Σύμφωνα με το εισαγωγικό σημείωμα του νόμου υπ’ αριθμ. 2696/1999 (με τον οποίο κυρώθηκε ο ισχύων Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας) «ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.) καθορίζει τη συμπεριφορά όλων, όσοι χρησιμοποιούν οδούς και με αυτή την έννοια αποτελεί θεμελιώδες κείμενο διαμόρφωσης των συνθηκών κυκλοφορίας». Περεταίρω ότι «οι τροποποιήσεις του ΚΟΚ εντάσσονται στο γενικότερο σχέδιο δράσεων του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, για μια νέα, σύγχρονη αντίληψη της οδικής κυκλοφορίας με επίκεντρο την προστασία της ανθρώπινης ζωής και την εύρυθμη λειτουργία των οδών».
Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι με τα άρθρα του ΚΟΚ ρυθμίζεται αποκλειστικά, η διαμόρφωση των συνθηκών κυκλοφορίας και ότι για να υπαχθεί μια παραβατική συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) στις διατάξεις του ΚΟΚ, πρέπει να θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή και την εύρυθμη λειτουργία των οδών. Αυτονόητο είναι ότι η μη συμμόρφωση στις διατάξεις του ΚΟΚ, συνιστά αποκλίνουσα συμπεριφορά που παραβιάζει τους κοινωνικούς κανόνες ή τις προσδοκίες μιας κοινωνικής ομάδας ή μιας ολόκληρης κοινωνίας. Πρόκειται για συμπεριφορά που απομακρύνεται από τα κοινωνικώς παραδεκτά πρότυπα συμπεριφοράς και που κρίνεται από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων ότι ξεπερνά τα όρια της ανεκτικότητας.
Προκειμένου ο νομοθέτης να καταστείλει ποινικά το μαζικό κίνημα «ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ διόδια» και μια ιδιωτικού δικαίου διαφορά (άρνηση καταβολής διοδιου τέλους στην παραχωρησιούχο) να χαρακτηριστεί ως παραβατική πράξη υπαγόμενη στις διατάξεις του ΚΟΚ (ώστε να μπορεί να διαπιστώνεται από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα), ΕΠΡΕΠΕ η άρνηση πληρωμής διοδίων τελών να χαρακτηριστεί ως αποκλίνουσα συμπεριφορά, που προκαλεί κωλυσιεργία και επηρεάζει αρνητικά την κυκλοφορία αλλά και την ασφάλεια και λειτουργία των οδών… Σε διαφορετική περίπτωση, η υπαγωγή της ανωτέρω συμπεριφοράς στις διατάξεις του ΚΟΚ θα ήταν ανεπίτρεπτη…
Αυτό επιχειρείται να γίνει με την αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας στο σχέδιο νόμου για την «Εξυγίανση, αναδιάρθρωση και ανάπτυξη των αστικών συγκοινωνιών Περιφέρειας Αττικής…» όπου ορίζεται ότι «η με οποιοδήποτε τρόπο άρνηση ή αποφυγή πληρωμής διοδίων τελών σε αυτοκινητόδρομους, οδούς ταχείας κυκλοφορίας, σήραγγες και γέφυρες συνιστά αποκλίνουσα συμπεριφορά που προκαλεί κωλυσιεργία, επηρεάζει αρνητικά την κυκλοφορία αλλά και την ασφάλεια και λειτουργία της συγκοινωνιακής εγκατάστασης. Προς τούτο συνιστάται η θέσπιση ρητής απαγόρευσης και εντεύθεν η απειλή των προβλεπόμενων κυρώσεων. Η προτεινόμενη διάταξη εντάσσεται συστηματικά στο άρθρο 29 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, όπου και ρυθμίζεται η εν γένει κίνηση οχημάτων σε αυτοκινητόδρομους, οδούς ταχείας κυκλοφορίας και σήραγγες. Η παράβαση μπορεί να διαπιστώνεται από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα με αυτοπρόσωπη παρουσία κατά τη διάπραξή της ή κατόπιν ελέγχου του οχήματος. Σε κάθε περίπτωση η παράβαση βεβαιώνεται από την αρμόδια αστυνομική υπηρεσία και συνεπάγεται για τον παραβάτη την επιβολή του διοικητικού προστίμου που προβλέπεται στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου (200 ευρώ) και τη δυνητική επιβολή των διοικητικών μέτρων του άρθρου 103 παρ. 2 του Κώδικα (αφαίρεση άδειας ικανότητας οδηγού, άδεια κυκλοφορίας και κρατικών πινακίδων οχήματος για 20 ημέρες)».
Οι παραβάσεις όμως του ΚΟΚ που προκαλούν κωλυσιεργία (παρακώλυση) και επηρεάζουν την ασφάλεια και λειτουργία της συγκοινωνιακής εγκατάστασης υπάγονται ευθέως στα εγκλήματα κατά της ασφάλειας των συγκοινωνιών όπως αυτά προβλέπονται και τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα. Οπότε πέραν της επιβολής του διοικητικού προστίμου που προβλέπεται από τον ΚΟΚ, είναι τιμωρητέες και κατά τον Ποινικό Κώδικα και συγκεκριμένα από τα άρθρα 290 (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών), 291 (Διατάραξη της ασφάλειας σιδηροδρόμων, πλοίων και αεροσκαφών) και 292 (Παρακώλυση συγκοινωνιών).
Αφής στιγμής λοιπόν η πράξη της «με οποιοδήποτε τρόπο άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων τελών» χαρακτηρίστηκε ως πράξη που προκαλεί κωλυσιεργία (παρακώλυση) και επηρεάζει την ασφάλεια της συγκοινωνιακής εγκατάστασης, τιμωρείται εκτός από την επιβολή του διοικητικού προστίμου ύψους 200 ευρώ που πλέον προβλέπει ο ΚΟΚ και από τα άρθρα 290 (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών) και 292 (Παρακώλυση συγκοινωνιών) του Ποινικού Κώδικα.
Αν λοιπόν αποδεδειχθεί ότι η πράξη της «με οποιοδήποτε τρόπο άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων τελών» συνιστά το έγκλημα των άρθρων 290 ΠΚ (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών) και 292 ΠΚ (Παρακώλυση συγκοινωνιών), τότε ΟΡΘΩΣ υπήχθη στις διατάξεις του ΚΟΚ. Αν ΟΧΙ, τότε μπορεί να καταπέσει στα δικαστήρια εντος 24 ωρών.
Σύμφωνα με το άρθρο 290 παρ. 1 ΠΚ «όποιος με πρόθεση διαταράσσει την ασφάλεια της συγκοινωνίας στους δρόμους ή στις πλατείες τιμωρείται: α) με φυλάκιση, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο β) με κάθειρξη, αν επήλθε θάνατος» , ενώ σύμφωνα με το άρθρο 292 παρ. 1. «όποιος με πρόθεση παρεμποδίζει τη λειτουργία κοινόχρηστης εγκατάστασης που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία και ιδίως σιδηροδρόμου, αεροπλάνου, λεωφορείου, κλπ που προορίζονται για κοινή χρήση τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών».
Το έγκλημα του άρθρου 290 ΠΚ
Για την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος του αρθρ. 290 (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών), απαιτείται α) διατάραξη της συγκοινωνίας β) ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΠΡΟΚΥΨΕΙ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟ και γ) δόλος του δράστη. Εάν δεν συντρέχουν αθροιστικά οι ανωτέρω τρεις περιπτώσεις, ΔΕΝ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ. Η δυνατότητα να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο από την πράξη, είναι έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης (βλ. άρθρ. 18 αριθ. 6), δηλ. η διατάραξη πρέπει να συνέχεται με κίνδυνο κυρίως με ανθρώπινη υλική και εμφανή ενέργεια σε κάθε μορφής οδό, ήτοι με επικείμενη επέλευση βλάβης, χωρίς να είναι αναγκαία η επέλευση της, αρκεί να κρίνεται ότι η πράξη στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρείται ως πρόσφορη και ικανή, ως εκ της εντάσεως ποιότητας και μορφής να προκαλέσει κίνδυνο ανθρώπου . Έτσι έκρινε ο Άρειος Πάγος (βλ. ΑΠ 1585/95 ΜΣΤ1014- 1797/87 ΝοΒ 1988.146 ,. αναλυτικά για το δικαστήριο εδώ).
Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι δεν χρειάζεται να είναι κάποιος νομικός για αντιληφθεί το αυτονόητο: ότι η πράξη της με οποιοδήποτε τρόπο άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων τελών ΔΕΝ συνέχεται με κίνδυνο, με επικείμενη δηλαδή επέλευση βλάβης σε άνθρωπο, ούτε ότι η πράξη αυτή θεωρείται ως πρόσφορη και ικανή, ως εκ της εντάσεως ποιότητας και μορφής να προκαλέσει κίνδυνο ανθρώπου… Οπότε ο χαρακτηρισμός της πράξης με την αιτιολογική έκθεση ως πράξης «που επηρεάζει αρνητικά την ασφάλεια της συγκοινωνιακής εγκατάστασης» έγινε κατά προκλητική παραβίαση του Νόμου (προκειμένου να ενταχθεί άρον άρον στις διατάξεις του ΚΟΚ), ώστε να εξυπηρετηθούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα των παραχωρησιούχων εργολάβων, κατ εντολή των οποίων νομοθέτησε η βουλή «των Ελλήνων».
Τυχόν δε ισχυρισμός των αμαρτωλών αυτών ανθρώπων, ότι η πράξη της άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων συνδέεται άμεσα με την ασφάλεια λογω της συντήρησης του οδικού δικτύου με χρήματα που εισπράττονται από τα διόδια, οπότε η μη καταβολή διοδιου τέλους μπορεί λογω πλημμελούς συντήρησης της οδού να συνέχεται με κίνδυνο με επικείμενη δηλ. επέλευση βλάβης σε άνθρωπο, αντικρούεται ευχερώς ως εξής:
Κίνδυνος είναι μια κατάσταση με υλικήν υπόσταση, αντιληπτή από τις αισθήσεις μας, είναι εκείνη η μεταβολή στον εξωτερικό κόσμο που συνεπάγεται την δημιουργία αιτιακών όρων ή συνθηκών για την επέλευση μιας βλάβης (ενός βλαβερού αποτελέσματος) που δεν συνέβη ακόμα γιατί απαιτούνται και άλλοι αιτιακοί όροι. Στο έγκλημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών πρέπει να αποδειχθεί η δημιουργία ΕΜΠΕΙΡΙΚΑ κινδύνου από την συμπεριφορά του δράστη και ΟΧΙ από άλλους όρους, άσχετους με την πράξη που χαρακτηρίζεται επικίνδυνη. Διαφορετική εκδοχή θα οδηγούσε σε υπερβολική διεύρυνση του αξιοποίνου των εγκλημάτων τούτων (βλ. /. Μανωλεδάκη, Γενική θεωρία του Ποινικού Δικαίου, τόμος Β`, έκδοση 1978, σελ. 103-108).
Γνήσιο -σύμφωνα πάντοτε με την αιτιολογική έκθεση- έγκλημα διακινδύνευσης ή έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης είναι και η διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών (άρθρο 290 περ. α` του Π.Κ.) που ο αρμόδιος υπουργός θεωρεί ότι τελείται, με την επιχειρηθείσα άρνηση ή αποφυγή πληρωμής διοδίων τελών. Για να στοιχειοθετηθεί όμως το πιο πάνω έγκλημα θα `πρεπε να `χουμε κίνδυνο για άνθρωπο και όχι οποιοδήποτε κίνδυνο, αλλ` ΕΜΠΕΙΡΙΚΑ, πλέον, διαπιστωμένο κίνδυνο απ` την επιχειρούμενη κάθε αυτή άρνηση ή αποφυγή πληρωμής διοδίων τελών και ΟΧΙ από άλλους όρους, άσχετους με την πράξη που χαρακτηρίζεται επικίνδυνη.
Για να στοιχειοθετούταν δηλ. το έγκλημα θα έπρεπε να αποδεικνύεται η δημιουργία ΕΜΠΕΙΡΙΚΑ κινδύνου από την συμπεριφορά του δράστη (που δεν πληρώνει διόδια) και ΟΧΙ από άλλους όρους (πλημμελής συντήρηση της οδού από τον εργολάβο με τον ισχυρισμό ότι λογω της μη πληρωμής διοδίων δεν δύναται οικονομικά να εκτελέσει έργα συντήρησης και ασφάλειας της οδού), ορους άσχετους δηλ. με την πράξη που χαρακτηρίζεται επικίνδυνη. Για περισσότερη νομική ανάλυση για το δικαστήριο εδώ (Δ97/1182/54/1998 ΔΙΑΤ ΕΙΣΠΡΘΕΣΣΑΛ).
Τέλος κατά το άρθρο 15 του Π.Κ., όπου ο νόμος, για την ύπαρξη αξιόποινης πράξεως απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αναγκαία προϋπόθεση της εφαρμογής της είναι η ύπαρξη ιδιαίτερης (δηλαδή ειδικής και όχι γενικής) υποχρεώσεως του υπαιτίου προς ενέργεια, που τείνει στην παρεμπόδιση του αποτελέσματος για την επέλευση του οποίου ο νόμος απειλεί ορισμένη ποινή. Η υποχρέωση αυτή μπορεί να πηγάζει από ρητή διάταξη νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων, που συνδέονται με ορισμένη έννομη σχέση του υποχρέου ή από ΣΥΜΒΑΣΗ ή από ορισμένη συμπεριφορά του υπαιτίου από την οποία δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος.
Τέτοια ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος με έργα συντήρησης και ασφάλειας έχει από τη ΣΥΜΒΑΣΗ παραχώρησης και το νόμο η παραχωρησιούχος και όχι ο χρήστης της οδού ο οποίος αρνείται να πληρώσει διόδια τέλη (βλ. εδώ αιτιολογημένη καταδίκη με απόφαση του Αρείου Πάγου, πολιτικού μηχανικού για το έγκλημα της διατάραξης ασφάλειας των συγκοινωνιών, ο οποίος ως έχων ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να μεριμνήσει για την ασφάλεια της οδού, ως υπεύθυνος για την επίβλεψη της ανακατασκευής της Εθνικής Οδού Αθηνών - Θεσ/κης, δεν μερίμνησε για τον καθαρισμό της οδού από χώματα που διασκόρπιζαν τα φορτηγά αυτοκίνητα της εργολήπτριας εταιρείας, με αποτέλεσμα λόγω της βροχής η επιφάνεια του οδοστρώματος να καταστεί ολισθηρή και η κυκλοφορία επί της οδού επικίνδυνη).
Το έγκλημα του άρθρου 292 ΠΚ
Κατά το άρθρο 292 παρ. 1 ΠΚ, όποιος με πρόθεση παρεμποδίζει τη λειτουργία κοινόχρηστης εγκατάστασης που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία και ιδίως σιδηροδρόμου, αεροπλάνου, Λεωφορείου, που προορίζονται για κοινή χρήση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι τα στοιχεία του προαναφερομένου εγκλήματος της παρακώλυσης συγκοινωνιών είναι: α] η δια θετικής ενέργειας [όχι με παράλειψη] και καθ` οιονδήποτε τρόπο παρακώλυση της κανονικής λειτουργίας μιας κοινής χρήσης εγκατάστασης, η οποία μπορεί να είναι διαρκής ή προσωρινή, β] εγκατάσταση κοινής χρήσης που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία, γ] η εγκατάσταση αυτή να είναι προορισμένη για κοινή χρήση [από άγνωστο αριθμό προσώπων και αδιάκριτα και δ] η παρακώλυση να γίνεται από πρόθεση [ΑΠ 1254/1993, ΠΧρ ΜΓ.1009, ΑΠ 1009/2000 ΠΧρ ΝΑ.243].
Περεταίρω , η παρακώλυση των "συγκοινωνιών" που προορίζονται για περιορισμένη μόνο χρήση ΔΕΝ τιμωρείται με το παρόν άρθρο (σχετ. ΑιτΕκθ σ. 264). Έχει αναφορικά με αυτό κριθεί, ότι η κατασκευή που προορίζεται για την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων παρά το γεγονός ότι έχει προέλθει μετά από εξειδικευμένες τεχνικές μελέτες και εργασίες, με τη μόνιμη τοποθέτηση αδρανών υλικών επί εδάφους διαμορφωθέντος καταλλήλως δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως εγκατάσταση κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 292 παρ. 1 ΠΚ, όπου δεν αρκεί απλώς μια μόνιμη κατασκευή, αλλά απαιτεί ένα οργανικό σύνολο που εμφανίζει αυτοτελή λειτουργία όπως ο σιδηρόδρομος, το λεωφορείο, το ταχυδρομείο κ.λ.π., (Συμ. Πλημ. Τρικ. 140/ 1994 Υπεράσπιση 1994 σελ. 1427).
Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι α) η ΜΗ καταβολή διοδίου τέλους δεν αποτελεί θετική ενέργεια αλλά παράλειψη, οπότε η πράξη αυτή δεν συνιστά παρεμπόδιση της λειτουργίας κοινόχρηστης εγκατάστασης που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία και επομένως ΔΕΝ εμπίπτει στην περίπτωση του άρθρου 292 παρ. 1 ΠΚ και β) οι κατασκευές των διοδίων σταθμών παρά το γεγονός ότι έχουν προέλθει μετά από εξειδικευμένες τεχνικές μελέτες και εργασίες, με τη μόνιμη τοποθέτηση αδρανών υλικών επί εδάφους διαμορφωθέντων καταλλήλως, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως εγκατάσταση κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 292 παρ. 1 ΠΚ, αφού δεν αρκεί απλώς μια μόνιμη κατασκευή (σταθμός διοδίων), αλλά απαιτείται ένα οργανικό σύνολο που εμφανίζει αυτοτελή λειτουργία (όπως ο σιδηρόδρομος και το λεωφορείο). Οι σταθμοί των διοδίων είναι μεν οργανικές εγκαταστάσεις, δίχως όμως οργανικό σύνολο που να εμφανίζει αυτοτελή λειτουργία όπως είναι το σιδηροδρομικό λχ δίκτυο.
Προκύπτει από τα παραπάνω ότι δεν χρειάζεται να είναι κάποιος νομικός για αντιληφθεί το αυτονόητο: ότι η πράξη της με οποιοδήποτε τρόπο άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων τελών ΔΕΝ συνιστά παρακώλυση δηλ. παρεμπόδιση της λειτουργίας κοινόχρηστης εγκατάστασης που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία… Οπότε ο χαρακτηρισμός της πράξης με την αιτιολογική έκθεση ως πράξης «που προκαλεί κωλυσιεργία» έγινε κατά προκλητική παραβίαση του Νόμου (προκειμένου να ενταχτεί άρον άρον στις διατάξεις του ΚΟΚ), ώστε να εξυπηρετηθούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα των παραχωρησιούχων εργολάβων, κατ εντολή των οποίων νομοθέτησε η βουλή «των Ελλήνων».
«Αποκλίνουσα συμπεριφορά» σύμφωνα με τη φαιδρή αιτιολογική έκθεση, η άρνηση πληρωμής διοδίων τελών!!!
Σύμφωνα με την ερμηνεία που η επιστήμη της κοινωνιολογίας αποδίδει στον όρο, απόκλιση είναι η κοινωνικά παραδεκτή απόσταση της εκπλήρωσης από το πρότυπο του ρόλου. Από ένα σημείο και μετά, η απόκλιση συνιστά παράβαση κοινωνικού κανόνα (νόμου, εθίμου ή συνήθειας) και κρίνεται ως κοινωνικά απαράδεκτη. Γίνεται τότε εκτροπή ή παρέκκλιση, απέναντι στην οποία η κοινωνία αντιτάσσει κάποια μορφή κοινωνικού ελέγχου. Επομένως, η έκτροπη συμπεριφορά ή κοινωνική απόκλιση ή κοινωνική παρέκκλιση (deviant behavior / deviance) είναι η συμπεριφορά που παραβιάζει τους κοινωνικούς κανόνες ή τις προσδοκίες μιας κοινωνικής ομάδας ή μιας ολόκληρης κοινωνίας. Πρόκειται για συμπεριφορά που απομακρύνεται από τα κοινωνικώς παραδεκτά πρότυπα συμπεριφοράς και που κρίνεται από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων ότι ξεπερνά τα όρια της ανεκτικότητας.
Άτομα που εκδηλώνουν αποκλίνουσα ή παραβατική συμπεριφορά (δηλ. παραβατικά άτομα) είναι οι φονιάδες, οι κλέφτες, οι μαφιόζοι, οι ναρκομανείς, οι αθλητές που ντοπάρονται, αυτοί που παραβιάζουν κατά συνήθεια τις ώρες κοινής ησυχίας, όσοι φοράνε σορτσάκια και αθλητικά παπούτσια σ’ έναν γάμο, όσοι γελάνε σε μια κηδεία, κ.ο.κ.
Σύμφωνα με την Δρ. Ασπασία Τσαούση (Πανεπιστήμιο Αθηνών/ Τμήμα Μ.Ι.Θ.Ε. Κοινωνιολογία των Έμφυλων Σχέσεων), η αποκλίνουσα συμπεριφορά είναι κοινωνικά προσδιορισμένη συμπεριφορά. Με άλλα λόγια, ο χαρακτηρισμός μιας συμπεριφοράς ή μιας ενέργειας ως αποκλίνουσας ποικίλλει σημαντικά, ανάλογα με την ιστορική εποχή, τον τόπο και την κοινωνική ομάδα. Ιδιαίτερα πρέπει να τονιστεί η σχετικότητα της απόκλισης μέσα στο χρόνο, καθώς αυτό που θεωρείται απόκλιση σε δεδομένη ιστορική στιγμή μπορεί να είναι γενικώς παραδεκτή συμπεριφορά σε μιαν άλλη. Έτσι, παρατηρείται ένας αναπροσδιορισμός της αποκλίνουσας συμπεριφοράς.
Η συμπεριφορά άρνησης πληρωμής για ΠΑΡΑΝΟΜΑ διόδια, δεν είναι συμπεριφορά που απομακρύνεται από τα κοινωνικώς παραδεκτά πρότυπα συμπεριφοράς, ούτε συμπεριφορά που κρίνεται από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων ότι ξεπερνά τα όρια της ανεκτικότητας. Το αντίθετο μάλιστα αφού ήδη, το 30% των οδηγών αρνούνται να πληρώσουν διόδια… Το 30% αυτών των οδηγών καθώς και 79% των πολιτών που σε δημοσκόπηση του περιοδικού 4Τ στην ερώτηση «συμφωνείτε να μην πληρώνονται διόδια?» απαντούν «ναι παντού» και «σε ορισμένες περιπτώσεις μόνο», αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας που κρίνει ότι τα όρια της ανεκτικότητας δεν τα ξεπερνούν οι πολίτες που δεν πληρώνουν διόδια, αλλά η κλεπτοκρατία που επιβάλει την πληρωμή ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ διοδίων… Ο χαρακτηρισμός δε της συμπεριφοράς άρνησης πληρωμής ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ διοδίων τελών ως δήθεν αποκλίνουσας -κατά την κλεπτοκρατία- συμπεριφοράς, εμφανίζεται σήμερα εντονότερη σε σχέση με το παρελθόν, λογω της δυσμενέστατης οικονομικής συγκυρίας σε συνδυασμό με την προκλητική ατιμωρησία πρωθυπουργών και υπουργών, που έχει εξοργίσει τους πολίτες.
Το θεαματικά διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας για το κίνημα «ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ διόδια» και «ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ (γενικώς)» (ως κίνημα διαμαρτυρίας απέναντι στην ανομία και την επιλεκτική ατιμωρησία όσων έφτασαν τη χώρα εδω), αποδεικνύεται περίτρανα, από την κάθετη αύξηση των δυο τελευταίων ετών στις αναζητήσεις των Ελλήνων στη μηχανή της Google, με λέξεις κλειδιά «διόδια» και «δεν πληρώνω».
Πως ακυρώνεται ο νόμος σε 24 ώρες:
Τα παρακάτω αποτελούν προσωπική επιστημονική άποψη έχουν ενημερωτικό σκοπό και δεν αποτελούν προτροπή για συγκεκριμένη ενέργεια
Το να προσφύγεις εναντίον της τροπολογίας στο Συμβούλιο της Επικρατείας ή στα διοικητικά δικαστήρια (για την ακύρωση της κάθε αστυνομικής κλήσης ξεχωριστά), θα πάρει χρόνια ολόκληρα… Γνωρίζουν αυτοί που έφεραν την τροπολογία στη βουλή , ότι αυτή θα ακυρωθεί… Απλά αυτό θα πάρει χρόνια… Μέχρι τότε, το σημαντικό αυτό κίνημα θα έχει ατονήσει… Πρόσεξε λοιπόν τι θα μπορούσε να γίνει:
Αφής στιγμής η πράξη της «με οποιοδήποτε τρόπο άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων τελών» χαρακτηρίστηκε ως πράξη που προκαλεί κωλυσιεργία (παρακώλυση) και επηρεάζει την ασφάλεια της συγκοινωνιακής εγκατάστασης, τιμωρείται εκτός από την επιβολή του διοικητικού προστίμου ύψους 200 ευρώ που προβλέπει πλέον ο ΚΟΚ και από τα άρθρα 290 (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών) και 292 (Παρακώλυση συγκοινωνιών) του Ποινικού Κώδικα.
Τα εγκλήματα των άρθρων 290 και 292 διώκονται ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΑ. Τι σημαίνει αυτό? Ότι το αστυνομικό όργανο που βεβαιώνει την παράβαση (και επιβάλει πρόστιμο 200 ευρώ), υποχρεούται να σε συλλάβει ΑΜΕΣΩΣ και να σε στείλει κατηγορούμενο (με την αυτόφωρη διαδικασία), ώστε να δικαστείς για τα αδικήματα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών (290) και της παρακώλυσης συγκοινωνιών (292). Δεν έχει «δεν θέλω» ούτε «σε λυπάμαι και δε σε στέλνω κατηγορούμενο». Το αστυνομικό όργανο είναι υποχρεωμένο από τον νόμο να σε στείλει κατηγορούμενο.
Πρόσεξε τώρα να δεις: Τα αστυνομικά όργανα που θα βεβαιώνουν στο εξής τις παραβάσεις, δεν γνωρίζουν ούτε ότι πρέπει να σε συλλάβουν, ούτε ότι πρέπει να σε στείλουν κατηγορούμενο. Από ψηλά υπάρχει προφανώς η εντολή, ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ γιατί αν πάει, ο ΝΟΜΟΣ ΘΑ ΚΑΤΑΠΕΣΕΙ (ΣΤΑ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ) ΜΕΣΑ ΣΕ 24 ΩΡΕΣ…
Οπότε μόλις το αστυνομικό όργανο βεβαιώσει την παράβαση (σου κόψει κλήση 200 ευρώ), θα μπορούσε να του δηλώσεις το εξής: «Η παράβαση την οποία μόλις βεβαιώσατε, έχει σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας στο σχέδιο νόμου για την «Εξυγίανση, αναδιάρθρωση και ανάπτυξη των αστικών συγκοινωνιών Περιφέρειας Αττικής…», χαρακτηρισθεί ως πράξη που προκαλεί παρακώλυση συγκοινωνιών και επηρεάζει την ασφάλεια και λειτουργία της συγκοινωνιακής εγκατάστασης. Οι ανωτέρω πράξεις που με την άρνηση πληρωμής διοδιου τέλεσα, υπάγονται ευθέως στα εγκλήματα κατά της ασφάλειας των συγκοινωνιών όπως αυτά προβλέπονται και τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, τα οποία διώκονται ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΑ. Πέραν της επιβολής του διοικητικού προστίμου που μου επιβάλατε, είναι τιμωρητέες και κατά τον Ποινικό Κώδικα και συγκεκριμένα από τα άρθρα 290 (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών) και 292 (Παρακώλυση συγκοινωνιών). Για το λόγο αυτό ΥΠΟΧΡΕΟΥΣΤΕ να με συλλάβετε αμέσως, να υποβάλετε εναντίον μου μήνυση και με την αυτόφωρη διαδικασία να κρατηθώ και να οδηγηθώ αμέσως στον Εισαγγελέα."
Ερωτάται εδώ αν ο αστυνομικός ευθύνεται για παράβαση καθήκοντος αν αρνηθεί να σε στείλει κατηγορούμενο και αν για το λόγο αυτό νομιμοποιείται ο πολίτης να στραφεί κατά του αστυνομικού. Αν δηλ. θα μπορούσε ως νομική βάση της μήνυσης κατά του αστυνομικού οργάνου για παράβαση καθήκοντος και κατάχρηση εξουσίας, να είναι ότι αρνήθηκε να εκτελέσει το καθήκον του (να σε στείλει κατηγορούμενο ώστε να κριθεί από τον ποινικό δικαστή αν είναι σύννομος ο χαρακτηρισμός της άρνησης πληρωμής διοδίου ως πράξη που προκαλεί κωλυσιεργία (292 ΠΚ) και επηρεάζει αρνητικά την ασφάλεια της συγκοινωνιακής εγκατάστασης (290 ΠΚ), προκειμένου να προστατέψει την παράνομη τροπολογία, για να μην καταπέσει ενωπιον του ποινικού δικαστηρίου, εξυπηρετώντας με τον τρόπο αυτό τα επιχειρηματικά συμφέροντα της παραχωρησιούχου (να προσπορίσει στην παραχωρησιούχο παράνομο όφελος π.χ από είσπραξη διοδίων για υπό κατασκευή αυτοκινητόδρομο ή αυτοκινητόδρομο που ΔΕΝ πληρεί τις προϋποθέσεις ασφαλείας που η 1992/62 οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει, βλ. αρθρ. 259 ΠΚ και για ανάλυση παράβασης καθήκοντος και κατάχρησης εξουσίας δες εδώ). Και αν τυχόν παράλειψη του αστυνομικού οργάνου να εκτελέσει το καθήκον του, προσβάλει ευθέως το δικαίωμα αυτού που δεν πληρώνει διόδια, διότι του αποστερεί την πρόσβαση σε δίκαιη δίκη (προκειμένου να κριθεί η πράξη του και να αθωωθεί), ώστε με την αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου να διευκολυνθεί στην δίκη ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου, για την ακύρωση της ατομικής διοικητικής πράξης της επιβολής διοικητικού πρόστιμου ύψους 200 ευρώ.
Ερωτάται εδώ αν ο αστυνομικός ευθύνεται για παράβαση καθήκοντος αν αρνηθεί να σε στείλει κατηγορούμενο και αν για το λόγο αυτό νομιμοποιείται ο πολίτης να στραφεί κατά του αστυνομικού. Αν δηλ. θα μπορούσε ως νομική βάση της μήνυσης κατά του αστυνομικού οργάνου για παράβαση καθήκοντος και κατάχρηση εξουσίας, να είναι ότι αρνήθηκε να εκτελέσει το καθήκον του (να σε στείλει κατηγορούμενο ώστε να κριθεί από τον ποινικό δικαστή αν είναι σύννομος ο χαρακτηρισμός της άρνησης πληρωμής διοδίου ως πράξη που προκαλεί κωλυσιεργία (292 ΠΚ) και επηρεάζει αρνητικά την ασφάλεια της συγκοινωνιακής εγκατάστασης (290 ΠΚ), προκειμένου να προστατέψει την παράνομη τροπολογία, για να μην καταπέσει ενωπιον του ποινικού δικαστηρίου, εξυπηρετώντας με τον τρόπο αυτό τα επιχειρηματικά συμφέροντα της παραχωρησιούχου (να προσπορίσει στην παραχωρησιούχο παράνομο όφελος π.χ από είσπραξη διοδίων για υπό κατασκευή αυτοκινητόδρομο ή αυτοκινητόδρομο που ΔΕΝ πληρεί τις προϋποθέσεις ασφαλείας που η 1992/62 οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει, βλ. αρθρ. 259 ΠΚ και για ανάλυση παράβασης καθήκοντος και κατάχρησης εξουσίας δες εδώ). Και αν τυχόν παράλειψη του αστυνομικού οργάνου να εκτελέσει το καθήκον του, προσβάλει ευθέως το δικαίωμα αυτού που δεν πληρώνει διόδια, διότι του αποστερεί την πρόσβαση σε δίκαιη δίκη (προκειμένου να κριθεί η πράξη του και να αθωωθεί), ώστε με την αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου να διευκολυνθεί στην δίκη ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου, για την ακύρωση της ατομικής διοικητικής πράξης της επιβολής διοικητικού πρόστιμου ύψους 200 ευρώ.
Θα αρκούσε λοιπόν να πας κατηγορούμενος. Τα υπόλοιπα θα ήταν απλά. Θα μπορούσε να εμφανιστείς στον Εισαγγελέα με όσα ανωτέρω παραθέτω και στην περίπτωση που σε παραπέμψει να δικαστείς, παρουσιάζεσαι στο ποινικό δικαστήριο και βάζεις ως αυτοτελή ισχυρισμό, όσα ανωτέρω παραθέτω (εγγράφως). Το δικαστήριο –εκτιμώ ότι- θα μπορούσε να σε κηρύξει πανηγυρικά αθώο…
Αν κριθείς αθώος, αυτό σημαίνει ότι το δικαστήριο έκρινε ότι ΔΕΝ ΤΕΛΕΣΕΣ ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ των άρθρων 290 (Διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών) και 292 (Παρακώλυση συγκοινωνιών). Αυτό συνεπάγεται, ότι ο χαρακτηρισμός της πράξης με την αιτιολογική έκθεση ως πράξης «που προκαλεί κωλυσιεργία (292 ΠΚ) και επηρεάζει αρνητικά την ασφάλεια της συγκοινωνιακής εγκατάστασης (290 ΠΚ)», κρίθηκε από το ποινικό δικαστήριο ως μη νόμιμος… Ελλείψει λοιπόν τέτοιου χαρακτηρισμού ως νόμιμου, η πράξη της «με οποιοδήποτε τρόπο άρνησης ή αποφυγής πληρωμής διοδίων τελών», ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ περιλαμβάνεται στον ΚΟΚ. Οπότε ο νόμος θα έχει καταπέσει στα ποινικα δικαστήρια, μέσα σε 24 μόλις ώρες…
Αν αυτό συμβεί και μάλιστα μέσα σε λίγες ώρες ή μέρες από την ψήφιση της τροπολογίας, τότε αυτός που έφερε την τροπολογία στη βουλή, οφείλει –αν μη τι άλλο- να παραιτηθεί…