alampasis@gmail.com

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009

ΤΑ ΚΑΜΟΥΦΛΑΡΙΣΜΕΝΑ RADAR ΤΗΣ ΤΡΟΧΑΙΑΣ




















Η παρούσα αφορά σε βεβαίωση παράβασης η οποία καταγράφηκε και βεβαιώθηκε από αστυνομικά όργανα της υπηρεσίας Τροχαίας Αττικής Οδού την 03-09-2007 και ώρα 12.16 στο Ε – 50 χλμ της Αττικής Οδού. Ειδικότερα αφορά σε υπέρβαση του ορίου ταχύτητας για ταχύτητα κίνησης του οχήματος που φέρομαι ότι οδηγούσα , με 182 χλμ /ώρα (παράβαση του αρθ. 20 αρ. 12 ΚΟΚ).
Η ανωτέρω καταγραφή έγινε από αστυνομικό όχημα με συμβατικές πινακίδες στο εσωτερικό του οποίου ήταν εγκατεστημένος ειδικός εξοπλισμός καταγραφής και μέτρησης της ταχύτητας των παραπλεύρως κινουμένων οχημάτων. Σημειωτέων δε ότι κατά το χρόνο που το «καμουφλαρισμένο» αυτό περιπολικό - ραντάρ κατέγραψε την ταχύτητα του όχηματός μου ο οδηγός αυτού (εγώ είτε κάποιος άλλος) , δεν αντιλήφθηκε απολύτως το παραμικρό. Δηλαδή το καμουφλαρισμένο αυτό αστυνομικό όχημα αφού κατέγραψε την ταχύτητα του οχήματός μου , αντί να ακινητοποιήσει αμέσως τον οδηγό ώστε εκείνη τη στιγμή να του γνωστοποιήσει την παράβαση και επί τόπου να του επιδώσει την αστυνομική κλήση , συνέχισε το … εισπρακτικό έργο της αθόρυβης καταγραφής άλλων οδηγών τις Α.Ο.
Τρεις μήνες μετά την υποτιθέμενη τέλεση της παραβατικης πράξης ( κίνηση με ταχύτητα 182 χλμ/ωρα) , εκλήθην από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής μου προκειμένου να μου επιδοθεί η διοικητική πράξη (αστυνομική κλήση)!!!!

Πράγματι , μου επιδόθηκε πράξη βεβαίωσης παράβασης με επιβολή διοικητικού προστίμου ύψους 350 ευρώ για παραβίαση της ανωτέρω διατάξεως του ΚΟΚ για κίνηση οχήματος σε αυτοκινητόδρομο με ταχύτητα πάνω από 150 χλμ/ωρα.
Σε συνεχεία της ανωτέρω υποτιθέμενης βεβαιωμένης παραβατικης συμπεριφοράς μου , μου κοινοποιήθηκε (με βάση τον αριθμό κυκλοφορίας του αυτοκινήτου μου και ταυτοποίηση αυτού με το πρόσωπό μου) νέα διοικητική πράξη σύμφωνα με την οποία , κλήθηκα (κατ αρθ. 20 αρ. 12 παρ. 3) όπως παραδώσω την άδεια ικανότητας οδήγησής μου για 60 ημέρες (αφαίρεση της άδειας οδήγησης).
Σημειωτέων δε ότι στις περιπτώσεις αυτές ήτοι τη βεβαίωση της παράβασης μόνο με τον αριθμό κυκλοφορίας , ο νόμος προβλέπει ότι ο ιδιοκτήτης του οχήματος δύναται όπως υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση περί τυχόν ετερου προσώπου που κατά την ημεροχρονολογια της τέλεσης της παραβατικης πράξης οδηγούσε το αυτοκίνητο… Τούτη την υπεύθυνη δήλωση κλήθηκα να την υποβάλλω τρεις μήνες μετά την -εν αγνοία μου- καταγραφή της υπέρβασης της ταχύτητας του οχήματος!!!! Ερωτάται βεβαίως εδώ , αν ο οποιοσδήποτε οδηγός ενθυμείτε προ τριών μηνών αν την ημέρα Η και περί ώρα Ω , ποιο από τα οικία πρόσωπά του μπορεί να οδηγούσε το αυτοκίνητο του!!!!
Κατά της ανωτέρω ατομικής διοικητικής πράξης (αστυνομικής κλήσης βεβαίωσης παράβασης με επιβολή διοικητικού προστίμου ύψους 350 ευρω και αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης για 60 ημέρες) κατέθεσα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας Αίτηση Ακύρωσης με αίτημα όπως ακυρωθούν οι πράξεις και που με αυτή προσβάλλονται.
Σημειωτέων δε ότι αυτού του είδους οι καταγραφές με τον τρόπο που αυτές γίνονται , έχουν τεράστιο κοινωνικό αντίκτυπο. Σύμφωνα με δημοσίευμα του κυριακάτικου τύπου «στους τρεις πρώτους μήνες λειτουργίας του συστήματος στην Αττική Οδό , το φωτογραφικό αυτό ραντάρ, δια της ανωτέρω μεθόδου μέτρησης και καταγραφής έχει καταγράψει 2.146 οδηγούς οι οποίοι έχουν κληθεί για τα περαιτέρω . Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα «Στην υπόλοιπη χώρα, δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, αλλά όπως είναι ευνόητο, πρόκειται για χιλιάδες». Συνολικά «62 καμουφλαρισμένα αυτοκίνητα είναι διάσπαρτα σε όλες τις διευθύνσεις Τροχαίας της χώρας» (Έθνος της Κυριακής 29/09/2007)
Λόγω ακριβώς της τεραστίας κοινωνικής διάστασης που η μέθοδος της καταγραφής έχει για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο , η είδηση της προσφυγής μου κατά της εν λόγω διοικητικής πράξης και των σχετικών διατάξεων του νόμου δυνάμει των οποίων αυτή εξεδόθη , δημοσιεύτηκε σε πολλά ειδησιογραφικα μέσα ( δημοσίευση 1 , δημοσίευση 2 , δημοσίευση 3, δημοσίευση 4 , δημοσίευση 5 , δημοσίευση 6).
Γίνεται δε σαφές ότι στην περίπτωση που η προσφυγή μου κριθεί βάσιμη (δηλαδή ακυρωθεί ως παράνομη και αντισυνταγματική η πρακτική της εν αγνοία του οδηγού καταγραφής της ταχύτητας και κοινοποιήσεως της αστυνομικής κλήσης μετά παρελεύσεως πολλών μηνών) , δημιουργείται μείζον ζήτημα για εκατοντάδες χιλιάδες οδηγούς , αφού όλες οι -δια αυτής της μεθόδου- περιπτώσεις επιβολής προστίμου και αφαίρεσης της άδειας οδήγησης , θα θεμελιώσουν δικαίωμα αποζημίωσης για εκατοντάδες χιλιάδες οδηγούς.
Οι λόγοι ακύρωσης είναι περιληπτικά οι ακόλουθοι (το πλήρες κείμενο του δικογράφου παρατίθεται στο σύνδεσμο αυτό):
1. Το παράδοξο της διαδικασίας που συνίσταται στο ότι ενώ η συσκευή (εν αγνοία του φερόμενου ως παραβάτη) μετρά την ταχύτητα και καταγράφει την παράβαση της υπέρβασης , εν συνεχεία δεν ακολουθεί η ακινητοποίηση του οχήματος του διαπραξαντος την παράβαση οδηγού και η επιτόπια γνωστοποίηση σε αυτόν του αποτελέσματος της μέτρησης (μετά της επιτόπιας επιδόσεως είτε της σχετικής αστυνομικής κλήσης είτε οποιασδήποτε άλλης βεβαίωσης της γνωστοποίησης της μέτρησης) , αλλά αντίθετα , το αυτοκίνητο της τροχαίας συνεχίζει το … εισπρακτικό του έργο (!) προβαίνοντας διαδοχικά –με τον ίδιο τρόπο- σε εκατοντάδες άλλες καταγραφές παραβάσεων υπέρβασης του ορίου ταχύτητας εκατοντάδων άλλων οδηγών οχημάτων (δίχως το αστυνομικό πλήρωμα –επιτόπου- να γνωστοποιεί σε όλους αυτούς τους φερόμενους ως παραβάτες το αποτέλεσμα της κάθε μέτρησης)…
 
2. ΤΟ ΜΗ ΣΥΝΝΟΜΟ ΣΤΗΝ ΕΝΔΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΩΣΗΣ (ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΚΑΙ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΟΔΗΓΗΣΗΣ ΓΙΑ 60 ΗΜΕΡΕΣ) , ΑΛΛΑ
Α) Ο ΤΡΟΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ (ΕΠΙΤΟΠΙΑ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΕΝ ΑΓΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΔΗΓΟΥ ΜΕ –ΟΜΩΣ- ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ) , ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ
Β) ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΤΑ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΜΗ ΕΥΛΟΓΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (3 ΜΗΝΩΝ!!!) ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΦΕΡΟΜΕΝΟ ΩΣ ΠΑΡΑΒΑΤΗ (ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ!!!) ,
ΚΑΤΑ ΤΡΟΠΟ ΤΕΤΟΙΟ , ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΠΙΦΥΛΑΣΣΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΦΕΡΟΜΕΝΟ ΩΣ ΠΑΡΑΒΑΤΗ , ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΞΗΣ (ΑΡΘ. 20 ΣΥΝ). ΥΠΟ ΤΙΣ ΑΝΩΤΕΡΩ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ , ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘ. 20 ΑΡ. 12 ΠΑΡ 3 ΚΟΚ , ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ (ΩΣΑΝ Ο ΠΑΡΑΒΑΤΗΣ ΝΑ ΚΑΤΕΛΗΦΘΗ ΕΠ ΑΥΤΟΦΩΡΩ) Η ΒΑΡΥΤΑΤΗ ΠΟΙΝΗ ΤΗΣ ΑΦΑΙΡΕΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΟΔΗΓΗΣΗΣ ΓΙΑ 60 ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΕΡΜΕΤΡΑ ΥΨΗΛΟ (ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ) ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΤΩΝ 350 ΕΥΡΩ (ΙΣΟ ΜΕ ΤΟ ΜΙΣΟ ΜΗΝΙΑΙΟ ΒΑΣΙΚΟ ΜΙΣΘΟ!!!) , ΕΝΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘ. 20 ΑΡ. 12 ΠΑΡ. 2 , ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ 5 ΒΑΘΜΟΙ ΣΤΟ ΣΕΣΟ ΚΑΙ 100 ΕΥΡΩ ΠΡΟΣΤΙΜΟ.
Επειδή ακριβώς η επιβολή της κύρωσης της αφαίρεσης για 60 ημέρες έχει χαρακτήρα γνήσιας ποινής (λόγω της βαρύτητας, της κοινωνικής απαξίας και του κοινωνικού στίγματος , των περιορισμών που θέτει στην ελευθερία της μετακίνησης των προσώπων , στην εργασία κλπ) , αλλά και επειδή ακριβώς έχει ως παρεπόμενο αποτέλεσμα την απαγόρευση της οδήγησης οποιουδήποτε αυτοκινήτου καθώς και της στέρηση χρήσεως του προσωπικού αυτοκινήτου , στην περίπτωση –ειδικά- που το αυτοκίνητο χρησιμοποιείται ως χώρος εργασίας τούτη η ανωτέρω επιβαλλόμενη ποινή έχει σημαντικό επαγγελματικό και οικονομικό αντίκτυπο (υπό την έννοια της θετικής και αποθετικής οικονομικής ζημίας) , για τους ανωτέρω αυτούς λόγους , η εξωποινικα επιβαλλόμενη αυτή ποινή δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη , ιδίως μάλιστα όταν αυτή θίγει βασικά αγαθά του προσώπου . Θα πρέπει δηλαδή αυτή η ποινή να διέπεται από την αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογίας , επίσης δε να ισχύουν και για αυτή την ποινή οι ουσιαστικές και δικονομικές εγγυήσεις των γνήσιων ποινών αφού η κύρωση της ποινής της αφαιρέσεως , δεν υπολείπεται κατά τη φύση της σε απαξιολογικη βαρύτητα αλλά και σε ηθικό στίγμα έναντι της γνήσιας ποινής της αφαιρέσεως (ως ποινή παρεπόμενη) επιβαλλόμενη από το ποινικό δικαστήριο.
3. Το κύρος του παραγόμενου από τη συσκευή αποδεικτικού μέσου (φωτογραφία RADAR) , δεν υψηλό διότι ναι μεν η φωτογραφία αποτυπώνει τη θέση του αντικειμένου (οχήματος) εντός συγκεκριμένου χώρου (Αττική Οδό) , πλην όμως δεν αποτυπώνει την κίνηση (συνεχής ροή εικόνας) καθώς επίσης και δεν ενσωματώνει την επενέργεια των μαγνητικών ραδιοκυμάτων που οδηγούν στο αποτέλεσμα της μέτρησης και άρα , σε αυτή την περίπτωση o φερόμενος ως παραβάτης δύναται δια της ανταποδείξεως (επίκληση μη αρτιότητας της λειτουργίας της συσκευής, μαρτυρικές καταθέσεις συνεπιβατών περί της ταχύτητας κίνησης του οχήματος σε σχέση με το αποτέλεσμα της μέτρησης , διενέργεια πραγματογνωμοσύνης , ιδιωτικό έγγραφο μονάδας GPS του αυτοκινήτου που αποδεικνύει την ταχύτητα του οχήματος κλπ) να αποδυναμώσει την αποδεικτική ισχύ της φωτογραφικής απεικόνισης της συσκευής του RADAR .
Η σύνταξη του δημοσίου εγγράφου (αστυνομική κλήση) βασίζεται σε μέτρηση συσκευής και άρα τα βεβαιούμενα στο έγγραφο γεγονότα δεν αποτελούν παράγωγο των όσων ο συντάκτης του εγγράφου διαπίστωσε με τις αισθήσεις του τούτο δε για τον λόγο ότι είναι εκτός των ανθρωπίνων αισθητηρίων δυνατοτήτων ο ακριβής υπολογισμός της ταχύτητας ενός κινουμένου σώματος .
Σύμφωνα με τα ανωτέρω , ο συντάκτης του εγγράφου δεν δύναται να αντιληφθεί με τις αισθήσεις του αν η ταχύτητα της κίνησης είναι 150 χλμ/ωρα (επιβολή προστίμου 100 ευρω και 5 βαθμών ποινής ΣΕΣΟ κατ αρθ. 20 αρ. 12 παρ 2 ΚΟΚ) ή είναι 151 χλμ/ωρα (επιβολή προστίμου 350 ευρω και αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδήγησης για 60 ημέρες κατ αρθ. 20 αρ. 12 παρ 3 ΚΟΚ) , ΤΟΥΤΗ ΔΕ Η ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΕΡΧΕΤΑΙ με μόνη τη διαφορά του 1 χλμ / ώρα το οποίο όμως διαφοροποιεί πλήρως την βαρύτητα της ποινής!
Ο συντάκτης του εγγράφου (αστυνομικός) οφείλει να διακριβώσει την αλήθεια του γεγονότος της υπέρβασης της ταχύτητας που βεβαιώνει ως αληθινό , πλην όμως αυτό είναι αδύνατο να πράξει με μόνο τις δικές του αισθήσεις (διότι ο ακριβής υπολογισμός της ταχύτητας ενός κινουμένου σώματος , είναι εκτός των δυνατοτήτων της ανθρώπινης αισθητήριας ικανότητας) , λόγος για τον οποίο ο συντάκτης του εγγράφου βασίζεται στη μέτρηση της συσκευής ραντάρ.
Όμως η άρτια λειτουργία της συσκευής , δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη και δεν είναι δυνατό να επιβάλλεται στο διοικούμενο ως δεδομένη τούτο διότι ο καταλογισμός της παραβατικης πράξης , γίνεται με μόνο το αυτό αποτέλεσμα της μέτρησης της συσκευής ήτοι δια της παντελούς απουσίας των ανθρωπίνων αισθητηρίων οργάνων (ενώ αντίθετα στις συσκευές καταγραφής της παράβασης κίνησης π.χ σε λεωφορειολωρίδα υπάρχει πλήρης ταύτιση του γεγονότος που αποτυπώνεται στη φωτογραφία που η συσκευή παράγει, με τα όσα με τις αισθήσεις του αντιλαμβάνεται ο –άνθρωπος- αστυνομικός και συντάκτης του δημοσίου εγγράφου) .
Δεδομένων λοιπόν ότι α) το γεγονός της υπέρβασης της ταχύτητας που καταγράφει η συσκευή ραντάρ δεν μπορεί να διακριβωθει (και) με τις αισθήσεις του συντάκτη του εγγράφου , β) η αρτιότητα της λειτουργίας του ραντάρ δεν είναι και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένη πόσο μάλλον να επιβληθεί ως δεδομένη , γ) το κύρος της απόδειξης που η συσκευή παράγει δεν είναι υψηλό (αφού δεν πρόκειται για εικόνα συνεχούς ροής αλλά για μια στατική φωτογραφία κατά τρόπο που δεν αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας η ΑΚΡΙΒΗΣ υπέρβαση του ορίου) ,
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΥΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ , ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΣΥΣΚΕΥΗΣ RADAR ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΥΨΗΛΟΥ ΚΥΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΚΛΗΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΥΨΗΛΗΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗΣ ΙΣΧΥΟΣ, ΠΡΕΠΕΙ ΣΤΟΝ ΥΠΟΒΑΛΛΟΜΕΝΟ ΣΤΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΝΑ ΕΠΙΦΥΛΑΣΣΕΤΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟ ΜΟΝΟΝ ΟΤΑΝ ΑΥΤΟΣ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΤΑΙ ΑΜΕΣΩΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΠΟΥ Α) ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΚΑΙ Β) ΓΙΑ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ . ΕΦ ΟΣΩΝ Ο ΥΠΟΒΛΗΘΕΙΣ ΣΤΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΔΕΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ , ΤΟΤΕ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ (ΚΑΙ ΣΥΝΑΚΟΛΟΥΘΑ Η ΚΛΗΣΗ) ΑΠΟΚΤΑ ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥΤΟ ΔΙΟΤΙ ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΠΙΦΥΛΑΧΘΗΚΕ ΣΤΟΝ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΞΗΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΓΝΩΡΙΖΕ ΟΤΙ ΚΙΝΟΥΤΑΝ ΜΕ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΡΑΝΤΑΡ ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ ΠΡΟΒΑΛΕΙ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ (ΤΟΣΟ ΕΠΙΤΟΠΟΥ ΟΣΟ ΚΑΙ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΗΜΕΡΟΥ) , ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΚΛΟΝΗΤΟ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΜΕΣΟ.
Τούτο (το δικαίωμα της ΕΠΙΤΟΠΙΑΣ σύγκρισης της μέτρησης της συσκευής με την ταχύτητα που ο υποβληθείς στη μέτρηση γνωρίζει ότι κινείται) , είναι θεμελιώδες , ΔΙΟΤΙ ΣΥΝΙΣΤΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΞΗΣ ΚΑΙ ΑΡΑ ΣΥΝΙΣΤΑ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΓΓΥΗΣΗ για τις βαριά επιβαλλόμενες ποινές της αφαίρεσης της άδειας οδηγήσεως καθώς και της επιβολής βαθμών στο ΣΕΣΟ (για υπέρβαση ορίου ταχύτητας) οι οποίες είναι ποινές που προσβάλλουν το στενό πυρήνα των εννόμων Αγάθων (προστατευομένων από το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ) και ως τέτοιες , πρέπει να επιβάλλονται αφού προηγουμένως τηρηθούν οι όλες οι ουσιαστικές και δικονομικές εγγυήσεις.
Επειδή ακριβώς η επιβολή της κύρωσης της αφαίρεσης έχει χαρακτήρα γνήσιας ποινής (λόγω της βαρύτητας, της κοινωνικής απαξίας και του κοινωνικού στίγματος , των περιορισμών που θέτει στην ελευθέρια της μετακίνησης των προσώπων κλπ) , αλλά και επειδή έχει ως παρεπόμενο αποτέλεσμα την απαγόρευση της οδήγησης οποιουδήποτε αυτοκινήτου–ειδικά- στην περίπτωση που το αυτοκίνητο χρησιμοποιείται ως χώρος εργασίας , τούτη η ανωτέρω επιβαλλόμενη ποινή έχει σημαντικό επαγγελματικό και οικονομικό αντίκτυπο (υπό την έννοια της θετικής και αποθετικής οικονομικής ζημίας) , για τους ανωτέρω αυτούς λόγους , η εξωποινικα επιβαλλόμενη αυτή ποινή δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη , ιδίως μάλιστα όταν αυτή θίγει βασικά αγαθά του προσώπου . Θα πρέπει δηλαδή για αυτή την ποινή να ισχύουν οι ουσιαστικές και δικονομικές εγγυήσεις των γνήσιων ποινών αφού η κύρωση της ποινής της αφαιρέσεως , δεν υπολείπεται κατά τη φύση της σε επίπεδο περιουσιακής ζημίας , απαξιολογικης βαρύτητας αλλά και σε ηθικού στίγματος έναντι της γνήσιας ποινής της αφαιρέσεως (ως ποινή παρεπόμενη) επιβαλλόμενοι από ποινικό δικαστήριο.
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΝΩΤΕΡΩ, ΟΤΑΝ Η ΜΕΤΡΗΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΧΕΙΡΙΣΤΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΙΝΟΥΜΕΝΟΥ ΣΤΟΧΟΥ (ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ «ΜΠΛΟΚΟ RADAR»), ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ Η ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟΧΟΥ ΚΑΙ Η ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ ΕΠΙΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥΤΟ ΔΙΟΤΙ Ο ΟΔΗΓΟΣ ΠΑΡΑΒΑΤΗΣ ΜΟΝΟ ΔΙΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΞΗΣ , καθόσον μόνο δια της επιτόπιας βεβαίωσης της παράβασης ο οδηγός ευρίσκεται σε γνωσιολογική κατάσταση που να αντιλαμβάνεται την παραβατικη συμπεριφορά του και άρα η ακινητοποίηση του από αστυνομικά όργανα (που «έχουν στήσει μπλόκο με ραντάρ» ) , γνωσιολογικά ταυτίζεται με την επιβολή της κύρωσης («μου έκοψαν κλήση» και «μου πήραν το δίπλωμα γιατί έτρεχα») , τούτη δε η γνωσιολογική ταύτιση δεν κινδυνεύει από την επενέργεια του μηχανισμού της λήθης διότι ο χρόνος που μεσολαβεί από την τέλεση της παραβατικης πράξης έως τη βεβαίωση της παράβασης και τον καταλογισμό της πράξης στον παραβάτη είναι λίγα μόλις δευτερόλεπτα.
4. Η ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΔΗΛΩΣΗ του ν. 1599/1986 κατ άρθρο 4 . αρ 2 ΥΑ από 11-04-2007 Παράτημα ΚΟΚ αρ. πρωτ. 21504/2601. Η αυτή διάταξη του νόμου λειτουργεί απολύτως περιοριστικά ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ - φερόμενο ως παραβάτη , κατά τρόπο τέτοιο που δημιουργεί τετελεσμένο και επιβάλλεται κατά παράβαση του αρθ. 20 και 25 παρ 3 Σ.
Συνήθης είναι η περίπτωση που ένα αυτοκίνητο οδηγούν άνω του ενός προσώπων (κυρίως επαγγελματικοί συνεργάτες και πρόσωπα του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος του ιδιοκτήτη).
Δυνάμει του υφιστάμενου νομικού πλαισίου και των συνθηκών σύμφωνα με τις οποίες λαμβάνει χώρα η διενέργεια της μέτρησης ήτοι α) χρόνος μέτρησης προ πολλών μηνών από τη γνωστοποίηση , β) αντικείμενο μέτρησης το ΙΧΕ αυτοκίνητο μετά του οποίου δυνατό να εκτελούνται καθημερινώς διαδρομές από περισσότερα του ενός προσώπων , γ) κατά τρόπο τέτοιο που ο οδηγός του αυτοκινήτου δεν αντιλαμβάνεται απολύτως το παραμικρό σχετικά με τη διενέργεια της μέτρησης και τη βεβαίωση της παράβασης η οποία δεν του γνωστοποιείται επιτόπου , και δ) τη μη πρόβλεψη εκ του νόμου της υποχρεωτικής τήρησης βιβλίου κινήσεως για τα ΙΧΕ αυτοκίνητα ώστε ευχερώς να προκύπτει για το παρελθόν ο οδηγός του οχήματος (για την περίπτωση που ήθελε γίνει δεκτό ότι νομίμως -εν αγνοία του οδηγού- δύναται η πολιτεία δια των οργάνων της να διενεργήσει μέτρηση ταχύτητας και ακολούθως να γνωστοποιεί στον ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ φερόμενο ως παραβάτη την διάπραξη της παράβασης της υπέρβασης μετά παρέλευσης τριών μηνών(!) με βάση μόνο τον αριθμό κυκλοφορίας) , υπό αυτές τις ανωτέρω συνθήκες η υποχρέωση της υποβολής ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ της υπεύθυνης δήλωσης , συνιστά κατάχρηση εξουσίας και στέρηση του δικαιώματος της ανταποδείξεως για τους ακόλουθους λόγους:
Ο περιοριστικός χαρακτήρας της υποβολής από τον ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ της δήλωσης κατ αρθ 4 αρ. 2 παρ. 1 ΣΕΣΟ αντίκειται στη λογική και στους κοινά αποδεκτούς κανόνες της ιατρικής επιστήμης , όταν στον υποκείμενο στη μέτρηση (ΕΚΑΣΤΟΤΕ) οδηγό δεν δημιουργείται ο επί τόπου ψυχικός ερεθισμός της καταγραφής της ταχύτητας (δια της επιτόπου ακινητοποίησης του αυτοκινήτου από αστυνομικά όργανα που μόλις κατέγραψαν την παράβαση της υπέρβασης ταχύτητας και στο σταθερό ραντάρ δια της οθόνης που επιδεικνύει την ταχύτητα του καταγραφομενου οχήματος ) , ψυχικός ερεθισμός ο οποίος κατά τους κοινά παραδεκτούς κανόνες της ιατρικής επιστήμης είναι απαραίτητος προκειμένου να δημιουργηθούν στον ΟΔΗΓΟ – παραβάτη οι παραστάσεις - ψυχικές εικόνες που παραμένουν και ύστερα από την παύση του ερεθισμού και δια του μηχανισμού της μνήμης να είναι δυνατό να ανακληθούν 2,5 μήνες μετά (!!!) τη διενέργεια της μέτρησης , κατά τρόπο τέτοιο , που να είναι δυνατή η ανταπόδειξη και η (από τον εκάστοτε έχει έννομο συμφέρον ή ηθική υποχρέωση) υποβολή της υπεύθυνης δήλωσης. Στην περίπτωση δηλαδή της απουσίας του επιτόπου ψυχικού ερεθισμού του οδηγού (γνωστοποίησης σε αυτόν της υποβολής του σε μέτρηση της ταχύτητας και υπέρβασης από αυτόν του ορίου) και δεδομένης της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη μέτρηση (3 μήνες μετά την εν αγνοία του οδηγού καταγραφή της παράβασης) , επενεργεί -ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΑ- ο ψυχικός μηχανισμός της λήθης σύμφωνα με τον οποίο (κατά τους κοινά αποδεκτούς κανόνες της ιατρικής επιστήμης) η ψυχή του οδηγού , με τη μνήμη δεν μπορεί να συγκρατήσει όλες τις ψυχικές εικόνες οι οποίες σιγά - σιγά γίνονται ασαφείς, μη συνειδητές και λησμονούνται όταν η προσοχή και το ενδιαφέρον δεν είναι έντονα . Σε αντίθετη περίπτωση , δια του ψυχικού ερεθισμού της επί τόπου ακινητοποίησης και γνωστοποίησης της μέτρησης , δύσκολα λειτουργεί η λήθη και εύκολα ο οδηγός απομνημονεύει ότι φέρεται προ 3 μηνών να έχει υποπέσει στην παραβατικη πράξη της υπέρβασης του ορίου ταχύτητας και άρα σε αυτή την περίπτωση δύναται να ανακαλέσει στη μνήμη του αν οδηγούσε αυτός το όχημα ή όχι .
ΚΑΤΑ ΤΑ ΑΝΩΤΕΡΩ ΚΑΙ ΕΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΤΟΠΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΕΡΕΘΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΟΔΗΓΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΑΠΡΑΞΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ , ΜΗ ΔΥΝΑΜΕΝΟΣ ΑΥΤΟΣ ΝΑ ΑΝΑΚΑΛΕΣΕΙ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΗΣΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΔΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΠΡΙΝ (ΧΡΟΝΟΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΕ ΜΕΤΡΗΣΗ!!!) , ΔΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΥΘΥΝΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ κατ άρθρο. 4 . αρ 2 , παρ 1 της ΥΑ από 11-04-2007 Παράτημα ΚΟΚ , Ο ΦΕΡΟΜΕΝΟΣ ΩΣ ΠΑΡΑΒΑΤΗΣ (ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ) ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ ΠΡΟ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΩΝ ΔΙΟΤΙ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ κατ άρθρο. 4 . αρ 2 , παρ 1 (ΛΟΓΩ ΛΗΘΗΣ), ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 4 ΑΡ. 2 σύμφωνα με την οποία «σε περίπτωση που δεν υποβάλλει την παραπάνω δήλωση στην καθοριζόμενη προθεσμία παραβάτης λογίζεται ο ιδιοκτήτης του οχήματος».
5. Δικαίωμα της ανταποδείξεως και της αμύνης του φερόμενου ως παραβάτη , με παραδοχή από αυτόν της τέλεσης της πράξης που συνιστά την παράβαση της υπέρβασης της ταχύτητας με –όμως- ταυτόχρονη επίκληση ιδιαίτερων δικαιολογητικών λόγων που τον οδήγησαν στην εκδήλωση της παραβατικης αυτής συμπεριφοράς (το βάρος της απόδειξης του δικαιολογητικού λόγου που οδήγησε στην τέλεση της παραβατικης πράξης φέρει ο υποκείμενος στη μέτρηση φερόμενος ως παραβάτης).
Έστω ότι ένα όχημα Α κινείται στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας της Αττικής Οδού με ταχύτητα 120 χλμ/ωρα. Στην δεξιά λωρίδα κινούνται ομοροπα με το Α , δεκάδες αυτοκίνητα (στοιχισμένα παράλληλα και πολύ κοντά μεταξύ τους) κατά τρόπο τέτοιο που για απόσταση πεντακοσίων μέτρων να μη δύναται το Α να αλλάξει λωρίδα κυκλοφορίας (να μη δύναται δηλαδή από την αριστερή λωρίδα που κινείται να εισέλθει στη δεξιά λόγω της μικρής αποστάσεως μεταξύ των κινουμένων στη δεξιά λωρίδα αυτοκινήτων – τούτο είναι σύνηθες στην Α.Ο ιδίως κατά τις ώρες αιχμής , που στην ένδικη περίπτωση είναι και ο χρόνος λήψης της φωτογραφίας ). Στην δεξιά αυτή λωρίδα κινείται (έστω με 100 χλμ/ωρα) και το καμουφλαρισμένο αυτοκίνητο της Τροχαίας το οποίο υποβάλει (αυτόματα) σε μέτρηση , όλα τα εξ αριστερών αυτού κινούμενα αυτοκίνητα. Έστω ότι στην αριστερή λωρίδα καταφθάνει (οπισθιως του Α) , ένα από τα αυτοκίνητα του αρθ. 44 ΚΟΚ κινούμενο με ταχύτητα 170 χλμ/ωρα (π.χ είτε ένα περιπολικό είτε ένα ασθενοφόρο) . Το όχημα αυτό (με τις συσκευές ηχητικής και φωτεινής προειδοποίησης εν πλήρη λειτουργία) , προσεγγίζει το προπορευόμενο όχημα Α (το οποίο εντωμεταξύ κινείται με 120 χλμ/ωρα). Σε αυτή την περίπτωση εφαρμογής τυγχάνει η παρ 3 του αρθ. 44 ΚΟΚ σύμφωνα με την οποία ο οδηγός υποχρεούται να εγκαταλείψει αμέσως τη λωρίδα αυτή και να εισέλθει στην παράπλευρη λωρίδα (στην οποία όμως ήδη κινούνται δεκάδες –πολύ κοντά μεταξύ τους- αυτοκίνητα , μαζί δε με αυτά και το καμουφλαρισμένο περιπολικό το οποίο διενεργεί ΑΥΤΟΜΑΤΗ μέτρηση και καταγραφή σε όλα τα εξ αριστερών αυτού κινούμενα αυτοκίνητα). Άμεσα ο οδηγός του οχήματος Α , προκειμένου ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ να παραχωρήσει την προτεραιότητα στο ασθενοφόρο , θα πρέπει να αναπτύξει ταχύτητα τουλάχιστο 170 χλμ / ώρα , ώστε να καλύψει τα πεντακόσια μέτρα και να προσεγγίσει το σημείο όπου υπάρχει κενός χώρος στην παράπλευρη δεξιά λωρίδα και να εισέλθει σε αυτή (τούτο δε είναι δέον να πράξει διότι μια ακαριαία αλλαγή πορείας από την αριστερή λωρίδα στη δεξιά όπου κινούνται πολυάριθμα –πολύ κοντά μεταξύ τους- αυτοκίνητα , ενδεχομένως να δημιουργούσε κίνδυνο ατυχήματος ). Κατά την επιτάχυνση (του αυτοκινήτου Α) από τα 120 στα 150 χλμ ανά ώρα , το ομοροπα και παράλληλα κινούμενο καμουφλαρισμένο αυτοκίνητο της τροχαίας θα καταγράψει αυτόματα την αυτή την υπέρβαση της ταχύτητας και θα φωτογραφίσει αυτόματα το αυτοκίνητο (δίχως δηλαδή καμία συμμετοχή του πληρώματος του περιπολικού) ! Άξιο μνείας είναι ότι η παραγόμενη φωτογραφία (η οποία κοινοποιείται και γνωστοποιείται στον ιδιοκτήτη 3 μήνες μετά) , δεν απεικονίζει τις γενικότερες συνθήκες της κυκλοφορίας (π.χ φωτογραφία που να απεικονίζει το όχημα Α κινούμενο στην αριστερή λωρίδα ακολουθούμενο από το ασθενοφόρο καθώς και τα δεκάδες οχήματα τα οποία κινούνται στην παράπλευρη δεξιά λωρίδα το ένα πίσω από το άλλο) , αλλά αποτυπώνει μόνο το όχημα Α (κοντινή λήψη ώστε να φαίνεται ο αριθμός κυκλοφορίας του Α). Σε αυτή την περίπτωση (εφ όσων γνωστοποιούταν αμέσως το αποτέλεσμα της μέτρησης) ο παραβάτης θα είχε το νόμιμο δικαίωμα α) της προηγούμενης ακρόασης ενώπιον του αστυνομικού οργάνου πριν από την επίδοση της διοικητικής πράξης (ΣτΕ Ολομ 2370/2007) β) όψιμα (εντός του τριημέρου) να απευθυνθεί στο διοικητή της Τροχαίας και να προβάλει τις αντιρρήσεις του (δικαιολογητικός λόγος της υπέρβασης του ορίου ταχύτητας για την αποφυγή πιθανού ατυχήματος άλλως τη διευκόλυνση του οχήματος του αρθ. 44 ΚΟΚ) αιτούμενος για το λόγο αυτό να γίνουν δεκτές οι αντιρρήσεις του και να ακυρωθεί η αστυνομική κλήση για υπέρβαση του ορίου ταχύτητας , είτε γ) στην περίπτωση που οι αντιρρήσεις του δεν κριθούν βάσιμες , να προσφύγει στο διοικητικό Πρωτοδικείο προσβάλλοντας την ουσία της υποθέσεως (με το επιχείρημα ότι υπερτερεί το έννομο αγαθό της άμεσης προστασίας της ζωής και της δημόσιας υγείας από επικείμενο κίνδυνο πρόκλησης βέβαιου ατυχήματος ή της διευκόλυνσης της κυκλοφορίας των οχημάτων του αρθ. 44 ΚΟΚ σε σχέση με το έννομο αγαθό που γενικά προστατεύεται από το αρθ. 20 ΚΟΚ , λόγος που αίρει το παραβατικο της πράξης – κατάσταση ανάγκης ή υποχρέωση ενέργειας που πηγάζει από το νόμο).
Στην περίπτωση μάλιστα του παραδείγματος , η άμεση ακινητοποίηση και η επιτόπια γνωστοποίηση είναι συνταγματικά επιβεβλημένη ,τούτο διότι ενώ ο οδηγός ενεργεί τα δέοντα (κατ αρθ. 44 παρ 3 ΚΟΚ) εντωμεταξύ η συσκευή που είναι εγκαταστημένη στο καμουφλαρισμένο όχημα της τροχαίας καταγράφει αυτόματα και εν αγνοία του οδηγού φωτογραφίζει το όχημα με αποτέλεσμα να μην δημιουργείται στον φερόμενο ως «παραβάτη» ο ψυχικός ερεθισμός της –έστω πιθανής- καταγραφής της παράβασης (όπως π.χ θα συνέβαινε αν το αυτοκίνητο της τροχαίας δεν ήταν καμουφλαρισμένο αλλά ήταν περιπολικό) , τούτο δε έχει ως αποτέλεσμα , όταν η φωτογραφία και η κλήση επιδίδονται μετά από 3 μήνες , να έχει επενεργήσει ο μηχανισμός της λήθης κατά τρόπο τέτοιο που ο ιδιοκτήτης όχι μόνο να μην ενθυμείτε αν ενήργησε επιτάχυνση προκειμένου να διευκολύνει το ασθενοφόρο , αλλά να μην ενθυμείτε ούτε καν αν αυτός οδηγούσε ή όχι το αυτοκίνητο!!!…
6. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης κατ αρθ. 20 παρ 2 ΣΥΝ
Επειδή, σε περίπτωση διενέργειας ελέγχου και διαπιστώσεως παραβάσεως των διατάξεων του ΚΟΚ, πριν από την έκδοση πράξεως επιβολής προστίμου κατ αρθ 20 αρ. 12 ΚΟΚ, εφ’ όσον με την εν λόγω πράξη αποδίδεται υπαίτια συμπεριφορά στον παραβάτη για την οποία λαμβάνονται υπόψη η βαρύτητα και οι συνθήκες τελέσεως της παραβάσεως, καθώς και λοιπές περιστάσεις που ασκούν επιρροή στον καταλογισμό της πράξης , η αστυνομική αρχή έχει από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος την υποχρέωση να διασφαλίζει στον φερόμενο ως παραβάτη την ευχέρεια να εκθέτει σχετικά τις απόψεις του. Τούτο συμβαίνει μόνον με την περίπτωση της επιτόπιας έκδοσης και κοινοποίησης της διοικητικής πράξης όπως π.χ στην περίπτωση του «μπλόκου ραντάρ» της τροχαίας με επιτόπια ακινητοποίηση του παραβάτη οδηγού και επιτόπια επίδοση της αστυνομικής κλήσης (περίπτωση για την οποία επιφυλάσσεται στο διοικούμενο το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης δια της επιτόπιας έκθεσης των απόψεων του διοικούμενου στο αστυνομικό όργανο ) .
Εξάλλου , το αστυνομικό όργανο έχει υποχρέωση να του επιδίδει το σχετικό σημείωμα με κλήση για παροχή εξηγήσεων (η επιτόπια και δια ζώσης επίδοση της αστυνομικής κλήσης εξομοιούται με την πριν από την έκδοση της εις βάρος του εκτελεστής πράξεως, ακρόασή του) , εκτός αν είναι ιδιαιτέρως δυσχερής η επίδοση του εν λόγω σημειώματος (κλήσης) προς τον φερόμενο ως παραβάτη (π.χ ακολούθησε καταδίωξη η οποία απέβη άκαρπη) , γεγονός το οποίο απαιτείται να βεβαιώνεται με ειδική αιτιολογία.
Η συμμόρφωση της αστυνομικής αρχής προς την υποχρέωσή της αυτή αποτελεί προϋπόθεση νομιμότητας της σχετικής διαδικασίας και δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την -ΜΕΤΑ ΠΑΡΟΔΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΧΡΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ 3 ΜΗΝΩΝ- υποτιθέμενη δυνατότητα που παρέχεται στον φερόμενο ως παραβάτη , από την, παρατιθέμενη στην διάταξη της παραγράφου 2 του αρ. 5 του άρθρου 103 ΚΟΚ υποβολής αντιρρήσεων ούτε βεβαίως από την οιωνοί δυνατότητα να ζητήσει τη διοικητική επίλυση της διαφοράς επιδιώκοντας την εξαφάνιση ή την τροποποίησή της. Τούτο δε διότι, κατά το γράμμα και το σκοπό της πιο πάνω συνταγματικής διατάξεως, το θεσπιζόμενο με αυτήν δικαίωμα του διοικούμενου συνίσταται ακριβώς στην «προηγούμενη», δηλαδή πριν από την έκδοση της εις βάρος του εκτελεστής πράξεως, ακρόασή του από την αρμόδια αρχή (ΣτΕ Ολομ 2370/2007).
Επομένως, εφ’ όσον συντρέχουν οι προεκτιθέμενες περιστάσεις, δεν είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα η ως άνω διάταξη της παραγράφου 2 και 3 του αρ. 5 του άρθρου 103 ΚΟΚ (υποβολή αντιρρήσεων και διαδικασία αφαίρεσης μετά παρελεύσεως μηνών από την πράξη) .
8. Το πνεύμα του αρθ 2 παρ 7 και 8 της ΥΑ 1584/26 από 08-01-1982.
Σύμφωνα με το αρθ 2 παρ 7 και 8 της ΥΑ 1584/26 από 08-01-1982 , σε περίπτωση κατά την οποία για ειδικούς σοβαρούς λόγους επιβάλλεται να μην αφαιρεθούν τα στοιχεία του αυτοκινήτου επί τόπου, ο αστυνομικός προανακριτικός υπάλληλος που βεβαιώνει την παράβαση υποβάλλει ειδική αναφορά στην υπηρεσία του με βάση την οποία επιβάλλεται, με απόφαση, η προβλεπόμενη διοικητική ποινή. Η απόφαση αυτή διαβιβάζεται στην αρμόδια αστυνομική αρχή του τόπου κατοικίας του οδηγού για εκτέλεση.
Ο παραβάτης στην προηγούμενη περίπτωση ειδοποιείται από την Αστυνομική Αρχή του τόπου κατοικίας του, με απόδειξη να προσκομίσει και
παραδώσει σε 5 ημέρες, τα αφαιρούμενα στοιχεία του οχήματος, καθώς και την άδεια οδηγήσεως, εκτός εάν επιθυμεί να εκθέσει τις αντιρρήσεις του έγγραφα ή προφορικά. Οι αντιρρήσεις διατυπώνονται ή διαβιβάζονται προς
την Αρχή που εξέδωσε την απόφαση, για να αποφανθεί σχετικά. Αν απορριφθούν οι προβαλλόμενες αντιρρήσεις, ειδοποιείται ο παραβάτης και καλείται να προσκομίσει και παραδώσει τα αφαιρούμενα στοιχεία του οχήματος καθώς και την άδεια οδηγήσεως μέσα σε 5 ημέρες, για την εκτέλεση του διοικητικού μέτρου. 'Αν αυτός δεν συμμορφωθεί υποβάλλεται εναντίον του, από την Αστυνομική Αρχή του τόπου κατοικίας του, μήνυση για παράβαση της διατάξεως της παραγράφου 5 του άρθρου 103 του Κ.Ο.Κ. όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 του Ν. 894/1979, στην οποία επισυνάπτεται και το αποδεικτικό της ειδοποιήσεώς του".
Εν προκειμένου , ο νόμος κάνει λόγο για ειδικούς και σοβαρούς λόγους που επιβάλλουν τη μη αφαίρεση. Στην ένδικη περίπτωση , απουσιάζει ο οποιοσδήποτε σοβαρός και ειδικός λόγος που επιβάλει τη μη αφαίρεση άλλως καθιστά αδύνατη την αφαίρεση , τούτο δε διότι το πλήρωμα του καμουφλαρισμένου αυτού περιπολικού , αμέσως μετά την μέτρηση και καταγραφή της παράβασης της υπέρβασης , είχε τη δυνατότητα όπως προβει στην ακινητοποίηση του οδηγού που οδηγούσε το αυτοκίνητο ιδιοκτησίας μου και επιτόπου γνωστοποιήσει την παράβαση και ακολούθως όπως επιτόπου πράξει κατ αρθ. 20 αρ. 12 παρ 3 ΚΟΚ (κλήση 350 ευρω και επιτόπου αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδήγησης του οδηγού του αυτοκινήτου ιδιοκτησίας μου). Τούτο δε ήταν εφικτό να πράξει, είτε δια προειδοποιητικού σινιάλου (τα αυτοκίνητα αυτά διαθέτουν εσωτερικό φάρο) , είτε δια καταδιώξεως (τα καμουφλαρισμένα αυτά δυο περιπολικά είναι ταχύτατα αυτοκίνητα μάρκας skoda μοντέλο Octavia εφοδιασμένα με υπερτροφοδοτουμενο κινητήρα (turbo) 2.000 κ.ε ιπποδύναμης 210 ίππων , με τελική ταχύτητα 240 χλμ / ώρα , ικανά να καταδιώξουν και ακινητοποιήσουν όλα τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους Ελληνικούς δρόμους .
Αντί όμως το πλήρωμα του περιπολικού ενεργήσει την ακινητοποίηση , συνεχίζει το εισπρακτικό έργο του , προβαίνοντας διαδοχικά σε δεκάδες καταγραφές (εν τη πλήρη αγνοία των υποκείμενων σε μέτρηση οδηγών)!
8. Το ιδιωτικό αυτοκίνητο ως χώρος εργασίας.
Η στέρηση της χρήσης του αυτοκινήτου (ως «εργαλείο της δουλειάς») δια της αφαιρέσεως της άδειας ικανότητας οδήγησης , θα πρέπει να προσεγγιστεί με βάσει τη σύγχρονη αυτή θεώρηση του αυτοκινήτου ως χώρος εργασίας σε συνδυασμό με τις δυσμενέστατες οικονομικές συνέπειες (θετική και αποθετική ζημία , ηθική βλάβη) που η άδικη και μη σύννομη στέρηση της χρήσης συνεπάγεται για την εργασία του διοικούμενου.
Επειδή ακριβώς η επιβολή της κύρωσης της αφαίρεσης της άδειας οδήγησης για 60 ημέρες έχει χαρακτήρα γνήσιας ποινής (λόγω της βαρύτητας, της κοινωνικής απαξίας και του κοινωνικού στίγματος , των περιορισμών που θέτει στην ελευθέρια της μετακίνησης των προσώπων και ιδίως στην εργασία ) , αλλά και επειδή ακριβώς έχει ως παρεπόμενο αποτέλεσμα την απαγόρευση της οδήγησης οποιουδήποτε αυτοκινήτου καθώς και της στέρηση χρήσεως του προσωπικού αυτοκινήτου στην περίπτωση που –ως ανωτέρω- το αυτοκίνητο χρησιμοποιείται ως χώρος εργασίας , τούτη η ανωτέρω επιβαλλόμενη ποινή έχει σημαντικό επαγγελματικό και οικονομικό αντίκτυπο (υπό την έννοια της θετικής και αποθετικής οικονομικής ζημίας) , για τους ανωτέρω αυτούς λόγους , η εξωποινικα επιβαλλόμενη αυτή ποινή δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη , ιδίως μάλιστα όταν αυτή θίγει βασικά αγαθά του προσώπου . Θα πρέπει δηλαδή αυτή η ποινή να διέπεται από την αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογίας , επίσης δε να ισχύουν και για αυτή την ποινή οι ουσιαστικές και δικονομικές εγγυήσεις των γνήσιων ποινών αφού η κύρωση της ποινής της αφαιρέσεως , δεν υπολείπεται κατά τη φύση της σε απαξιολογικη βαρύτητα αλλά και σε ηθικό στίγμα έναντι της γνήσιας ποινής της αφαιρέσεως (ως ποινή παρεπόμενη) από το ποινικό δικαστήριο προσβάλει δε το στενό πυρήνα των συνταγματικά προστατευόμενων έννομων αγαθών.