alampasis@gmail.com

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012

Δάνεια σε Ελβετικό φράγκο. Αγωγή με την οποία μπορείς να ζητήσεις το δάνειο να αποπληρωθεί βάσει της ισοτιμίας EURO-CHF που ίσχυε κατά το χρόνο που υπέγραψες τη σύμβαση



Η ελκυστικότητα της πρότασης όπως εμφανίζονταν στους δανειολήπτες από τις τράπεζες που προέτρεπαν για στεγαστικό δάνειο με επιτόκιο libor ελβετικού φράγκου, στηρίζονταν στην παραδοχή ότι η συναλλαγματική ισοτιμία των δύο νομισμάτων είναι σχετικά σταθερή τα δύο τελευταία χρόνια, μειώνοντας περαιτέρω το ρίσκο ότι, το όφελος που θα αποκομίσει κάποιος από το χαμηλό επιτόκιο θα εξανεμιστεί στο μέλλον από μια πιθανή αλλαγή της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε βάρος του ευρώ. Ως πλεονεκτήματα του προϊόντος οι τράπεζες εμφάνιζαν τη δυνατότητα μετατροπής του, χωρίς σοβαρό κόστος, στο βαθμό που ως προϊόν κυμαινόμενου επιτοκίου, μπορεί να ζητηθεί η μετατροπή του χωρίς ποινές και προσαυξήσεις. Ο δανειολήπτης έπρεπε να γνωρίζει ότι κάθε μήνα, η δόση που θα καταβάλει στην τράπεζα, θα επιβαρύνεται με κόστος μετατροπής, αφού ενώ θα πληρώνει σε ευρώ, η τράπεζα θα μετατρέπει το ποσό αυτό σε ελβετικά φράγκα. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, ολοκληρώνονταν η «ενημέρωση» που παρείχαν οι τράπεζες στους δανειολήπτες… Τα αποτελέσματα είναι γνωστά…

Το παρακάτω παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό: 

Στα τέλη του 2007 που η ισοτιμία ευρώ-ελβετικού φράγκου ήταν στο 1,65, ο καταναλωτής δανείστηκε 100.000 ευρώ -δηλαδή 165.000 chf- με διάρκεια 25 χρόνια και επιτόκιο 2%.  Η δόση που πλήρωνε ήταν 699 ελβετικά φράγκα ή 424 ευρώ το μήνα.  Σήμερα ο καταναλωτής αυτός έχει πληρώσει περί τις 40 δόσεις στο στεγαστικό του και το αρχικό κεφάλαιο από τα 165.000 ελβετικά έχει μειωθεί στα 147.000 ελβετικά.  Αν η ισοτιμία είχε διατηρηθεί στο 1,65 το υπόλοιπο οφειλής του στην τράπεζα θα ήταν 89.370 ευρώ. Όμως με την ισοτιμία στο 1,31 ο καταναλωτής οφείλει στην τράπεζα 112.566 ευρώ. Και η δόση του δανείου αυξήθηκε από τα 424 ευρώ στα 533 ευρώ το μήνα, δηλαδή πληρώνει 109 ευρώ περισσότερα το μήνα. Ωστόσο αν ο ίδιος καταναλωτής είχε πάρει το δάνειο με προστασία δόσης 5%, πληρώνει σήμερα στα 445 ευρώ (η προστασία του προσφέρει κάλυψη στην άνοδο για το πάνω από το 5%). Σημειώνουμε όμως ότι η «προστασία» καλύπτει μόνο τη δόση και όχι το κεφάλαιο.
Να αναφερθεί επίσης, ότι περίπου 65.000 δανειολήπτες έχουν δανειστεί σε Ελβετικό φράγκο, αριθμός που αντιστοιχεί στο 10% του χαρτοφυλακίου στεγαστικής πίστης των τραπεζών, δηλαδή σε δάνεια ύψους 8 δισ. ευρώ.

Τα δάνεια όμως που χορηγηθήκαν σε Ελβετικό φράγκο, ΔΕΝ είναι απλά δάνεια, αλλά στην ουσία είναι προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου  συνδεμένα ευθέως με την αγορά συναλλάγματος. Η αγορά συναλλάγματος (FX ή FOREX) είναι η αγορά όπου καθορίζονται οι συναλλαγματικές ισοτιμίες. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι οι μηχανισμοί μέσω των οποίων τα διάφορα νομίσματα συσχετίζονται μεταξύ τους στην παγκόσμια αγορά, παρέχοντας την τιμή του ενός ως προς το άλλο.

Το σημαντικότερο επομένως  που ο δανειολήπτης έπρεπε να σταθμίσει, ήταν ο μεγάλος κίνδυνος που αναλάμβανε έναντι μιας μελλοντικής ΣΟΒΑΡΗΣ μεταβολής της ισοτιμίας και ο τρόπος που αυτό θα μπορούσε να επιδράσει στην αποπληρωμή του δανείου. Έχω την άποψη, ότι αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει ΜΟΝΟ με τη βοήθεια ΕΙΔΙΚΟΥ συμβούλου της τράπεζας, εξειδικευμένου στην παροχή επενδυτικών συμβουλών  σε ξένο νόμισμα. Η πληροφόρηση αυτή, έπρεπε να είναι επαρκής και εξειδικευμένη, προκειμένου οι δανειολήπτες να είναι σε θέση να λαμβάνουν εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις, έπρεπε δε να περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις και το κεφάλαιο του δανείου, μια ΣΟΒΑΡΗ υποτίμηση του ευρώ και τυχόν αύξηση του επιτοκίου του Ελβετικού φράγκου. Επίσης, την ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ του συναλλαγματικού κινδύνου, που έχει ως στόχο μεγαλύτερο μετριασμό των κινδύνων. Η ειδική πληροφόρηση και ιδίως οι τρόποι αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου που μπορεί να λαμβάνουν διαφορετικές μορφές, θα είχε ως αποτέλεσμα την επίγνωση του κινδύνου που θα ωθούσε τους δανειολήπτες σε ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλαδή ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ έναντι της μεταβλητότητας του ξένου νομίσματος. Τα προγράμματα αντιστάθμισης επιδιώκουν να ελαττώσουν ή να εξουδετερώσουν τον κίνδυνο που προκύπτει από μια θέση εκπεφρασμένη σε ξένο νόμισμα. Οι αντισταθμίσεις πρέπει να είναι συμμετρικές ως προς τις συναλλαγματικές μεταβολές. Υπάρχουν στις αγορές επενδυτικά προϊόντα όπως π.χ τα ασφαλιστικά προγράμματα, που μειώνουν τους κινδύνους που σχετίζονται με κάποια θέση εκπεφρασμένη σε ξένο νόμισμα.

Το σημαντικότερο επομένως ζήτημα που χρήζει εδώ νομικής διερεύνησης είναι το εξής: Ποιας κλάσης τραπεζοϋπάλληλος ήταν σύμφωνα με τον νόμο αρμόδιος να παράσχει στους δανειολήπτες επαρκή και εξειδικευμένη ενημέρωση σχετικά με τους κινδύνους που ενέχουν τα προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου που είναι συνδεμένα με την αγορά συναλλάγματος (FX ή FOREX), ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΕ ΕΛΒΕΤΙΚΟ ΦΡΑΓΚΟ? Ποιας κλάσης τραπεζικός υπάλληλος θα μπορούσε να ενημερώσει τους δανειολήπτες για την ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ του συναλλαγματικού κινδύνου, με στόχο μεγαλύτερο μετριασμό των κινδύνων? Θα μπορούσε ο υπάλληλος αυτός να είναι ένας απλός τραπεζικός υπάλληλος της πρώτης γραμμής, υπεύθυνος για την εξυπηρέτηση πελατών λιανικής τραπεζικής? Είχε ο απλός τραπεζικός υπάλληλος της πρώτης γραμμής τη γνώση και την εξειδίκευση να ενημερώσει το δανειολήπτη τι ακριβώς συνιστά η ΦΥΣΙΚΗ και ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ του συναλλαγματικού κινδύνου ώστε ο δανειολήπτης να αποκτήσει επίγνωση του κινδύνου, προκειμένου να είναι σε θέση να λαμβάνει εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις? Ή μήπως θα έπρεπε ο τραπεζικός υπάλληλος ο οποίος ήταν αρμόδιος να ενημερώσει τους δανειολήπτες να διαθέτει ΕΙΔΙΚΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ που θα αποδείκνυε ότι  έχει τις παραπάνω ειδικές γνώσεις???

Τα παραπάνω ζητήματα ρυθμίζει ο Ν 3371/2005.
Σύμφωνα με το άρθρο 49 παρ. 1 Υπάλληλοι και στελέχη Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.), Ανώνυμων Εταιριών Επενδυτικής Διαμεσολάβησης (Α.Ε.Ε.Δ.), Ανώνυμων Εταιριών Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Α.Ε.Δ.Α.Κ.) και Ανώνυμων Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (Α.Ε.Ε.Χ.) που είναι αρμόδιοι κατά περίπτωση:
(α) για τη λήψη και τη διαβίβαση εντολών,
(β) την εκτέλεση εντολών,
(γ) την παροχή επενδυτικών συμβουλών,
(δ) τη διαχείριση χαρτοφυλακίων και
(ε) την ανάλυση κινητών αξιών και αγορών χρήματος και κεφαλαίου
οφείλουν να διαθέτουν σχετικό πιστοποιητικό επαγγελματικής επάρκειας που χορηγείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Εφόσον πρόκειται για υπαλλήλους και στελέχη πιστωτικών ιδρυμάτων, το πιστοποιητικό επαγγελματικής επάρκειας χορηγείται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι εξετάσεις για τη χορήγηση πιστοποιητικού επαγγελματικής επάρκειας διενεργούνται με ευθύνη της επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή από κοινού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Περαιτέρω, με κοινή Απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Τράπεζας της Ελλάδος που ρυθμίζει τις λεπτομέρειες πιστοποίησης της επαγγελματικής επάρκειας των υπαλλήλων και στελεχών των τραπεζών, τα πιστωτικά ιδρύματα υιοθετούν κατάλληλη πολιτική και διαδικασίες, ώστε να διασφαλίζεται ότι το απασχολούμενο προσωπικό είναι επαρκές όσο και ότι διαθέτει, σε διαρκή βάση, την απαραίτητη επαγγελματική επάρκεια και αξιοπιστία για την αποτελεσματική παροχή των πιο πάνω υπηρεσιών.

Για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού, η Τράπεζα της Ελλάδος χορηγεί κατόπιν γραπτών εξετάσεων, τεσσάρων ειδών Πιστοποιητικά (έξι συνολικά τον αριθμό), ανάλογα με τις υπηρεσίες που παρέχονται από πιστοποιημένα πρόσωπα για λογαριασμό της τράπεζας, ως εξής:

Πιστοποιητικό Α1:  Λήψη και διαβίβαση εντολών σε κινητές αξίες.

Πιστοποιητικό Α2:  Λήψη και διαβίβαση εντολών σε παράγωγα προϊόντα

Πιστοποιητικό Β: Παροχή επενδυτικών συμβουλών. Αφορά στην υπηρεσία της παροχής συμβουλών σε κινητές αξίες, σε μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, σε τίτλους της χρηματαγοράς και σε παράγωγα προϊόντα που καλύπτει το Πιστοποιητικό (Α2) ή σε σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα (structured products).

Πιστοποιητικό Β1: Παροχή επενδυτικών συμβουλών σε κινητές αξίες. Αφορά στην υπηρεσία της παροχής συμβουλών σε κινητές αξίες, σε μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων και σε τίτλους της χρηματαγοράς όπως κάθε  κινητή αξία που παρέχει δικαίωμα αγοράς ή πώλησης παρόμοιων μεταβιβάσιμων κινητών αξιών ή επιδέχεται διακανονισμό με ρευστά διαθέσιμα, προσδιοριζόμενο κατ' αναφορά προς κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις, εμπορεύματα ή άλλους δείκτες ή μεγέθη.

Πιστοποιητικό Γ: Διαχείριση χαρτοφυλακίου πελατών.

Πιστοποιητικό Δ: Εκπόνηση αναλύσεων σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα ή εκδότες.

Δεδομένου λοιπόν ότι τα δάνεια που χορηγήθηκαν σε Ελβετικό φράγκο, ΔΕΝ είναι απλά δάνεια, αλλά στην ουσία είναι προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου συνδεμένα ευθέως με την αγορά συναλλάγματος (FX ή FOREX), έχω την άποψη, ότι ο υπάλληλος στον οποίο η τράπεζα ανέθετε  την ενημέρωση των δανειοληπτών ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΤΥΠΟΥ Β1. Βάσει αυτού του σκεπτικού, θα τεθεί στην κρίση του Δικαστηρίου αν το πιστοποιητικό αυτό αποτελούσε την εγγύηση ότι ο υπάλληλος αυτός διαθέτει, σε διαρκή βάση, την απαραίτητη επαγγελματική επάρκεια και αξιοπιστία για την αποτελεσματική παροχή των υπηρεσιών σε τίτλους της χρηματαγοράς όπως οι κινητές αξίες σε νομίσματα. Θα διερευνηθεί περαιτέρω, αν ο υπάλληλος θα έπρεπε να διαθέτει την παραπάνω πιστοποίηση (Β1), προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχει εξειδικευμένες πληροφορίες σχετικά με την ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ του συναλλαγματικού  κινδύνου, που είναι εδώ το μείζον.


Στην επίσημη ιστοσελίδα της Τράπεζας της Ελλάδος, παρέχονται όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες που σχετίζονται με τις εξετάσεις πιστοποίησης καθώς και οι ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ με τους πιστοποιημένους υπαλλήλους (όπως αυτοί δημοσιεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος).

Για να γίνει εμπεριστατωμένη έρευνα προκειμένου ο δανειολήπτης να εντοπίσει αν  ο  τραπεζικός υπάλληλος με τον οποίο συζήτησε τις λεπτομέρειες του στεγαστικού του δανείου, περιλαμβάνεται στους κατάλογους των πιστοποιημένων υπαλλήλων ώστε να διακριβωθεί αν  ΚΑΤΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΣΥΝΑΨΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ο εν λογω υπάλληλος κατείχε πιστοποιητικό Β1, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ανατρέξει στους καταλόγους με τους πιστοποιημένους υπαλλήλους της περιόδου που συνήφθη το δάνειο, οι οποίοι  δημοσιεύονται στην επίσημη ιστοσελίδα της ΤτΕ.

ΟΙ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΙ ΠΛΗΡΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ.

Η βραδυφλεγής βόμβα του υψηλού δανεισμού σε Ελβετικό φράγκο σε δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου και οι συστημικές επιπτώσεις που ήδη αποσάθρωσαν τον κοινωνικοοικονομικό ιστό της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας της Λετονίας κλπ και  ήδη  απειλούν την Ελλάδα, αναλύονται λεπτομερώς από το ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Σύσταση κόλαφο αποτελεί για τις ευρωπαϊκές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές, η ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ της 21ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τον δανεισμό σε ξένο νόμισμα (ΕΣΣΚ / 2011/1).

Σύμφωνα με αυτή, τα υψηλά επίπεδα δανεισμού σε ξένο νόμισμα μπορεί να έχουν συστημικές επιπτώσεις και να υποθάλπουν την εκδήλωση δευτερογενών επιπτώσεων σε διασυνοριακό επίπεδο. Σε ορισμένα κράτη ο εν λόγω δανεισμός ανήλθε σε υπερβολικά επίπεδα. Επίσης, σε ορισμένα κράτη μέλη της Ένωσης έχει παρατηρηθεί αύξηση στη χορήγηση δανείων σε ξένο νόμισμα σε δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου.

Στην περίπτωση του δανεισμού σε ξένο νόμισμα ο πιστωτικός κίνδυνος εμπεριέχει τον κίνδυνο αγοράς για όλους τους δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, καθώς οι δόσεις των δανείων τους επηρεάζονται από τις συναλλαγματικές ισοτιμίες.

Σύμφωνα ειδικότερα με τη Σύσταση A  (Ενημέρωση των δανειοληπτών ως προς τους κινδύνους), το ΕΣΣΚ συνιστά στις εθνικές εποπτικές αρχές και στα κράτη μέλη:
1. να απαιτούν από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα την παροχή πρόσφορης πληροφόρησης στους δανειολήπτες σχετικά με τους κινδύνους που συνεπάγεται ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα. Η πληροφόρηση αυτή θα πρέπει να είναι επαρκής, προκειμένου οι δανειολήπτες να είναι σε θέση να λαμβάνουν εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις, θα πρέπει δε να περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις του δανείου μια ΣΟΒΑΡΗ υποτίμηση του νόμιμου χρήματος του κράτους μέλους κατοικίας του δανειολήπτη και τυχόν αύξηση του επιτοκίου του ξένου νομίσματος.
2. να επιτρέπουν τη χορήγηση δανείων σε ξένο νόμισμα μόνο σε δανειολήπτες που αποδεικνύουν την φερεγγυότητά τους, λαμβάνοντας υπόψη τη διάρθρωση της αποπληρωμής του δανείου και την ικανότητα των δανειοληπτών να αντεπεξέρχονται σε αρνητικές διαταραχές των συναλλαγματικών ισοτιμιών και του επιτοκίου του ξένου νομίσματος·
3. Μεγαλύτερος μετριασμός των κινδύνων. Η επίγνωση του κινδύνου θα ωθούσε επίσης τους δανειολήπτες να αποφύγουν την υπερβολική μόχλευση ή να αγοράσουν ασφαλιστικά προγράμματα για την προστασία έναντι ενδεχόμενης μεταβλητότητας του ξένου νομίσματος.
4. Περιορισμός της πλημμελούς χορήγησης δανείων. Η καλύτερη πληροφόρηση αποτελεί πιο φιλική προσέγγιση προς τον πελάτη, αφού ο τραπεζικός υπάλληλος θα πρέπει να εξηγήσει τους κίνδυνους που συνεπάγεται ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα, καθιστώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο πιο δύσκολη τη χρήση επιθετικών τακτικών μάρκετινγκ.

Οι συστάσεις αφορούν ΜΟΝΟ τους δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλαδή δανειολήπτες χωρίς ΦΥΣΙΚΗ ή ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, υπό την έννοια των φορέων που είναι εκτεθειμένοι σε αναντιστοιχίες μεταξύ απαιτήσεων και υποχρεώσεων όσον αφορά το νόμισμα.

Στη συνέχεια της Σύστασης του ΕΣΣΚ, αναλύονται οι όροι «φυσική» και «χρηματοοικονομική αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου» ως εξής:  Η αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου μπορεί να λαμβάνει διαφορετικές μορφές, μεταξύ των οποίων η φυσική αντιστάθμιση, στο πλαίσιο της οποίας ένα νοικοκυριό λαμβάνει εισόδημα σε ξένο νόμισμα (για παράδειγμα, εμβάσματα/ εισπράξεις από εισαγωγές), και η χρηματοπιστωτική αντιστάθμιση, η οποία προϋποθέτει σύμβαση με χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Η τελευταία συχνά  δεν είναι διαθέσιμη για τα νοικοκυριά και ορισμένες ΜΜΕ, κυρίως λόγω του σχετικά υψηλού κόστους.

Με απλά λόγια ως φυσική αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου για δάνειο που σύναψε σε Ελβετικό φράγκο ένα ελληνικό νοικοκυριό (με εγχώριο νόμισμα το ευρώ), νοείται το εισόδημα που λαμβάνει το νοικοκυριό σε Ελβετικό φράγκο, περίπτωση στην οποία ΔΕΝ ενδιαφέρει η διακύμανση της ισοτιμίας του Ελβετικού φράγκου σε σχέση με το ευρώ (π.χ νοικιάζεις ένα σπίτι στην Ελβετία λαμβάνοντας κάθε μήνα 1.000 Ελβετικά φράγκα, τα οποία καταβάλεις απευθείας για την αποπληρωμή της μηνιαίας δόσης του δανείου, δίχως δηλαδή να απαιτείται  μετατροπή από ευρώ σε Ελβετικό φράγκο και άρα εδώ η διακύμανση της ισοτιμίας λίγο ενδιαφέρει). Με βάση αυτό ακριβώς το σκεπτικό (της φυσικής αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου), η ουγγρική κυβέρνηση  εξέδωσε διάταγμα βάσει του οποίου ενυπόθηκα δάνεια σε ξένο νόμισμα χορηγούνται ΜΟΝΟ σε δανειολήπτες που μπορούν να αποδείξουν μηνιαίο εισόδημα στο νόμισμα του δανείου (Ελβετικό φράγκο) το οποίο υπερβαίνει τον κατώτερο μισθό στην Ουγγαρία κατά 15 φορές. Τα νέα αυτά κριτήρια που θέσπισε η ουγγρική κυβέρνηση είναι τόσο αυστηρά, που πάνω από 99 % των ούγγρων πολιτών δεν έχουν τη δυνατότητα να λάβουν τέτοιο δάνειο.

Στη συνέχεια αναλύεται από το ΕΣΣΚ, η χρηματοοικονομική αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, που έχει ως στόχο μεγαλύτερο μετριασμό των κινδύνων. Η επίγνωση του κινδύνου θα ωθούσε σύμφωνα με το ΕΣΣΚ τους δανειζόμενους, να αγοράσουν ασφαλιστικά προγράμματα για την προστασία έναντι ενδεχόμενης αδυναμίας αποπληρωμής (π.χ. σε περίπτωση ανεργίας κ.λπ.), συμπεριλαμβανομένης της προστασίας έναντι της μεταβλητότητας του ξένου νομίσματος. Σημειώνεται πάντως από το ΕΣΣΚ, ότι η αγορά ασφαλιστικού προγράμματος προστασίας έναντι της μεταβλητότητας του ξένου νομίσματος συνεπάγεται κάποιο κόστος.

Στη συνέχεια, αναλύεται η επίγνωση του κινδύνου που συνεπάγεται ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα όταν οι δανειολήπτες ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου. Σύμφωνα με το ΕΣΣΚ, οι δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλ. κατά κύριο λόγο τα νοικοκυριά, συνήθως ΔΕΝ έχουν επίγνωση των κινδύνων που συνεπάγεται ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα. Μπορεί να παρασυρθούν από τα χαμηλότερα ονομαστικά επιτόκια των δανείων σε ξένο νόμισμα σε σύγκριση με αυτά των δανείων σε εγχώριο νόμισμα, τείνουν δε να υποβαθμίζουν τον κίνδυνο υποτίμησης του εγχώριου νομίσματος ή αδυνατούν να κατανοήσουν τον αντίκτυπο μιας υποτίμησης στο κόστος εξυπηρέτησης του δανείου και στο συνολικό ποσό της οφειλής. Ιδίως τα νοικοκυριά και ορισμένες μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (π.χ. μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ)  έχουν την τάση να ΜΗΝ προβαίνουν σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου (δηλαδή, να εκτίθενται σε αναντιστοιχίες μεταξύ απαιτήσεων και υποχρεώσεων όσον αφορά το νόμισμα), καθώς το εισόδημά τους είναι συνήθως εκφρασμένο σε εγχώριο νόμισμα. Σύμφωνα με το σκεπτικό του ΕΣΣΚ, η εμπειρία δείχνει ότι ακόμη και οι δανειολήπτες που είχαν επίγνωση των κινδύνων, ενδέχεται να ανέλαβαν θέσεις σε ξένο νόμισμα χωρίς αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, θεωρώντας ότι αυτές ήταν εμμέσως εγγυημένες λόγω του υφιστάμενου καθεστώτος συναλλαγματικής ισοτιμίας (που ίσχυε κατά τη σύναψη του δανείου).

Το ΕΣΣΚ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια το μέγεθος των συναλλαγματικών κινδύνων (και των κινδύνων επιτοκίου) που ενέχουν τα δάνεια σε ξένο νόμισμα. Οι παραδοσιακές μέθοδοι αποτίμησης του κινδύνου δεν λαμβάνουν υπόψη ότι τα τραπεζικά δάνεια σε ξένο νόμισμα προς δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου συνδυάζουν τον κίνδυνο της αγοράς και τον πιστωτικό κίνδυνο κατά τρόπο μη γραμμικό. Η ακαδημαϊκή βιβλιογραφία δείχνει πώς οι τυπικές προσεγγίσεις της διαχείρισης κινδύνου οι οποίες εξετάζουν τους διάφορους τύπους κινδύνου ξεχωριστά μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντική υποεκτίμηση του συνολικού κινδύνου. Με την απλή πρόσθεση ξεχωριστά υπολογιζόμενων συναλλαγματικών κινδύνων και κινδύνων αθέτησης είναι πιθανό να υποεκτιμηθεί κατά πολύ το πραγματικό επίπεδο του κινδύνου. Σε ορισμένες χώρες (π.χ. στην Ουγγαρία και τη Ρουμανία), τα δάνεια σε ξένο νόμισμα παρουσιάζουν υψηλό δείκτη μη εξυπηρέτησης (Non-Performing Loan – NPL) και αυξημένο βαθμό αναδιάρθρωσης. Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται εάν ληφθεί υπόψη η γενιά των δανείων, υπό την έννοια ότι γενικά οι δανειολήπτες στους οποίους χορηγήθηκε ενυπόθηκο δάνειο σε ξένο νόμισμα βάσει ισχυρότερης συναλλαγματικής ισοτιμίας, τείνουν να παρουσιάζουν μεγαλύτερο ποσοστό αθέτησης υποχρεώσεων. Αυτό αποδεικνύει λοιπόν ότι τουλάχιστον ορισμένοι δανειολήπτες πιθανώς δεν έχουν επίγνωση των κινδύνων που ενέχει η σύναψη δανείου σε ξένο νόμισμα.

Ενόψει της αντιμετώπισης του πιστωτικού κινδύνου οι συστάσεις αφορούν μεταξύ άλλων τα εξής: i) διασφάλιση επαρκούς πληροφόρησης στους δανειολήπτες με σκοπό την ενίσχυση της επίγνωσης του κινδύνου μεταξύ αυτών και ii) διασφάλιση της χορήγησης νέων δανείων σε ξένο νόμισμα μόνο σε δανειολήπτες φερέγγυους και ικανούς να αντεπεξέλθουν σε ΣΟΒΑΡΕΣ διαταραχές των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Εν προκειμένω ενθαρρύνεται η χρήση του λόγου «δαπάνη εξυπηρέτησης χρέους προς εισόδημα» (Debt-to-Income – DTI) και του λόγου «δάνειο προς αξία υπέγγυου ακινήτου» (Loan-to-Value – LTV).

Αφού το ΕΣΣΚ  έλαβε υπόψη του τα παραπάνω, προχώρησε στη Σύσταση B (Φερεγγυότητα των δανειοληπτών), σύμφωνα με την οποία συνιστάται μεταξύ άλλων στις εθνικές εποπτικές αρχές
1 να επιτρέπουν τη χορήγηση δανείων σε ξένο νόμισμα μόνο σε δανειολήπτες που αποδεικνύουν την φερεγγυότητά τους, λαμβάνοντας υπόψη τη διάρθρωση της αποπληρωμής του δανείου και την ικανότητα των δανειοληπτών να αντεπεξέρχονται σε ΣΟΒΑΡΕΣ αρνητικές διαταραχές των συναλλαγματικών ισοτιμιών και του επιτοκίου του δανείου·
2 να εξετάζουν τη δυνατότητα θέσπισης αυστηρότερων πιστοδοτικών κανόνων, όπως ο λόγος «δαπάνη εξυπηρέτησης χρέους προς εισόδημα» και ο λόγος «δάνειο προς αξία υπέγγυου ακινήτου».

Κατά την πρακτική εφαρμογή του στόχου για βελτίωση της φερεγγυότητας των δανειοληπτών η θέσπιση συγκεκριμένων λόγων DTI και LTV αποτελεί ένα διαφανές μέτρο το οποίο θα ισχύει ομοιόμορφα για όλους τους δανειστές εντός ορισμένης χώρας. Οι λόγοι αυτοί λαμβάνουν επίσης υπόψη δύο σημαντικές πτυχές για τον καθορισμό της φερεγγυότητας των δανειοληπτών: τα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να παρέχουν ως εξασφάλιση και την ικανότητά τους να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις αποπληρωμής.


Το ανωτέρω περιληπτικά και με απλά λόγια σκεπτικό, μπορεί να αποτελέσει τη νομική βάση της αγωγής. Αυτό που μπορεί με την αγωγή να επιδιωχθεί, είναι να διερευνηθεί αν τηρήθηκαν από την τράπεζα αυτά που ο νόμος προβλέπει. Στα πλαίσιο αυτό ο ενάγων δανειολήπτης θα μπορούσε να εκθέσει αν έλαβε ειδική και εμπεριστατωμένη πληροφόρηση από τον τραπεζικό υπάλληλο με τον οποίο συζήτησε τις λεπτομέρειες του δανείου και αν η  πληροφόρηση αυτή ήταν επαρκής και εξειδικευμένη, προκειμένου να είναι σε θέση να λάβει εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις. Επίσης αν ενημερώθηκε εκτενώς για τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις και το κεφάλαιο του δανείου, μια ΣΟΒΑΡΗ υποτίμηση του ευρώ και τυχόν αύξηση του επιτοκίου του Ελβετικού φράγκου. Το σημαντικότερο όμως στοιχείο, είναι αν έλαβε ειδική ενημέρωση για την ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλαδή την ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ έναντι της μεταβλητότητας του Ελβετικού φράγκου. Ειδικότερα ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά προϊόντα και τα ασφαλιστικά προγράμματα στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά που θα μπορούσαν να μειώσουν τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση του εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο, ποιο το κόστος τους και αν θα μπορούσε να έχει πρόσβαση σε αυτά. Επίσης, αν ο  τραπεζικός υπάλληλος στον οποίο η τράπεζα είχε αναθέσει την ενημέρωσή του, διέθετε κατά το χρόνο σύναψης της δανειακής σύμβασης το πιστοποιητικό τύπου Β1. Στόχος της αγωγής είναι να αποδειχθεί –εφόσον υπάρχει-, υπαιτιότητα της τράπεζας στη σύναψη του δανείου. Αναλόγως αυτής, το δικαστήριο μπορεί με απόφασή του, να ορίσει την ισοτιμία που θα αποπληρωθεί το δάνειο.

Η αγωγή μπορεί κάλλιστα να βασιστεί, στο σκεπτικό του νόμου που η  κυβέρνηση της Ουγγαρίας ψήφισε στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2011, σύμφωνα με τον οποίο, τα στεγαστικά δάνεια θα αποπληρώνονται στη σταθερή ισοτιμία των 180 φιορινιών ανά Ελβετικό φράγκο (το ελβετικό νόμισμα είχε κατά το χρόνο ψήφισης του νόμου περί τα 242 φιορίνια). Το υπόλοιπο ποσό υποχρεούνται να το πληρώσουν οι εγχώριες και ξένες τράπεζες που χορήγησαν τα εν λόγω δάνεια με το σκεπτικό προφανώς, της υπαιτιότητας που βαρύνει τις τράπεζες για την ανεξέλεγκτη χορήγηση δανείων σε Ελβετικό φράγκο, σε δανειολήπτες που ΔΕΝ έχουν προβεί σε αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου (πηγή).

Με ανάλογο σκεπτικό, επιβλήθηκε από την Κυβέρνηση της Μ. Βρετανίας πρόστιμο ύψους 7,7 εκ. λιρών στην τράπεζα Barclays's, στα πλαίσια της προστασίας των καταναλωτών από τους ΚΑΚΟΥΣ επενδυτικούς συμβούλους. Η περίπτωση αφορά σε πώληση ακατάλληλων προϊόντων σε περισσότερους από 12.000 καταναλωτές, περίπτωση που σύμφωνα με το δημοσίευμα είναι  η τελευταία σε μια μακρά σειρά από αθέμιτες πωλήσεις (σκάνδαλα) που αφορούν τράπεζες!!! Σύμφωνα με δηλώσεις εκπροσώπου του FSA, απαιτείται από τις τράπεζες να διαθέτουν αποτελεσματικές διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται ότι η πληροφόρηση προς τους καταναλωτές είναι κατάλληλη. Ως εκ τούτου, όταν οι τράπεζες προτείνουν επενδυτικά προϊόντα, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την οικονομική κατάσταση του πελάτη, τη στάση του έναντι του κινδύνου και τι προσδοκεί  να πετύχει με την επένδυση. Ολόκληρο το δημοσίευμα βρίσκεται εδω.

Έχω πάντως την άποψη, ότι ο ενάγων δανειολήπτης θα πρέπει να  εξακολουθήσει να καταβάλλει τη δόση του δανείου του κανονικά, αναμένοντας την κρίση του Δικαστηρίου επί της αγωγής που τυχόν ασκήσει κατά της τράπεζας. Εφόσον η αγωγή του γίνει δεκτή, το υπόλοιπο του κεφαλαίου του δανείου θα υπολογιστεί βάσει του διατακτικού της απόφασης, σε συνδυασμό με το συνολικό ποσό που θα έχει καταβάλει μέχρι την έκδοση τελεσίδικης και αμετάκλητης απόφασης του Δικαστηρίου (το πιθανότερο είναι να χρειαστεί πραγματογνωμοσύνη, την οποία θα διατάξει το Δικαστήριο). Αν η αγωγή απορριφθεί, θα εξακολουθήσει να πληρώνει βάσει των όσων προβλέπει η σύμβαση. Αν μέχρι την έκδοση τελεσίδικης και αμετάκλητης απόφασης η ισοτιμία EURO-CHF έχει μεταβληθεί προς όφελος του δανειολήπτη και ο δανειολήπτης  εξασκήσει το δικαίωμα μετατροπής του δανείου σε ΕΥΡΩ, τότε είναι προφανές ότι η έκδοση αποφάσεως επί της αγωγής θα είναι άνευ αντικειμένου, οπότε χωρεί παραδεκτως παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής.

Έχω επίσης την άποψη, ότι η άσκηση της αγωγής αυτής δημιουργεί εκκρεμοδικία και επομένως μπορεί να «μπλοκάρει» την έκδοση διαταγής πληρωμής μέχρι εκδόσεως τελεσίδικης και αμετάκλητης αποφάσεως επί της παραπάνω αγωγής (με την διατύπωση «μπλοκάρει την έκδοση διαταγής πληρωμής» εννοώ ότι γίνεται δεκτό από μερίδα της νομολογίας, ότι τυχόν έκδοση διαταγής πληρωμής είναι άκυρη και ως εκ τούτου προσβάλλεται με ανακοπή, με νομικό λόγο ανακοπής την εκκρεμοδικία που εφόσον γίνει δεκτός, μπορεί το δικαστήριο, με απόφασή του να εξαφανίσει – ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής).

Για την ελάφρυνση τέλος της δόσης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης και αμετάκλητης απόφασης, θα μπορούσε επίσης να γίνουν ασφαλιστικά μέτρα με αίτημα του   δανειολήπτη να οριστεί από το δικαστήριο η ισοτιμία EURO-CHF βάσει της οποίας θα  πληρώνονται οι  μηνιαίες δόσεις, η οποία να είναι στο μισό της διαφοράς της ισοτιμίας που ισχύει σήμερα σε σχέση με την ισοτιμία που ίσχυε κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης…

Αν πάντως έχεις την ατυχία να σαι Έλληνας αντί Βρετανός ή ακόμα και Ούγγρος και ψάχνεις  μια πιθανότητα να δεις άσπρη μέρα, όλα τα παραπάνω πρέπει δυστυχώς να τα κάνεις από μόνος σου και με δικά σου έξοδα, επειδή προφανώς, η «ελληνική» κυβέρνηση ουδεμία σχέση έχει, όχι με την βρετανική (που είναι το αυτονόητο), αλλά ούτε καν με την ουγγρική