ενδεχόμενο "δωρεάν αποκάθαρσης των στάβλων", περίπτωση κατά την οποία, ο Ηρακλής – στο υποθετικό σενάριο που είχε υποχρέωση κοινωφελούς εργασίας προς την Ήλιδα - που δεν είχε –  δε δικαιούταν να ζητήσει την εκπλήρωση της σύμβασης ενώ ο Αυγείας που πλανήθηκε θα μπορούσε νόμιμα να αρνηθεί την αμοιβή στον Ηρακλή. Τέλος, και στην υποθετική ακόμη περίπτωση που η Αυγεία ήταν ουσιώδης, και πάλι η  δικαιοπραξία δεν ακυρώνεται λόγω της πλάνης καθότι η ακύρωση αντιβαίνει στην καλή πίστη, καθώς τυχόν ακύρωση στην περίπτωση αυτή, καθίσταται, με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδικαιολόγητη και πρόδηλα ανεπιεικής.

Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι, δια της συμβάσεως της μισθώσεως έργου, ο μεν εργολάβος Ηρακλής υποχρεούται να εκτελέσει το έργο τής αποκάθαρσης των στάβλων, ο δε εργοδότης Αυγείας να καταβάλει την συμφωνημένη αμοιβή, η οποία συμφωνήθηκε από τους διαδίκους συμβαλλόμενους στο ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν του εναγόμενου, ήτοι 300 βόες, άλλως το ισάξιό τους σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για κάθε έναν βοῦν. Ότι ο Ηρακλής, ως εργολάβος που ενάγει τον εργοδότη Αυγεία προς καταβολή της συμφωνημένης εφάπαξ αμοιβής του, επικαλείται και αποδεικνύει τη σύναψη της εργολαβικής συμβάσεως, το συμφωνημένο έργο παράδοσης του έργου τής αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του εναγόμενου εντός μίας ημέρας, την  συμφωνημένη αμοιβή 300 βοῶν, την εκτέλεση του έργου στην προκαθορισμένη ημερομηνία, καθώς και την παράδοσή του. Ότι η άρνηση του εναγόμενου να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή θα δικαιολογούνταν αν ο εναγόμενος Αυγείας ως εργοδότης απεδείκνυε ότι το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε από τον Ηρακλή, εξαιτίας ελλείψεων είναι εντελώς διαφορετικό από το  συμφωνηθέν, πράγμα που δεν αποδεικνύεται καθότι ο ενάγων Ηρακλής παρέδωσε του στάβλους στον εναγόμενο αποκαθαρμένους πλήρως από συσσωρευμένη κόπρο τριάντα ετών.

Ως προς το επιπλέον ζήτημα που ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής, λεκτέο ότι είναι νομικά αδιάφορο το ζήτημα των μέσων που ο εργολάβος χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου, καθότι το μείζον νομικό ζήτημα στις συμβάσεις έργου είναι, το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε να μην είναι διαφορετικό από το  συμφωνηθέν εξαιτίας ελλείψεων. Δοθέντος δε ότι τα μέσα που ο εργολάβος χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου είναι νομικά αδιάφορο ζήτημα, πράγμα που ανάγεται στον κοινό μέσο νου και συνεπώς ο εναγόμενος Αυγείας αντιλαμβάνεται ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δε στέκει ούτε νομικά ούτε λογικά, λεκτέο προς τούτο ότι ο ισχυρισμός που ο Αυγείας υπονοεί είναι ότι, για την προσήκουσα εκτέλεση του έργου τής αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του, και μάλιστα στον συμφωνημένο χρόνο της μίας μόλις ημέρας, ο Ηρακλής έλαβε μεταφυσική βοήθεια από τους Ποτάμιους Θεούς Αλφειό και Πηνειό, συνεπώς η εκτέλεση του έργου δεν είναι έργο ανθρώπινο αλλά θεϊκό, και ως εκ τούτου ο Ηρακλής δε δικαιούται αμοιβής. Αν και το παρόν Δικαστήριο δεν αμφισβητεί τη θεϊκή υπόσταση των Ποτάμιων Θεών Αλφειού και Πηνειού, εντούτοις, όπως στη μείζονα σκέψη της παρούσης αναπτύχθηκε, κατά την κρίση τού παρόντος Δικαστηρίου οι Ποτάμιοι Θεοί Αλφειός και Πηνειός δεν συνιστούν πρόσωπα υποκείμενα του Δικαίου κατά τον ΑΚ, δηλαδή δεν αποτελούν οντότητες στις οποίες απευθύνονται οι κανόνες του δικαίου κατά τον ανθρώπινο νόμο.

Συγκεφαλαιωτικά, λοιπόν, με βάση όλα τα παραπάνω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της.  Περαιτέρω τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν στην προκείμενη περίπτωση (κυρίως σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα ερμηνείας από το παρόν Δικαστήριο του Δελφικού Χρησμού, βλ. άρθρα 179 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν συνόλω την αγωγή με ημερομηνία πρώτη ἱσταμένου Θαργηλίωνος, 1ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 1η Μαΐου 2022), με γενικό αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 88518/2022 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΑΚΔ 2436/2022, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο  ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023).

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο Αυγεία να αποδώσει στον ενάγοντα Ηρακλή το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως υποχρεώνει αυτόν

να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ |3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ]

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ το σύνολο των δικαστικών εξόδων μεταξύ των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Ήλιδα την πέμπτη φθίνοντος Γαμηλιώνος, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 16 Φεβρουαρίου 2023), σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

                                                        ΜΟΝΑΡΧΊΑ ΉΛΙΔΑΣ                       ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΉΛΙΔΑΣ

Ακριβές ηλεκτρονικό αντίγραφο, το οποίο θεωρήθηκε για τη νόμιμη απουλοποιημένη σήμανση και έκδοση του, με προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατόπιν ανάθεσης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης (Πράξη 204/2023).

Ήλιδα,

πέμπτη φθίνοντος Γαμηλιώνος,

2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας

(Γρηγοριανό ημερολόγιο: 16 Φεβρουαρίου 2023)

Ο/Η Γραμματέας